Στο περιγιάλι το κρυφό: Η εκτέλεση Μπιθικώτση δεν πολυάρεσε στον Σεφέρη

Λένε πως όταν ο Μίκης Θεοδωράκης παρουσίασε στον Γιώργο Σεφέρη την «Άρνηση» μελοποιημένη, ο ποιητής θύμωσε που άκουσε μπουζούκι και τη φωνή του Μπιθικώτση.

Στο περιγιάλι το κρυφό: Η εκτέλεση Μπιθικώτση δεν πολυάρεσε στον Σεφέρη

Ο Γιώργος Σεφέρης αγαπούσε τους απλούς ανθρώπους και τον λαϊκό πολιτισμό, όπως αγαπούσε τον Μακρυγιάννη και τους ήρωες του λαού αλλά και τη γλώσσα των καθημερινών Ελλήνων. Ωστόσο φαίνεται πως η δόση λαϊκής μουσικής ήταν μάλλον υπερβολική για την αισθητική του και χρειάστηκε λίγο χρόνο για να την αφομοιώσει. Λέγεται επίσης ότι διαφώνησε σφοδρά για την άνω τελεία που δεν σεβάστηκε ο τραγουδιστής στους στίχους "πήραμε τη ζωή μας· λάθος/ κι αλλάξαμε ζωή".
Από την πλευρά του ο Μίκης Θεοδωράκης είχε κάτι να θυμάται από την ηχογράφηση με τον Γρηγόρης Μπιθικώτση:

"Όταν ηχογραφούσαμε, λέω στον Μπιθικώτση «πρόσεξε την άνω τελεία. Εκεί που λες πήραμε τη ζωή μας, βάλε παύση πριν πεις λάθος». Στα αυτιά μου είχα την προτροπή – παράκληση του ποιητή: «Την άνω τελεία! Την άνω τελεία! Αλλιώτικα μου αντιστρέφεις το νόημα». Τελικά όμως αυτό αποδείχθηκε ανεφάρμοστο στην πράξη, με αποτέλεσμα να ακουστεί η λέξη «λάθος» κολλητά στο «πήραμε τη ζωή μας», δίνοντας αντίθετο νόημα στο ποίημα. Όμως πόσο κατανοητό ήταν για το λαό, που ποιος λίγο, ποιος πολύ, είχε πάρει τη ζωή του λάθος…”

Στην κηδεία του το 1971, που ήταν πάνδημη, λαμβάνοντας αντιδικτατορικό χαρακτήρα, το πλήθος τραγούδησε με πάθος και συγκίνηση τον ίδιο στίχο χωρίς να πολυνοιάζεται για την άνω τελεία.

Ο αστικός μύθος λέει ότι επιστρέφοντας ο Σεφέρης από τη βράβευσή του στη Στοκχόλμη βρήκε πολύ κόσμο να τον περιμένει στο αεροδρόμιο και εντυπωσιάστηκε. «Τόσος κόσμος ενδιαφέρεται για την ποίηση;» αναρωτήθηκε. Ήταν η μέρα που επέστρεφε και ο Ολυμπιακός Πειραιώς δαφνοστεφανωμένος βαλκανιονίκης. Για μια στιγμή η τέχνη και το ποδόσφαιρο συναντήθηκαν στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Ύστερα η ποίηση, σεμνή και διακριτική, πέρασε απαρατήρητη από το πλήθος που περίμενε να αποθεώσει την αγαπημένη ομάδα του. Λίγες μέρες αργότερα η βιτρίνα του βιβλιοπωλείου των εκδόσεων «Ίκαρος» ξεχείλιζαν από τα βιβλία του Σεφέρη. Οι περαστικοί στέκονταν και κοίταζαν και ο ένας ρωτούσε τον άλλο: «Αυτός δεν είναι ο στιχουργός του Θεοδωράκη;». Όλα αυτά συνέβαιναν το 1963.