Γιώργος Κάββουρας: «Ο κόσμος "διψάει" για διασκέδαση, θα επιστρέψει στα μαγαζιά»

Ο Γιώργος Κάββουρας με το εμβληματικό ρεμπετάδικο «Κάββουρας» στα Εξάρχεια επί 40 χρόνια μιλάει στο «ΦΩΣ» και στον Θέμη Σινάνογλου.

Γιώργος Κάββουρας: «Ο κόσμος "διψάει" για διασκέδαση, θα επιστρέψει στα μαγαζιά»

Συνέντευξη στον ΘΕΜΗ ΣΙΝΑΝΟΓΛΟΥ

Εμβληματικό το μαγαζί του στα Εξάρχεια, πιστεύω ότι έχουν περάσει όλοι κάποτε ως νέοι από εκεί. Και εγώ, όταν ήμουν φοιτητής. Ένα από τα δύο μεγάλα μεθύσια της ζωής μου εκεί το είχα κάνει. Ωραίος τύπος ο Γιώργος Κάββουρας! Το ίδιο όνομα έχει και το μαγαζί του κοντά 40 χρόνια τώρα. Ο «Κάββουρας» στα Εξάρχεια, ρεμπετάδικο. Μου είπε ωραίες ιστορίες. Με Τάκη Γκώνια να έρχεται το βράδυ με φίλο του, να παίρνουν δύο μπουκάλια ουίσκι και την άλλη μέρα να είναι στην ενδεκάδα του Ολυμπιακού σε ματς στο ΟΑΚΑ! Και να σέρνεται...

Ολυμπιακός ο Γιώργος Κάββουρας. Πάμε στη συνέντευξη χωρίς άλλον πρόλογο. Και μόνο που επιβίωσε στα Εξάρχεια, στην πλατεία, επί τόσα πολλά χρόνια, μετράει.

Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο «ΦΩΣ» στις 23/1/2021

Πριν από πόσα χρόνια ανοίξατε στα Εξάρχεια το μαγαζί;

Το 1982! Το 1978 το ανοίξαμε ως ταβέρνα και το 1982 έγινε ρεμπετάδικο.

Θυμάμαι, είχε και σουβλατζίδικο με το ίδιο όνομα από κάτω.

Στο ισόγειο του ρεμπετάδικου υπήρχε και υπάρχει από το 1969 (!) ο αδελφός μου. Τώρα είναι οι κόρες του.

Πώς επιβιώσατε τόσα χρόνια σε αυτήν τη δύσκολη περιοχή;

Υπήρχαν πολλά ρεμπετάδικα εδώ. Με το κλείσιμο της Πλάκας ο κόσμος μεταφέρθηκε στα Εξάρχεια. Γέμισε ο λόφος του Στρέφη τριγύρω μαγαζιά.

Πότε έγινε το «μπαμ»;

Γύρω στο 1980. Όταν έκλεισε η Πλάκα.

Γιατί έκλεισε η Πλάκα;

Ήταν με μία υπουργική απόφαση της Μερκούρη, αν θυμάμαι καλά, γιατί είχε «σκυλοποιηθεί» κατά κάποιον τρόπο η περιοχή. Ενώ μετά στα Εξάρχεια σοβάρεψε το πράγμα, άνοιξαν μαγαζιά με άλλη άποψη.

Τι ήταν τα Εξάρχεια; Και γιατί εξελίχθηκαν έτσι όπως εξελίχθηκαν;

Τα Εξάρχεια κατοικούνταν κάποτε από ανθρώπους ανώτατης μόρφωσης, ανθρώπους που δεν έμπαιναν εύκολα σε λογαριασμό... Αυτούς που ήθελαν τη ζωή τους πιο ίσια, πιο πραγματική, όχι ιλουστρασιόν. Εδώ υπήρχαν κάτοικοι που δεν έδιναν σημασία στο τι είναι ο διπλανός τους, ό,τι κι αν ήταν, αρκεί να μην ενοχλούσε. Συμβίωναν διαφορετικές οντότητες. Σιγά σιγά όμως μπήκαν μέσα στοιχεία τα οποία εκμεταλλεύτηκαν την κουλτούρα που υπήρχε εδώ -με κάποιες ανοχές. Δεν ξέρω τι λειτούργησε και έγινε η περιοχή έτσι...

Ποιοι πέρασαν από το μαγαζί;

Ως πελάτες κάποτε έρχονταν όλοι οι ηθοποιοί! Υπήρχαν μέρες που θα έβλεπες στο μαγαζί 15-20 γνωστούς ηθοποιούς. Πρωτοκλασάτους. Ήταν στέκι ηθοποιών και καλλιτεχνών. Μέχρι και ο Σαββόπουλος είχε έρθει. Έρχονταν ως πελάτες τραγουδιστές και έλεγαν και δυο τραγούδια. Παρουσιαστές στην τηλεόραση. Ήταν το μαγαζί κάθε βράδυ γεμάτο, επτά μέρες την εβδομάδα!

