Λεβαδειακός-Παναιτωλικός 1-0: Όσο ζει ελπίζει

Ο Λεβαδειακός με σκόρερ τον Σάββα Τσαμπούρη (πέναλτι στο 54’) πήρε μια σπουδαία νίκη επί του Παναιτωλικού στη Λιβαδειά και παρέμεινε ζωντανός στο κυνήγι της παραμονής. 

Λεβαδειακός-Παναιτωλικός 1-0: Όσο ζει ελπίζει

«Τελικός» ήταν για τον Λεβαδειακό ο αποψινός αγώνας κόντρα στον Παναιτωλικό. Οι Βοιωτοί του Νίκου Καραγεωργίου ήθελαν μόνο τη νίκη για να διατηρηθούν ζωντανοί στο…κυνήγι της παραμονής στην κατηγορία. Το πολυπόθητο τρίποντο λοιπόν ήρθε για τον Λεβαδειακό με το πέναλτι (το κέρδισε ο Μαρκόφσκι από τον Άργκους) στο 54ο λεπτό του Σάββα Τσαμπούρη (1-0).

Ο αρχηγός της ομάδας της Βοιωτίας είχε να σκοράρει στο ελληνικό πρωτάθλημα από τον Ιανουάριο του 2015 όταν έπαιζε στην ΑΕΛ Καλλονής (1-0 τον Αστέρα Τρίπολης) ενώ πριν από δυο χρόνια είχε βρει δίχτυα στο Κυπριακό πρωτάθλημα με τη φανέλα της Νέας Σαλαμίνας. Η ουσία είναι πως ο Τσαμπούρης με το εύστοχο πέναλτι έστειλε τον Λεβαδειακό ακόμη πιο κοντά στη γραμμή της παραμονής. Εκτός του Τσαμπούρη, κομβικός ήταν και ο Μαρκόφσκι στην κορυφή της επίθεσης όπου έδωσε πολλές και φυσικά πήρε το πέναλτι από τον Άργκους.

Ο Παναιτωλικός που ήθελε να πλησιάσει στην πρώτη πεντάδα, έμεινε πίσω αφού για ακόμη μια φορά δεν κατάφερε να κερδίσει μέσα στο 2019. Τα «καναρίνια» με εξαίρεση το διπλό στη Λαμία δεν έχουν άλλο τρίποντο στο νέο έτος. Μάλιστα σήμερα στη Λιβαδειά ήταν ακίνδυνοι και με το ζόρι πατούσαν την αντίπαλη εστία. Βέβαια στις καθυστερήσεις λίγο έλειψε ο Μάζουρεκ με το σουτ μέσα από την περιοχή να…σκοτώσει τους Βοιωτούς.

ΜΙΚΡΟΓΡΑΦΙΑ

Γήπεδο: Δημοτικό Στάδιο Λιβαδειάς

Λεβαδειακός-Παναιτωλικός 1-0

Σκόρερ: 54΄ Τσαμπούρης

Διαιτητής: Παπαπέτρου (Αθηνών)

Κάρτες: Τσοκάνης, Άργκους

ΛΕΒΑΔΕΙΑΚΟΣ (Καραγεωργίου): Μπάγιτς – Τσαμπούρης, Αντιλέχου, Ρεκβιασβίλι, Ντιόγκο – Κονέ, Ζησόπουλος – Στανόγεβιτς (90’+2’ Μητρόπουλος), Νανγκίς, Σαβαντογκό (79’Μέλεγκ) – Μαρκόφσκι

ΠΑΝΑΙΤΩΛΙΚΟΣ (Δέλλας): Γιαννακόπουλος – Λιάβας (46’ λ. τρ. Αμαράλ), Άργκους, Μιχάι, Τσοκάνης – Τσιγγάρας (71’ Μάζουρεκ), Λουσέρο – Γκούγκα, Μπαΐροβιτς, Ουίλιαν – Μοράρ (45’ λ. τρ. Μανά).