Πανδημίες, υστερίες και λυτρωτικά καρέ ελπίδας στο σινεμά

Mε αφορμή τον κορονοϊό, οι στιγμές που το σινεμά έφτιαξε ταινίες που αφορά πανδημίες. Οι υστερίες, αλλά και τα λυτρωτικά καρέ ελπίδας. Το «28 μέρες μετά», αλλά και το «Contagion».

Πανδημίες, υστερίες και λυτρωτικά καρέ ελπίδας στο σινεμά

Η πρώτη φορά που θυμάμαι τον εαυτό μου να τρομοκρατείται από μια ταινία ήταν στις αρχές των '00s, όταν είδα για πρώτη φορά το «28 Μέρες Μετά» (2002, Ντάνι Μπόιλ). Η εικόνα του Κίλιαν Μέρφι να ξυπνά ολομόναχος στο νοσοκομείο και να περιφέρεται στο άδειο και αχανές Λονδίνο με είχε ήδη στοιχειώσει, προτού καν εμφανιστούν τα πρώτα μολυσμένα από ιό ζόμπι. Για τις δύο ώρες που διαρκεί η ταινία δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από την οθόνη, όμως όσο φοβισμένος κι αν ήμουν, έκτοτε έχω δει δεκάδες φορές την ταινία. (Ναι, ακόμα και το λησμονημένο σίκουελ «28 Βδομάδες Μετά»). Δεν μπορούσα τότε να καταλάβω τότε γιατί με γοήτευε τόσο το φιλμ του Μπόιλ.

«28 Μέρες Μετά» (2002)

Το σινεμά του τρόμου, του φανταστικού και του sci-fi έχει ευδοκιμήσει χάρη σε μια μεγάλη υποκατηγορία ταινιών οι οποίες διαπραγματεύονται το ενδεχόμενο αφανισμού του ανθρωπίνου είδους εξαιτίας της ανεξέλεγκτης εξάπλωσης ενός ιού. Είναι οι ταινίες όπου κάθε ανθρώπινη πράξη μοιάζει μάταιη και το μόνο συναίσθημα που αντιστέκεται στον τρόμο είναι η ελπίδα.

Όσο λοιπόν ανατρέχουμε στα πιο εμβληματικά φιλμ αυτού του είδους, μην ξεχνάτε να πλένετε συχνά τα χέρια και να μην αγγίζετε το πρόσωπό σας, όπως συστήνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.

Οι ταινίες που σχετίζονται με ιούς ή επιδημίες χωρίζονται χονδρικά σε δύο κατηγορίες: εκείνες που επικεντρώνονται στις κοινωνικές συνέπειες και εκείνες που αντιμετωπίζουν συμβολικά / μεταφορικά την εξάπλωση μιας λοίμωξης. Οι ταινίες με ζόμπι συχνά εμπίπτουν και στις δύο ομάδες, όπως το «28 Μέρες Μετά» ή το «Παγκόσμιος Πόλεμος Ζ», επομένως παρακάτω επιλέξαμε εκείνες στις οποίες ένας ιός αποτελεί πυρηνικό κομμάτι του σεναρίου.

«Παγκόσμιος Πόλεμος Ζ» (2013)

Για αυτό το λόγο δε θα βρείτε ταινίες όπως την αριστουργηματική «Έβδομη Σφραγίδα» (1967, Ίνγκμαρ Μπέργκμαν), όπου ο σπουδαίος Σουηδός αναστοχάζεται την έννοια του θανάτου με φόντο την επέλαση της μαύρης πανώλης τον 14ο αιώνα.

Κατεξοχήν παράδειγμα της πρώτης κατηγορίας, το «Contagion» (2011) του Στίβεν Σόντερμπεργκ («Σεξ, Ψέματα και Βιντεοταινίες», «Η Συμμορία των 11»). Στην ταινία ένας πρωτοφανής ιός που μοιάζει με γρίπη, εξαπλώνεται ραγδαία σε όλο τον κόσμο, όπου σύντομα επικρατεί πανικός εκτός ελέγχου. Η ματιά του Σόντερμπεργκ εστιάζει περισσότερο στις αντιδράσεις και λιγότερο στα κρούσματα της μόλυνσης. Πώς δηλαδή από τη μία οι κυβερνήσεις αντιλαμβάνονται τον ιό ως ένα βιολογικό όπλο και από την άλλη πώς καταργείται η λογική εξαιτίας του φόβου. Το ρήγμα που δημιουργείται από την υστερία και τα θολωμένα μυαλά, οδηγούν την ανθρώπινη συμπεριφορά σε μια πρωτόγονη κατάσταση η οποία φλερτάρει με το χάος.

