Κανναβιδιόλη και άσκηση

Μια μη τοξική μορφή ινδικής κάνναβης είναι η κανναβιδιόλη που προέρχεται από το είδος της κάνναβης sativa.

Κανναβιδιόλη και άσκηση

Μια μη τοξική μορφή ινδικής κάνναβης είναι η κανναβιδιόλη που προέρχεται από το είδος της κάνναβης sativa. Η κανναβιδιόλη έχει ιδιαίτερο επιστημονικό ενδιαφέρον, διότι σταματά τους σπασμούς σε άτομα με ανθεκτική επιληψία και έχει σειρά άλλων θεραπευτικών δράσεων. Σε σχέση με την τετραϋδροκανναβινόλη, η οποία έχει τοξικές και επιβλαβείς επιδράσεις, θεωρείται ότι είναι ασφαλής και καλώς ανεκτή από τον οργανισμό. Φαίνεται ότι επεμβαίνει σε πολλές οργανικές και ψυχολογικές λειτουργίες που σχετίζονται με την υγεία και την απόδοση των αθλητών. Έχουν παρατηρηθεί αξιοσημείωτες αντιφλεγμονώδεις, αναλγητικές και νευροπροστατευτικές δράσεις σε μελέτες σε ζώα. Προάγει την επούλωση από φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, όπως η κολίτιδα και οι τραυματισμοί του μυοσκελετικού συστήματος. Στους ανθρώπους χρειάζονται περαιτέρω έρευνες για να επαληθευτούν αυτές οι παρατηρήσεις. Σε άτομα με αγχώδεις διαταραχές δρα κατευναστικά. Η γνωσιακή και η θερμορυθμιστική λειτουργία δεν φαίνεται ότι επηρεάζονται, ενώ οι επιδράσεις στον μεταβολισμό, στην καρδιαγγειακή λειτουργία και στις λοιμώξεις χρειάζονται περαιτέρω έρευνα.

Η δράση της αφορά έναν αριθμό φυσιολογικών βιοχημικών και ψυχολογικών επιδράσεων που πιθανώς βοηθούν τους αθλητές. Εντούτοις χρειάζονται πολύ καλά σχεδιασμένες μελέτες σε μεγάλο αριθμό αθλητών, προτού εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα για την επίδρασή της στην αθλητική απόδοση.

Ενώ αρχικά η κάνναβη ήταν απαγορευμένη από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Αντιντόπινγκ, από το 2018 η χρήση της κανναβιδιόλης έγινε νόμιμη, διότι είναι ασφαλής ακόμη και σε μεγάλες δόσεις (1.500 mg ανά ημέρα). Η δράση της επιτυγχάνεται όταν ενωθεί με υποδοχείς κανναβοειδούς τύπου με τον μηχανισμό κλειδί-κλειδαριά. Τέτοιοι υποδοχείς υπάρχουν στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα, στο καρδιαγγειακό σύστημα, στο γαστρεντερικό σύστημα, στο ήπαρ, στους μυς, στα αναπαραγωγικά όργανα.

Η άσκηση, ιδιαίτερα όταν είναι έντονη και ασυνήθιστη ή έκκεντρη, μπορεί να προκαλέσει βλάβη στα μυοϊνίδια και στο περίβλημά τους, με συνέπεια φλεγμονή, οίδημα και μείωση της λειτουργίας τους. Ενώ η φλεγμονή είναι απαραίτητο στοιχείο της ανακατασκευής των ιστών, όταν είναι παρατεταμένη καθυστερεί τη διαδικασία επούλωσης. Αυτό που κάνει η κανναβιδιόλη είναι να προσαρμόζει-ομαλοποιεί τη φλεγμονώδη διαδικασία, αφενός ρυθμίζοντας τη συσσώρευση φλεγμονωδών ανοσοκυττάρων, δηλαδή λευκών αιμοσφαιρίων του αίματος (ουδετερόφιλα, λεμφοκύτταρα, μακροφάγα), αφετέρου διεγείροντας την παραγωγή αντιφλεγμονωδών ουσιών και εξουδετερώνοντας τις οξειδωτικές ρίζες, καθώς έχει ισχυρές αντιοξειδωτικές ικανότητες.

Είναι γνωστό ότι κατά την άσκηση οι μύες «κλέβουν» αίμα από το δέρμα, το γαστρεντερικό σύστημα και άλλα όργανα. Αν η άσκηση παραταθεί άνω των 40 λεπτών, τα σπλάχνα βιώνουν μια έλλειψη οξυγόνου και θρεπτικών ουσιών (ισχαιμία) που πυροδοτεί φλεγμονή, οξειδωτική βλάβη, διαταράσσοντας την ακεραιότητα της μεμβράνης που καλύπτει το έντερο και επομένως τη λειτουργία απορρόφησης των θρεπτικών ουσιών. Συχνά οι αθλητές παραπονιούνται για ναυτία, πόνο, διάρροια ή εμετούς. Η κανναβιδιόλη έχει φανεί ότι μειώνει τη βλάβη και θεραπεύει τη φλεγμονή, αποκαθιστώντας τη διαταραγμένη διαπερατότητα του γαστρεντερικού συστήματος αποτρέποντας την κολίτιδα.

Είναι σημαντικό να αναφερθεί επίσης ότι τα γνωστά μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα επιδεινώνουν τη βλάβη της λειτουργίας του φραγμού του γαστρεντερικού συστήματος που προκαλείται λόγω άσκησης. Θα πρέπει να τονιστεί ότι οι μελέτες είναι προκλινικές και αφορούν σε πειράματα σε ζώα στο εργαστήριο και σε έναν περιορισμένο αριθμό ατόμων που δεν είναι αθλητές.

Δρόσος Βενετούλης

Πνευμονολόγος, τ. Δ/ντής ΜΕΘ Τζανείου Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά.