Στη… Ριβιέρα μιας άλλης εποχής

Άσχετο με το αντικείμενο της ενασχόλησής μας  το σημερινό θέμα από αυτήν εδώ τη στήλη, αλλά η ζωή και η ποιότητα της καθημερινότητάς μας δεν είναι μόνο ποδόσφαιρο και μπάσκετ. Ούτε καν… subbuteo και μπιλιάρδο για τους πιο μυημένους, που επιμένουν ακόμα και ως μεσήλικες να παιδιαρίζουν!

Στη… Ριβιέρα μιας άλλης εποχής

Πολύς λόγος, λοιπόν, γίνεται τελευταία από μερίδα κατοίκων των νοτίων προαστίων για την περίφημη ανάπλαση του παραλιακού μετώπου, αυτό δηλαδή που συνηθίσαμε να αποκαλούμε και Αθηναϊκή Ριβιέρα παρακαλώ. Ένα έργο που ξεκίνησε γύρω στο 1974, με επιχωματώσεις και ξανά μανά επιχωματώσεις, και συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας ως ένα σύγχρονο γιοφύρι της Άρτας, χωρίς φυσικά συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα ολοκλήρωσης.

Ορίζοντα ολοκλήρωσης… Με τα συμφέροντα των τοπικών αρχόντων, της νομαρχίας, των υπουργείων, των εργολάβων και όσων εμπλέκονται σε τέτοιες ιστορίες να συγκρούονται, ο συγκεκριμένος χαρακτηρισμός πάει περίπατο. Και απομακρύνεται τόσο όσο και η ματιά των κατοίκων προς τη θάλασσα, σημείο αναφοράς μια φορά κι έναν καιρό για όλη την πρωτεύουσα.

Ο αρχικός ενθουσιασμός με την… κοσμογονία των Ολυμπιακών Αγώνων μετατράπηκε σε στασιμότητα στα χρόνια της κρίσης, για να ακολουθήσει μια επανεκκίνηση που έδωσε, ας πούμε, ελπίδα και προοπτική για κάτι εξαιρετικό στο πιο παρατημένο κομμάτι του φαληρικού όρμου. Κι αυτό είναι που ενοχλεί έντονα μέρος του μεγάλου πληθυσμού -κοντά 480.000 στη σούμα- των γύρω περιοχών. Με μικρές πάντα εξαιρέσεις. Γιατί η παραλιακή περατζάδα του Φλοίσβου για παράδειγμα ανέκαθεν εξαίρεση ήταν, σε αντίθεση με τη διαδρομή προς τον Πειραιά, η οποία μας «χόρτασε» για τέσσερις και πλέον δεκαετίες με χώμα, λάσπη, σκουπίδι και πλημμύρες…

Έχοντας ζήσει όλα μου τα χρόνια στις Τζιτζιφιές (το αίμα νερό δεν γίνεται…) και στη «μεσοτοιχία» που λέγεται Αμφιθέα, κατανοώ απόλυτα την επιθυμία όλων να αλλάξει οριστικά και χωρίς… μερεμέτια και μπαλώματα η αύρα της περιοχής, αν και ως μάρτυρας καθημερινών συζητήσεων με γνωστούς και αγνώστους συμπολίτες στους… καραντινιασμένους περιπάτους συναντώ ολοένα και πιο πολλούς νοσταλγούς για τα παλιά τα χρόνια. Με αναφορές και αναμνήσεις αποτυπωμένες μόνο στις ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες!

Είναι όμορφο αυτό το φιλμ της μνήμης, δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία. Το «επεξεργάζομαι» καθημερινά, επειδή είδα και πρόλαβα εικόνες, ήχους, γεγονότα της εποχής. Αισθάνομαι «κομπάρσος» του, μικρός πρωταγωνιστής, πώς το λένε!

Και κάπως έτσι, μου ήρθε η φλασιά να γράψω κάτι επίκαιρο αλλά και συναισθηματικό για το θέμα «παραλιακή», φορτισμένο από την οργή και τις ενστάσεις που το συνοδεύουν. Ισορροπώντας ανάμεσα στο παρελθόν και στις απαιτήσεις του σήμερα, στην ταλαίπωρη Αθήνα του 2021. Επηρεασμένος από την αγανάκτηση του κόσμου και τη «μιζέρια» που προκύπτει από μια τέτοια κατάσταση. Προσπαθώντας να καταλάβω αν τελικά αξίζει να λες ότι ζεις σε έναν παραθαλάσσιο δήμο σε απόσταση… διόπτρας από το υγρό στοιχείο ή αν προτιμάς να φτάνεις στο λιμάνι του Πειραιά χωρίς καν να το αντιληφθείς. Προσπαθώντας να συνειδητοποιήσω αν είναι προνόμιο να περιφέρομαι όποτε κάνω κέφι στο πάλαι ποτέ απαγορευμένο Τροκαντερό και στον εκπληκτικό «Νιάρχο» των τριών εκατομμυρίων (!) επισκεπτών τον χρόνο ή αν προτιμώ να μπαίνω στη «χρονοκάψουλα», αντικρίζοντας σταβλίτες να βγάζουν για προπόνηση τα καθαρόαιμα στον «ναό του τζόγου», σε γειτονιές που καλώς για μένα είναι «καταδικασμένες» να ζουν με το προσφυγικό τους παρελθόν. Την αλήθεια πρέπει να την κοιτάμε κατάματα. Νόμος…

ΥΓ. 1: Την δική μου θέση την περιγράφει ο τίτλος του κειμένου…

ΥΓ. 2: Στα αστικά τοπία του 2021, δεν χωρούν…ιπποδρομία. Ελεος!

ΥΓ.3: Θα επανέλθουμε πολύ σύντομα με το Μικρολίμανο που μπήκε γερά στο παιχνίδι της αναμόρφωσης…