«Contagion» (2011)

Την ίδια γραμμή, αλλά σε τοπική κλίμακα, ακολουθεί το «Ξέσπασμα» (1995, Βόλφγκανγκ Πέτερσεν), στην οποία υιοθετείται η οπτική γωνία του επιστήμονα απέναντι στην επιδημία που σαρώνει μια μικρή επαρχιακή πόλη. Η ταινία φλερτάρει με το να θεωρείται ένοχη απόλαυση, εξαιτίας των αρκετών επιστημονικών ανακριβειών και τον σκηνοθετικών επιλογών που προσφέρουν εύκολες συγκινήσεις. Παρόλα αυτά επικοινωνεί με ευφράδεια την αγωνία του εκ των πραγμάτων υπευθύνου, ο οποίος καλείται να βγάλει άμεσα συμπεράσματα, να ενημερώσει το κοινό και να χειριστεί τις πολιτικές πιέσεις.

«Ξέσπασμα» (1995)

Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ότι σε αυτές τις ταινίες απεικονίζεται ως δεδομένο το γεγονός πως ο κρατικός μηχανισμός θα φανεί ανεπαρκής απέναντι σε μια πρωτοφανή απειλή. Σχεδόν αμέσως η εμπιστοσύνη στην πολιτική προστασία εξαϋλώνεται, με τους υπεύθυνους και όσους βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της κρίσης να μπαίνουν στο στόχαστρο εξοργισμένων ανθρώπων.

Έτσι, εκτός από τη διάλυση του ανοσοποιητικού, ένας ιός μπορεί να γίνει αφορμή για την διάβρωση της κοινωνικής συνοχής. Ενδεχομένως να μην έχει εκπονηθεί ένα ικανοποιητικό σχέδιο για την προστασία των πολλών, οι ελίτ όμως πάντα θα έχουν ένα εναλλακτικό πλάνο για να στηριχθούν, όχι βέβαια χωρίς τη δυναμική και ηχηρή αντίδραση των λαϊκών στρωμάτων. Το ίδιο συμβαίνει και στις ταινίες «Περί Τυφλότητος» (Φερνάντο Μεϊρέλες, 2008), τη διασκευή του ομότιτλου βιβλίου του Ζοζέ Σαραμάγκου και το νοτιοκορεάτικο «Gamgi» (2013, Κιμ Σουνγκ-σου).

«Gamgi» (2013)

Εκεί παρακολουθούμε πώς στρατιωτικοποιείται ραγδαία ο δημόσιος χώρος όταν οι κυβερνήσεις αποφασίζουν να επιβάλλουν έκτατα μέτρα, όπως η απαγόρευση της κυκλοφορίας, ο υποχρεωτικός εγκλεισμός και ο έλεγχος των αγαθών και των επικοινωνιών. Όσο περισσότερο διαρκεί η επιδημία, δηλαδή η συνθήκη μιας έκτακτης κατάστασης, τόσο ο άνθρωπος εξοικειώνεται με την καθημερινή καταπίεση η οποία μπορεί δυνάμει να γίνει καθεστώς, σε μια προσπάθεια να μην ανατραπεί το status quo της πρότερης κανονικότητας.

Είναι η θέση που έχει εκφράσει ο Φουκό, σύμφωνα με την οποία το ξέσπασμα μιας αρρώστιας γίνεται ευκαιρία για την εξουσία να ασκήσει απόλυτο κοινωνικό έλεγχο. Όπως συμβαίνει στα «Παιδιά των Ανθρώπων» (2006, Αλφόνσο Κουαρόν), όπου ένα απροσδιόριστο κάτι έχει προκαλέσει στειρότητα η οποία απειλεί το ανθρώπινο είδος και έχει επιβάλλει μια μόνιμη κατάσταση κρίσης την οποία διαχειρίζονται μιλιταριστικά μοντέλα εξουσίας.

«Παιδιά των Ανθρώπων» (2006)

Όσο ρεαλιστικά κι αν τα «Contagion» και «Ξέσπασμα» απεικονίζουν τις κινήσεις φορέων και πολιτών απέναντι σε μια υγειονομική κρίση, δεν καταφέρνουν να αποτινάξουν μια διαδεδομένη προκατάληψη που συνοδεύει τις επιδημίες. Πως πρόκειται δηλαδή για «εξωτερικές απειλές», δηλαδή δημιουργήματα λιγότερο ανεπτυγμένων περιοχών (Ασίας και Αφρικής αντίστοιχα, εν προκειμένω), από τα οποία «θύμα» είναι ο δυτικός κόσμος. Αρκεί να θυμηθούμε δεκάδες φαινόμενα εκτός μεγάλης οθόνης που δεν έφτασαν ποτέ σε «εμάς» (ΗΠΑ, Ευρώπη) για αυτό και δεν προκάλεσαν πανικό ή ελλείψεις σε αντισηπτικά και μάσκες όπως τώρα.

