Νίνου: Η ακροβάτισσα που παρακαλούσε να πει ένα τραγούδι!
Πριν ο Χιώτης ακούσει τη Νίνου να τραγουδά είχε πει: "Α, μωρή πουτάνα τι να βγει να πει;". Όταν όμως την άκουσε...
Τέλη της δεκαετίας του ’40 ένα νυχτομάγαζο ξεχωρίζει στην καρδιά της Αθήνας. Το όραμα του Μανώλη Χιώτη για ποιοτική διασκέδαση μακριά από νταηλίκια και τσαμπουκάδες βρίσκει στέγη στην ταβέρνα Πίγκαλ'ς στην οδό Πατησίων 12. Κέντρο περιωπής που μαγνητίζει την καλή κοινωνία των Αθηνών. Η νέα αστική τάξη αγαπά το μπουζούκι ειδικά όταν αυτό παίζεται από τα χέρια του Χιώτη, του Μητσάκη ή του Μπέμπη.
Το πρωτότυπο σε σχήμα αμοιβάδας πάλκο, οι «αγώνες ταχύτητας» μεταξύ Μπέμπη-Χιώτη, τα σουξέ του Μητσάκη κι ο συναγωνισμός στο καλό ντύσιμο με τον Χιώτη, οι ερμηνείες της Στέλλας Χασκήλ, τα γκαρσόνια και οι μετρ με τα παπιγιόν, η υψηλή πελατεία της εποχής είναι μόνο μερικά από τα επεισόδια που έκαναν το Πίγκαλ'ς μαγαζί-θρύλο. Από δω ουσιαστικά το μπουζούκι μπήκε κατευθείαν στα σαλόνια.
Εδώ ξεροστάλιαζε και η αρμένισσα ακροβάτισσα Ευαγγελία Αταμιάν, ή Μαρίκα Νίνου όπως είναι περισσότερο γνωστή, μετά τα ακροβατικά που έκανε με τον άντρα της και τον γιο της σε παρακείμενο μαγαζί. Παρακαλούσε τον Μητσάκη να μεσολαβήσει στον Χιώτη για να πει ένα τραγούδι.
Όταν ο Μητσάκης αποφασίζει να της κάνει το χατίρι, ο Χιώτης του απαντά: «Α, μωρή πουτάνα. Τι να βγει να πει;» Κι όμως ήταν εκείνος που στη συνέχεια της έδωσε τα πρώτα τραγούδια. Πράγματι όσο κι αν θεωρούμε σήμερα την Μαρίκα Νίνου αποκλειστικά μούσα του Τσιτσάνη, ο Χιώτης την έβαλε πρώτος στο στούντιο κι ο Μητσάκης της χάρισε με τη σειρά του μερικά από τα ωραιότερα τραγούδια. Η Ιστορία της λαϊκής μας μουσικής θα ήταν σίγουρα φτωχότερη χωρίς την ντομπροσύνη και την γενναιοδωρία ανθρώπων όπως ο Μανώλης Χιώτης.