A man of action - Ταινία του Netflix που έκανε αίσθηση

Βασισμένη στη ζωή και τη δράση ενός μύθου του Λούθιο Ουρτούμπια Χιμένεθ

A man of action - Ταινία του Netflix που έκανε αίσθηση

Η ταινία A man of action είναι πολιτική δραματική ταινία του 2022 σε σκηνοθεσία του Javier Ruiz Caldera σε σενάριο του Patxi Amezcua, στην οποία πρωταγωνιστεί ο Juan José Ballesta μαζί με τον Luis Callejo και τον Miki Esparbé και βασίζεται στη ζωή του Λούσιο Ουρτούμπια Χιμένεθ.


Ο Λούθιο Ουρτούμπια Χιμένεθ (18 Φεβρουαρίου 1931 - 18 Ιουλίου 2020) ήταν Ισπανός αναρχικός, υποστηρικτής του απαλλοτριωτικού αναρχισμού. Ένας σύγχρονος Ρομπέν των Δασών που ειδικεύτηκε σε ληστείες τραπεζών και πλαστογραφίες σταχρόνια του ΄60 και του ΄70. Σύμφωνα με τον Άλμπερτ Μποαντέγια: «ο Λούθιο ήταν ένας Δον Κιχώτης που δεν πολεμούσε ανεμόμυλους, αλλά έναν πραγματικό γίγαντα».

undefined


Ο Ουρτούμπια γεννήθηκε στην πόλη Κασκάντε της Ναβάρρα, το πέμπτο παιδί μιας πολύ φτωχής οικογένειας. Ο πατέρας του, αν και προέρχονταν από οικογένεια Καρλιστών, ήταν σοσιαλιστής οργανωμένος στη Γενική Ένωση Εργαζομένων (Unión General de Trabajadores) και αναπληρωτής Δήμαρχος στην Κασκάντε με το Ισπανικό Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα. Μετά τη φυλάκισή του έκανε μεταστροφή προς τον Κομμουνισμό. Όταν ο Λούθιο ήταν 19 χρονών, ο πατέρας του αρρώστησε στη φυλακή και πέθανε στο νοσοκομείο. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν: «Αν γεννιόμουν ξανά, θα γινόμουν αναρχικός», μια δήλωση που τον σημάδεψε.

Όταν στρατολογήθηκε για υποχρεωτική υπηρεσία, σύντομα ανακάλυψε την ευκολία του λαθρεμπορίου στα Ισπανο-γαλλικά σύνορα. Ο Λούθιο Ουρτούμπια και οι σύντροφοί του έκαναν πλιάτσικο σε μια αποθήκη που ανήκε στην εταιρεία που δούλευαν, και όταν πια έγιναν αντιληπτοί λιποτάκτησαν υπό την απειλή ενδεχόμενης τιμωρίας με θανατική ποινή, καταφεύγοντας στη Γαλλία το 1954. Στο Παρίσι ξεκίνησε να εργάζεται ως πλινθοκτίστης, ένα επάγγελμα που συνέχισε σε όλη του τη ζωή. Ταυτόχρονα αναμίχθηκε με τους Νέους Αναρχικούς της Αναρχικής Ομοσπονδίας (Fédération Anarchiste) και έγινε φίλος με τους Αντρέ Μπρετόν και Αλμπέρ Καμύ. Λίγο μετά την μετακόμιση στο Παρίσι, του ζητήθηκε να κρύψει ένα μέλος των Maquis, Ισπανών ανταρτών που αντιτάσσονταν στον Φράνκο. Ο πρόσφυγας έμελλε να είναι ο μυθικός Φρανθίσκο Σαμπατέ Γιοπάρτ. Ο Σαμπατέ παρέμεινε με τον Ουρτούμπια για αρκετά χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων καθοδηγούσε οικογένειες και αναρχικούς που είχαν εξοριστεί στην Τουλούζη, το Περπινιάν και το Παρίσι, καθώς και μέλη του παλιού CNT στη Βαρκελώνη, τη Σαραγόσα, τη Μαδρίτη και την Παμπλόνα. Μέχρις ότου η φυλάκιση του Σαμπατέ να σταματήσει αυτές τις δραστηριότητες, ο Ουρτούμπια είχε αρχίσει να μιμείται τις επιδρομές του στην ισπανική επικράτεια. Αργότερα ανέλαβε μια σειρά κλοπών και ένοπλων ληστειών με σκοπό να συγκεντρώσει χρήματα για την επαναστατική υπόθεση. Χρησιμοποιούσε το πολυβόλο Thompson που «κληρονόμησε» μετά το θάνατο του Σαμπατέ. Τελικά εγκατέλειψε αυτές τις ενέργειες υπό το φόβο μήπως βλάψει κάποιον υπάλληλο που δούλευε σε τράπεζα.