Μια τέτοια «εισβολή από τα έξω», από το διάστημα συγκεκριμένα, παίρνει σάρκα και οστά στο «Andromeda Strain» (1971, Ρόμπερτ Γουάιζ) όπου ένας μικροοργανισμός μολύνει τους κατοίκους μιας αμερικανικής κωμόπολης κι αντιμετωπίζεται ως δείγμα βιο-τρομοκρατίας. Βέβαια, απέναντι στις κοινωνικές προεκτάσεις των παραπάνω υπάρχει η φαντασία του άρχοντα του body horror Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ, ο οποίος στο «Rabid» (1976) -με ελληνικό τίτλο «Λυσσασμένες στα Νύχια του Τρόμου»!- σκαρφίζεται έναν ιό ο οποίος βγάζει βίαια προς τα έξω τα κανιβαλιστικά και σεξουαλικά ένστικτα μιας ολόκληρης μητρόπολης.

«Andromeda Strain» (1971)

Μόνος εναντίον όλων είναι ο Γουίλ Σμιθ στο «Ζωντανός Θρύλος» (2007, Φράνσις Λόρενς), ως ο μοναδικός επιζών στη Νέα Υόρκη η οποία έχει κατακλυστεί από μεταλλαγμένους. Η πιο ενδιαφέρουσα πτυχή της ταινίας η οποία πίσω της έχει μια αριστουργηματική νουβέλα του Ρίτσαρντ Μάθισον), η οποία με τα χρόνια απέκτησε πολλούς θαυμαστές, αφορά το αίσθημα του κενού που συνοδεύει κάθε απώλεια. Ο χαρακτήρας του Σμιθ καλείται να διατηρήσει την πνευματική διαύγειά του ενώ δεν υπάρχει κανένας άλλος για να επικοινωνήσει, την ώρα που πενθεί την απώλεια της οικογένειά του.

Απέναντι σε μια αποκαλυπτική καταστροφή υπάρχει ένα ενδεχόμενο που συχνά προσπερνάμε, εκείνο που θέλει εμάς να μένουμε ζωντανοί, αλλά να χάνουμε τα πρόσωπα που αγαπάμε. Τότε η επιβίωση μετατρέπεται σε προσωπική κόλαση, όπως αυτή στην οποία εγκλωβίζεται ο Βίνσεντ Πράις στο «Masque of the Red Death» (1964, Ρότζερ Κόρμαν). Το κλασικό φιλμ της Hammer εμπνέεται από την ομότιτλη ιστορία του Έντγκαρ Άλαν Πόε και θέλει τον εμβληματικό Πράις στο ρόλο ενός μοχθηρού άρχοντα ο οποίος χρησιμοποιεί το κάστρο του ως καταφύγιο απέναντι στην επέλαση της πανούκλας.

«Ζωντανός Θρύλος» (2007)

Τη δική του μοναχική μάχη, σε ένα εντελώς δυστοπικό σύμπαν, δίνει ο Τζέιμς Κόουλ (Μπρος Γουίλις) στους ζοφερούς «12 Πιθήκους» (1995, Τέρι Γκίλιαμ). Με οργουελικούς όρους, ο πάλαι ποτέ Monty Python Γκίλιαμ κατασκευάζει μια οδύσσεια στην οποία η τύχη της ανθρωπότητας εξαρτάται από το ταξίδι στο χρόνο που πραγματοποιεί ο Κόουλ, ώστε να εντοπίσει τα αίτια της πανδημίας που ξεπάστρεψε σχεδόν ολοκληρωτικά την ανθρωπότητα.

«12 Πιθήκοι» (1995)

Φυσικά θα ήταν ασυγχώρητη παράλειψη να μην αναφέρουμε το franchise του «Resident Evil» (2002, Πολ Άντερσον) που μας έκανε να ανατριχιάζουμε στο άκουσμα των λέξεων «Umbrella Corporation» ή το «The Thing» (1982, Τζον Κάρπεντερ). Το τελευταίο, όπως και το «Cabin Fever» (2002, Ιλάι Ροθ), προσφέρουν γενναιόδωρες ανατριχίλες μέσα από τον τρόμο που διαπερνά δύο διαφορετικές ομάδες ανθρώπων, οι οποίες έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο με έναν παρασιτικό ιό. Η συνάντησή τους δεν πηγαίνει και τόσο καλά...

«Resident Evil» (2002)

Σαν επιστέγασμα, ας μην ξεχνάμε πως το σινεμά δεν είναι παρά μια, συχνά υπερβολική, αντανάκλαση εσωτερικευμένων φόβων και ανασφαλειών. Η αναπαράσταση τους στη μεγάλη οθόνη, από απόσταση δηλαδή, βοηθά στη βελτιωμένη κατανόησή τους. Επομένως, τίποτα από όλα αυτά δεν πρόκειται να συμβεί έτσι ακριβώς, ούτε συντρέχει λόγος για πανικό. Αρκεί να μην ξεχνάμε όλοι να… πλένουμε τα χέρια μας.

ΠΗΓΗ: ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