«Σιγά, ρε φίλε, ποιος είσαι; Ο Γκουσγκούνης;»

Το είδος του πορνό που έκανε ο Γκουσγκούνης είχε μια ελαφράδα και μια ανεμελιά που ελάχιστη σχέση έχουν με τον κυνισμό των σημερινών επαγγελματικών αισθησιακών ταινιών.

«Σιγά, ρε φίλε, ποιος είσαι; Ο Γκουσγκούνης;»

«Λαέ της τσόντας»: με αυτή την προσφώνηση είχε απευθυνθεί ο Κώστας Γκουσγκούνης στους «πιστούς» του 9ου Φεστιβάλ Καλτ Ελληνικού Κινηματογράφου το 2011 στο Gagarin, με το πλήθος από κάτω να παραληρεί φωνάζοντας «άξιος». «Λαέ της τσόντας, του σουτιέν και της κιλότας. Είμαστε ακόμα εδώ. Ορθιοι, για εσάς», συνέχισε ο ήρωας, και μαζί η αποθέωση που θύμιζε κάτι από Ανδρέα Παπανδρέου, τον οποίο ο Γκουσγκούνης ως γνωστόν θαύμαζε. Ο Ελληνας ηθοποιός, που έφυγε από τη ζωή την περασμένη Παρασκευή σε ηλικία 92 ετών, έγινε διάσημος ως πρωταγωνιστής ερωτικών ταινιών ή τέλος πάντων του ελληνικού αντιστοίχου τους κυρίως από τις δεκαετίες του 1970 και του 1980.

Στην πραγματικότητα ο Κώστας Γκουσγκούνης έπαιξε μόνο σε μία ταινία κανονικού σκληρού πορνό, τον «Ηδονοβλεψία» του 1984, από όπου και προέρχονται οι περισσότερες από τις μυθικές ατάκες του. Αλλωστε οι εκατοντάδες που τον δόξασαν στο Gagarin στο πλευρό τού επίσης εκλιπόντα Νίκου Τριανταφυλλίδη, μαζί με πολλές χιλιάδες ακόμα, τον αγάπησαν περισσότερο για το χιούμορ και το μπρίο του παρά για τις… επιδόσεις του. Σε μια σκηνή, πρωί, ο πρωταγωνιστής έχει τοποθετήσει τα επίμαχα πάνω στο καλοριφέρ. Η παρτενέρ ξυπνά και τον ρωτάει: «Τι κάνεις εκεί;» «Ζεσταίνω το πρωινό σου», απαντά ατάραχα εκείνος.

Σεξιστικό, θα πείτε, ωστόσο το είδος του πορνό που έκανε ο Γκουσγκούνης είχε μια ελαφράδα και μια ανεμελιά που ελάχιστη σχέση έχουν με τον κυνισμό των σημερινών επαγγελματικών αισθησιακών ταινιών. Για όσους μεγάλωσαν τις δεκαετίες του 1990 και του 2000 (προ Ιντερνετ), τα «Σεξ… 13 Μποφώρ», «Ηταν άξιος», «Πάθος και ηδονή» κ.ο.κ. αποτελούν κάτι σαν «Μεγάλα Κλασικά», με τον καραφλό ήρωα να αποτελεί την επιτομή του καλτ και του λαϊκού. Σε μια βιομηχανία όπου ελάχιστοι άνδρες αναδεικνύονται –πρωταγωνίστριες είναι βασικά οι γυναίκες–, εκείνος όχι απλώς ξεχώρισε, αλλά έκανε το όνομά του παροιμιώδες: «Σιγά, φίλε, ποιος είσαι; Ο Γκουσγκούνης;»

πηγή: «Κ»