Έβαψε το ποτάμι κόκκινο, με το αίμα της

Ένας αιώνας συμπληρώθηκε από την δολοφονία της Ρόζα Λούξεμπουργκ.

Έβαψε το ποτάμι κόκκινο, με το αίμα της

«Η κόκκινη Ρόζα χάθηκε κι αυτή
Κανείς δεν ξέρει
Πού το κορμί της παραχώσαν
Έλεγε την αλήθεια στους φτωχούς
Γι’ αυτό κι οι πλούσιοι την σκοτώσαν»

Οι παραπάνω στίχοι ανήκουν στον Μπέρτολντ Μπρεχτ και μελοποιήθηκαν από τον Κουρτ Βάιλ.

Ήταν Γενάρης του 1919, όταν οι Φράικοπς (εθνικιστικές πολιτοφυλακές των σοσιαλδημοκρατών) συνέλαβαν τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, στο Βερολίνο. Δολοφονήθηκε την ίδια μέρα. Για την ακρίβεια, σφυροκοπήθηκε μέχρι θανάτου με τις κάνες των όπλων εκείνων που την συνέλαβαν και που όταν ξεψύχησε την έριξαν σ’ ένα ποτάμι.

Ήταν 15/1/1919. Ακριβώς πριν από έναν αιώνα.

Η μεγάλη επαναστάτρια, μαρξίστρια, πολιτική θεωρητικός και φιλόσοφος, γεννήθηκε 5 Μαρτίου του 1871, στην Πολωνία, σε εβραϊκή οικογένεια.
Ξεκίνησε τη δράση της με την εφημερίδα «Η Κόκκινη Σημαία». Μαζί με τον Καρλ Λίμπνεκτ, τον Φραντς Μέρινγκ και άλλους ομοϊδεάτες της, ίδρυσαν την ομάδα Internationale, το 1914.

Η ομάδα αυτή, το 1916, μετονομάστηκε Σπαρτακιστική Ομοσπονδία. Πηγή έμπνευσης των μελών της, ο αγώνας του μονομάχου από την Θράκη, του Σπάρτακου, που προσπάθησε να απελευθερώσει τους σκλάβους από τον ζυγό των Ρωμαίων.

Άλλωστε και η άποψη της Ρόζας ήταν ότι «αν δεν κουνηθείς, δεν θα καταλάβεις τις αλυσίδες». Η γνωστή επίσης φράση «σοσιαλισμός, ή βαρβαρότητα» που πριν από λίγα χρόνια επικαλέστηκε πρώην πρωθυπουργός της χώρας μας, είναι δική της.
Αυτής της μικροκαμωμένης γυναίκας που ήξερε να υψώνει το ανάστημά της, αναμετρώντας το , όπως λέει κι ο Ρίτσος, «με το μπόι της λευτεριάς».

Ο Νίκος Καζαντζάκης, την έχει περιγράψει με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο :
Μια μέρα την είχα δει σε μια μικρή γερμανική πολιτεία, πάνου σε ένα τραπέζι, να μιλάει σε χιλιάδες εργάτες και πεινασμένους. Ήταν αδύναμη, σα ραχητική, φορούσε ένα παλιό σάλι, έτρεμε από το κρύο κι έβηχε. Μα πότε δεν θα ξεχάσω την κραυγή που τινάχτηκε από το ανεμικό της στόμα κι ανέβηκε στον ουρανό: «Ελευτερία, φως, δικαιοσύνη. Να χαθούμε, όλοι αδέλφια, για να σώσουμε τη γης!».

Πολλοί κλαίγαν, άλλοι βλαστημούσαν και φοβέριζαν. Οι καλοθρεμμένοι αστοί περνούσαν και σφύριζαν. Ήρθαν οι αστυφύλακες και την κατέβασαν από το τραπέζι και την πήραν στη φυλακή. Ποτέ δε θα ξεχάσω τη ματιά της προς τους αψηλούς, βάρβαρους στρατιώτες. Έλεος, αγανάχτηση και θλίψη. Σα να μετρούσε πόσο σκοτάδι υπάρχει ακόμα, πόση σκλαβιά και τι αγώνας χρειάζεται!

Η «Κόκκινη Ρόζα», τον αγώνα της τον έδωσε, με τίμημα την ίδια της την ζωή. Άλλωστε -όπως κάθε αληθινός επαναστάτης- αυτό που φοβόταν ήταν μην τυχόν την κρίσιμη ώρα δεν δώσει το παρών στο πεδίο της μάχης, όχι την ήττα μέσα στο αυτό. Όπως η ίδια έγραψε:

«Οι ιστορικές ήττες είναι η τιμή και η δύναμη του διεθνούς σοσιαλισμού. Και γι’ αυτό η μελλοντική νίκη θα ανθίσει μέσα από αυτή την ήττα».