Επτά μέρες;

Έχω δουλέψει επτά μέρες την εβδομάδα μέχρι και τις 20 Ιουλίου!

Μέχρι ποιο έτος κράτησε το «επτά στα επτά»;

Γύρω στο 2000.

Μετά πώς εξελίχθηκε η πτώση;

Μετά αρχίσαμε να κάνουμε ένα ρεπό, την Κυριακή, και σιγά σιγά μειώνονταν οι μέρες. Μετά το 2010 δουλεύαμε τρεις μέρες την εβδομάδα και στο τέλος καταλήξαμε στις δύο!

Πώς άλλαξε η νύχτα…

Έτσι. Και τώρα ζούμε τη χειρότερη εποχή, είμαστε κλειστοί. Έπειτα από χρόνια κρίσης, πάνω που είχαμε αρχίσει να αναπνέουμε και να ανακάμπτουμε, ήρθε η πανδημία.

Είστε αισιόδοξος ή απαισιόδοξος; Ακούω πολλούς που λένε ότι μετά τον κορονοϊό τίποτα δεν θα είναι ίδιο και ότι θα μείνει τραύμα στον κόσμο. Εγώ έχω άλλη άποψη, θεωρώ ότι όλα θα γίνουν όπως πριν. Ο άνθρωπος έχει περάσει από πολέμους, εμφύλιους, καταστροφές, προσαρμόζεται όμως γρήγορα και ξεχνάει.

Κι εγώ δεν πιστεύω ότι θα αλλάξει η ζωή μας! Θα επιστρέψει ο κόσμος στη διασκέδαση. Εμείς απευθυνόμαστε σε νεολαία πιο πολύ, που τους αρέσει το λαϊκό τραγούδι. Η νεολαία δεν εγκλωβίζεται, δεν φοβάται κιόλας. Πιστεύω ότι με το που επιτραπεί να λειτουργήσουν ξανά τα μαγαζιά και τελειώσει το μεγάλο πρόβλημα θα επιστρέψουν στη νύχτα, μη σας πω και πιο πολύ λόγω «δίψας» και λόγω εγκλεισμού. Και είναι μία διασκέδαση φθηνή σχετικά. Παλιά ο κόσμος πήγαινε σε 3-4 μαγαζιά. Ξεκίναγε με τον καφέ, πήγαινε στην ταβέρνα, μετά στο ρεμπετάδικο ως το πρωί, κάναμε και ένα πέρασμα από κάνα άλλο μαγαζί. Πλέον γίνονται όλα σε μία φάση. Για αυτό και είχαμε αλλάξει στο τέλος το ωράριο, ξεκινούσαμε πιο νωρίς, στις δέκα το βράδυ.

Πείτε μου αξέχαστα περιστατικά που έχετε ζήσει στο μαγαζί τη νύχτα. Κάνας παίκτης του Ολυμπιακού με κάποια αστεία ιστορία;

Και ποδοσφαιριστές έχουν περάσει από εδώ. Τακτικοί ήταν ο Τάκης Γκώνιας, ο Θανάσης Κωστούλας, ο Νίκος Καρούλιας. Να σου πω κάτι με τον Γκώνια. Ένα βράδυ ήρθε με φίλο του, πήραν δύο μπουκάλια σπέσιαλ -και είναι βαρύ το σπέσιαλ- και την άλλη μέρα ήταν στην ενδεκάδα του Ολυμπιακού! Δεν έπαιξε καλά βέβαια... Επίσης, ένα αστείο περιστατικό με έναν μπασκετμπολίστα. Δεν αφήναμε τον κόσμο να ανεβαίνει πάνω στα τραπέζια να χορεύει, γιατί ήταν μονοκόλονα, ανησυχούσαμε μην πέσει κανείς. Μόνο καμιά πολύ νόστιμη γκομενίτσα αφήναμε, να ξεσηκώνει τον κόσμο! (Γελάει) Ένα βράδυ λοιπόν, αργά προς το τέλος, ένας σερβιτόρος μας τα είχε πιει λίγο και πήγε στο πίσω μέρος του μαγαζιού, φωνάζοντας σε έναν τύπο να κατέβει από το τραπέζι! Του λέει ο μπασκετμπολίστας «από πού να κατέβω, ρε;». Ο σερβιτόρος νόμιζε ότι είχε ανέβει πάνω στο τραπέζι, τόσο ψηλός ήταν! Και έπεσε πολύ γέλιο!

Ποιοι μουσικοί πέρασαν από το μαγαζί;

Ξεκινήσαμε με άγνωστα ονόματα, με τη «Ρεμπέτικη Κομπανία» χωρίς τον Δημήτρη Κοντογιάννη τότε τις τρεις μέρες της εβδομάδας και τις άλλες μέρες έπαιζε ο Μανώλης Πάππος στα 21 του χρόνια, ο οποίος θεωρείται τώρα από τα πολύ καλά μπουζούκια της Ελλάδας. Έχει ανατολίτικο παίξιμο, ανατολίτικες καταβολές ο ίδιος.