Μετά από κάποια στιγμή, ο Ουρτούμπια άρχισε να εκδίδει παραποιημένα νομιμοποιητικά έγγραφα για τους αντάρτες και τους εξόριστους, ενώ στη συνέχεια συνεργάστηκε με άλλους αναρχικούς συντρόφους για την πλαστογράφηση νομισμάτων κατά τη δεκαετία του 1960. Με αυτό τον τρόπο χρηματοδότησαν πολλές ομάδες ανά τον κόσμο, προσπαθώντας να αποσταθεροποιήσουν τις καπιταλιστικές οικονομίες. Όταν γινόταν η εισβολή στον Κόλπο των Χοίρων, ο Ουρτούμπια είχε προτείνει στον Συμεών Ρόσε, τον πρέσβη της Κούβας στη Γαλλία, να καταστρέψει τα αμερικανικά συμφέροντα στη Γαλλία χρησιμοποιώντας εκρηκτικά. Ωστόσο, αυτή η προσφορά απορρίφθηκε. Τότε αντιπρότεινε ένα σχέδιο για τη μαζική πλαστογράφηση αμερικανικών δολαρίων, δείγμα των οποίων επέδειξε στον πρέσβη, που μπήκε στον πειρασμό να προωθήσει την ιδέα στον Ερνέστο Τσε Γκεβάρα, υπουργό Βιομηχανίας της Κουβανικής Επανάστασης. Ωστόσο η νέα πρόταση απορρίφθηκε παρομοίως, με τον Τσε να εκφράζει κατά τη διάρκεια της συνάντησης τη γνώμη ότι οι ΗΠΑ πάλι θα συνεχίσουν να είναι πλούσιες. Ο Ουρτούμπια αποχώρησε, ερμηνεύοντας τα λόγια ως ένδειξη ότι ο Αργεντίνος άρχισε να κουράζεται από την πορεία που ακολουθούσε η πολιτική στο νησί της Κούβας.

Η καινοτόμος δράση που δημιούργησε καίριο πλήγμα και συνδέθηκε με το όνομα του ήταν η παραχάραξη των ταξιδιωτικών επιταγών της Citibank το έτος 1977. Η συγκεκριμένη απάτη περιλάμβανε 8.000 τσεκ των 25 επιταγών, αξίας 100 δολαρίων η καθεμία. Εκατοντάδες απομιμήσεις επιταγών ταξιδιωτών διανεμήθηκαν σε όλη την Ευρώπη και σε διάφορες χώρες της Λατινικής Αμερικής μεταξύ Ιανουαρίου 1980 και Δεκεμβρίου 1982. Από αυτή την ανατρεπτική δράση υπολογιζόταν η πτώχευση της τράπεζας, με δημιουργία χρέους 20 εκατομμυρίων δολαρίων. Η ζημιά που υπέστη ήταν τόσο σοβαρή που η τιμή της μετοχής της κατρακύλησε στο χρηματιστήριο. Οι λεγόμενες «επιχειρήσεις ανάκτησης χρημάτων» στις οποίες συμπεριλαμβάνονταν η εξαπάτηση της Citibank, χρησίμευαν στη συγκέντρωση κεφαλαίων για τη βοήθεια αντάρτικων κινημάτων στη Λατινική Αμερική (Τουπαμάρος, Μοντενέρος) αλλά και στην Ευρώπη. Τα πρωτοσέλιδα στον Τύπο της Ισπανίας του έδιναν το ψευδώνυμο «ο καλός ληστής» ή «η βάσκικη αλεπού (Zorro Vasco)». Μετά την αποκάλυψη της υποδομής παραποίησης, η γαλλική αστυνομία δεν μπόρεσε να εντοπίσει τις εκτυπωτικές πλάκες με τις οποίες τυπώνονταν οι πλαστές επιταγές, αναγκάζοντας την Citibank και τη Γαλλική κυβέρνηση να συνθηκολογήσει με τον Ουρτούμπια. Τελικά καταδικάστηκε σε φυλάκιση μόνο 6 μηνών χάρη σε εξωδικαστική συμφωνία με τη Citibank, η οποία παρά το θράσος της ενέργειας του, προτίμησε να αποσύρει τις κατηγορίες με αντάλλαγμα τις εκτυπωτικές πλάκες που είχε κατασκευάσει. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν και μερικοί προοδευτικοί Γάλλοι δικηγόροι που ανέλαβαν να τον βοηθήσουν στην υπερασπιστική του γραμμή.

Η ζωή του Ουρτούμπια ήταν μια συνεχής περιπέτεια. Για χρόνια συμμετείχε σε μεγάλο αριθμό δράσεων κατά του καπιταλιστικού συστήματος, που οδήγησαν στην έκδοση πέντε διεθνών ενταλμάτων εναντίον του, συμπεριλαμβανομένης της CIA. Παρ' όλα αυτά προετοίμασε την απαγωγή του ναζί Κλάους Μπάρμπι στη Βολιβία, συνεργάστηκε εν πτήσει με τον ηγέτη των Μαύρων Πανθήρων, αναμίχθηκε στην απαγωγή του Χαβιέρ Ρουπέρεθ, μεσολάβησε στην απόδραση του Άλμπερτ Μποαντέγια, παραπεμφθέντα σε δίκη για τη δράση του ενάντια στον Ισπανικό Στρατό. Επιπλέον είχε επικηρυχτεί για τη συμμετοχή του στο Ιβηρικό Απελευθερωτικό Κίνημα (Movimiento Ibérico de Liberación) και αργότερα στις διεθνιστικές Επαναστατικές ομάδες δράσης (Groupes d'action révolutionnaire).

Πάντοτε υπερασπιζόταν τους εργαζόμενους: «είμαστε κτίστες, ζωγράφοι, ηλεκτρολόγοι, δεν χρειαζόμαστε καθόλου το κράτος» και την εργασία «εάν η ανεργία και η περιθωριοποίηση δημιουργούσαν επαναστάτες, οι κυβερνήσεις θα είχαν ήδη σταματήσει την ανεργία και την περιθωριοποίηση». Συμμετείχε στη διάδοση αναρχικών ιδεών μέχρι το θάνατό του. Πέθανε στο Παρίσι στις 18 Ιουλίου 2020, σε ηλικία 89 ετών.


Η δράση του έχει μνημονευτεί σε βιβλία, άρθρα και ταινίες, ενώ αποτελεί έμπνευση για τραγούδια διάφορων μουσικών ειδών. Το σπίτι του είναι η σημερινή έδρα του Εσπάς Λουίζ Μισέλ (Espace Louise-Michel) όπου πραγματοποιούνται ομιλίες, συνέδρια, συζητήσεις, εκθέσεις και προβολές. Για τη ζωή του γυρίστηκε ντοκιμαντέρ με τίτλο Lucio το 2007, από τους Βάσκους σκηνοθέτες Χοσέ Μαρία Γοενάγα και Αϊτόρ Αρέγκι. Το 2018, ο εκδοτικός οίκος Txalaparta δημοσίευσε το El tesoro de Lucio, ένα βιογραφικό κόμικ του Μικέλ Σάντος Μπελάτς.