Ο φίλος μου ο Αγάθων ο μακαρίτης είχε περάσει από το μαγαζί;

Ο Αγάθων ερχόταν ως πελάτης και ως φίλος. Ο Μπάμπης Τσέρτος είχε παίξει, ο Νίκος Στεφανάκης μπουζούκι, ο Ρόκκος είχε παίξει κιθάρα για κάνα δυο χρόνια, πριν γίνει όνομα. Ο Γιάννης Λεμπέσης για δύο χρόνια. Και ο Δημήτρης Στεφανάκης είχε παίξει εδώ. Θυμάμαι για τον Ρόκκο ότι έπαιζε κιθάρα και έλεγε τραγούδια ροκάδικα, εκείνη την εποχή απογειώθηκε το μαγαζί. Ήρθε κάποιος παραγωγός και τον πήρε λέγοντάς μου «αυτός είναι το αστέρι της επόμενης δεκαετίας». Εγώ δεν το πίστευα, να σου πω την αλήθεια.

Είναι επαναστατικό το ρεμπέτικο;

Μπορείς να το πεις κι έτσι. Λόγου χάρη οι στίχοι «τούτοι οι μπάτσοι που ήρθαν τώρα τι γυρεύουν τέτοια ώρα»! (Γελάει) Ρεμπέτης είναι τουρκική λέξη και σημαίνει άνθρωπος του υποκόσμου... (Γελάει) Όταν άνοιξα το μαγαζί ήμουν 26 χρονών!

Είστε πολιτικοποιημένος;

Όχι.

Φασαρίες γίνονταν στο μαγαζί; Έπεφτε ξύλο;

Στις αρχές. Η μετάβαση από το σκυλάδικο στο φοιτητάδικο ήταν δύσκολη. Προέκυπταν φασαρίες για το ποιος χορεύει μέχρι να επιβάλουμε ότι χορεύουν όλοι μαζί. Υπήρχαν κάποιοι που ήθελαν σε στιλ παραγγελιάς να χορεύουν μόνοι τους στην πίστα. Είχαμε μεγάλη δυσκολία μέχρι να το καταφέρουμε. Από το μαγαζί μου έχει περάσει όλη η φοιτητιώσα νεολαία -και ειδικά της επαρχίας! Δεν υπάρχει μέρος της Ελλάδας που να μην έχω πάει και να μη συναντήσω άνθρωπο που είχε περάσει ως φοιτητής από το μαγαζί όταν σπούδαζε στην Αθήνα.

Με την αστυνομία είχατε προβλήματα;

Σχεδόν πάντα! Έχω πάει σε περισσότερα αυτόφωρα από τον... Ρωχάμη. Ξέρω όλους τους νόμους πια. Οδηγούμεθα στο τμήμα με χειροπέδες και ήταν 4.000 το πρόστιμο, θυμάμαι. Μας πήγαιναν στη Σήμανση και μας έβλεπε ο κόσμος με χειροπέδες λες και ήμασταν εγκληματίες. Και τι είχαμε κάνει, παραβίαση ωραρίου…

Με τον παλιό παίκτη του Παναθηναϊκού Δήμο Κάβουρα δεν έχετε καμία σχέση, έτσι δεν είναι; Εσάς το όνομα γράφεται με δύο βήτα.

Όχι, αυτός ήταν από τη Χίο, εγώ είμαι από την Αρκαδία.

Ολυμπιακός είστε.

Ε, βέβαια.

Πώς γίνατε Ολυμπιακός;

Από πιτσιρίκος.

Ο Γιώργος Κάββουρας με την κόρη του, Βασιλική

Ποιος ήταν το ίνδαλμά σας;

Ο Γιούτσος! Είχαμε κάρτες με τους ποδοσφαιριστές όλων των μεγάλων ομάδων τότε. Εγώ Γιούτσος και Ολυμπιακός.

Τι άλλο θα θέλατε να μου πείτε;

Ένα διαφορετικό επίσης που φέραμε είναι ότι εμείς δεν κλείναμε τραπέζια! Δεν «ζυγίζαμε» τον πελάτη ανάλογα με το πορτοφόλι του... Όποιος προλάβαινε καθόταν.

Άλλο;

Ο χώρος όπου ήμουν μέχρι πριν από τρία χρόνια πουλήθηκε και μεταφέρθηκα 50 μέτρα πιο πέρα. Κάτω από το «Διπλό Καφέ». Γνωστό μαγαζί και αυτό, στην πλατεία, από το 1989. Μεταφερθήκαμε εκεί λοιπόν, στον κάτω χώρο, μέχρι να αδειοδοτηθεί ο πάνω όροφος, επειδή είναι διατηρητέο το κτίριο. Μόλις μας δώσουν την άδεια, θα ανέβουμε ψηλά πάλι. Και βεβαίως η συνέχεια ανήκει στον γιο. Υπό την επίβλεψη πάντα του μπαμπά.

Ολυμπιακός και αυτός;

Εννοείται!