Σβαμπ: «Οι Έλληνες είναι… τρελοί για το ποδόσφαιρο»

Ο μέσος του ΠΑΟΚ Στέφαν Σβαμπ μίλησε για όλους και για όλα. Τη ζωή του στη Θεσσαλονίκη, τους πρώτους μήνες με την ασπρόμαυρη φανέλα και τον Πάμπλο Γκαρσία που μιλάει συνήθως ελληνικά στα αποδυτήρια.

Σβαμπ: «Οι Έλληνες είναι… τρελοί για το ποδόσφαιρο»

Ο Σβαμπ, έδωσε μεγάλη συνέντευξη στην ιστοσελίδα «Heute.at» και αρχικά είπε:

«Αυτήν τη σεζόν έχω παίξει σε περίπου 40 παιχνίδια. Αν συνεχίσω έτσι, θα πλησιάσω τα 50 κι είναι πραγματικά πολλά. Στο ξεκίνημα της διακοπής, ο προπονητής μας έδωσε τρεις ημέρες ρεπό. Χαλάρωσα, απόλαυσα χρόνο με την οικογένειά μου και πλέον έχουμε επιστρέψει στις προπονήσεις. Έχουμε τρία παιχνίδια μακριά από την έδρα μας και θα είναι δύσκολο.

Είναι καλό ότι στον ΠΑΟΚ πήρα παιχνίδια από την αρχή. Αυτό λέει πολλά κι είναι σημαντικό να έχεις 37 συμμετοχές, δείχνει ότι κάνεις καλά παιχνίδια. Έχουμε πολλούς παίκτες στην ομάδα, μερικοί από αυτούς έχουν παίξει στην Ιταλία και τη Γερμανία. Είμαι περήφανος που τα κατάφερα. Έχω βασικό ρόλο στην ομάδα. Όλα πήγαν καλά από την αρχή. Είναι σημαντικό ότι ξέρω να μιλάω καλά αγγλικά. Ο πρώτος προπονητής που είχαμε, μιλούσε μόνο αγγλικά, οπότε είχαμε καλή επικοινωνία. Το κλαμπ είναι πολύ καλά οργανωμένο. Είχα πολλούς ανθρώπους που με βοήθησαν να βρω σπίτι, να βρω αμάξι και όλα τα υπόλοιπα. Όλα πήγαν πολύ καλά».

Για τις δυσκολίες με τα ελληνικά:

«Τα ελληνικά είναι μία δύσκολη γλώσσα. Ο τωρινός προπονητής μιλάει κυρίως ελληνικά στα αποδυτήρια. Καταλαβαίνεις κάποιες λέξεις, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει πολύς χρόνος για να μάθεις τη γλώσσα. Υπάρχουν οι προπονήσεις, τα online μαθήματα και φυσικά ο γιος μου, οπότε μένει λίγος χρόνος.

Είμαι ένας άνθρωπος που του αρέσει να μαθαίνει και να βελτιώνεται. Αυτό σίγουρα με βοηθάει, το είχα παρατηρήσει και στη Ραπίντ. Σε σύγκριση με τη ζωή στην Αυστρία όταν έπαιζα στη Ραπίντ, μπορώ να πω ότι εδώ με προσεγγίζει περισσότερος κόσμος. Οι Έλληνες είναι… τρελοί για το ποδόσφαιρο. Ως ποδοσφαιριστής έχεις μία διαφορετική θέση εδώ και δεν μπορώ να πω αν αυτό είναι καλό ή κακό. Ας πούμε ότι στη Βιέννη περνούσα περισσότερο απαρατήρητος. Ο κόσμος δεν έχει επιστρέψει στα ελληνικά γήπεδα. Όλη η Ελλάδα είναι σε καθεστώς lockdown.

Τα μαγαζιά και τα εστιατόρια είναι κλειστά. Δεν μπορείς να κάνεις τίποτα περισσότερο πέρα από μία βόλτα για περπάτημα. Μου λείπουν σίγουρα η οικογένεια και οι φίλοι μου. Σχεδόν κανείς δεν μπορεί να έρθει λόγω του covid. Είναι κρίμα, γιατί γενικά είναι εύκολο το ταξίδι, αλλά αυτή τη στιγμή η κατάσταση είναι δύσκολη. Μπορείς να κάνεις πολλά πράγματα στη Θεσσαλονίκη. Υπάρχει κι ένα μαγαζί που έχει προϊόντα από τη Γερμανία και την Αυστρία. Η ελληνική κουζίνα πάντως είναι πολύ καλή. Είμαι λάτρης του ψαριού κι εδώ υπάρχουν πραγματικά πολλές επιλογές».

Ο μέσος του ΠΑΟΚ, μίλησε και για την κατάσταση με την εθνική ομάδα Αυστρίας.

«Σίγουρα περίμενα με ανυπομονησία την επιστροφή στην Εθνική και να παίξω με αυτή τη φανέλα μετά από αρκετά χρόνια. Θα ήταν ωραίο να μπορέσω να παίξω στο Euro. Είμαι σε καλή κατάσταση. Είμαι σίγουρος ότι θα έκανα καλές εμφανίσεις. Με πονάει, επειδή έφτασα κοντά στο Euro και τώρα χρειάζεται ένα θαύμα. Αλλά, για να είμαι ειλικρινής, πρέπει να παίζουν οι καλύτεροι στην Εθνική. Και στη δική μου θέση έχουμε πολλούς καλούς παίκτες που αγωνίζονται στην Bundesliga. Είναι δύσκολο.

Σέβομαι το γεγονός ότι ο προπονητής πήρε προσωπικά όλους τους παίκτες τηλέφωνο, για να εξηγήσει το λόγο που έμειναν εκτός. Δεν το κάνει κάθε προπονητής αυτό κι ήταν πολύ σωστό. Οι αλλαγές είχαν να κάνουν με τους κανονισμούς του covid19. Είναι δύσκολο να πω τι μπορώ να κάνω, για να παίξω στην Εθνική. Είμαι 30 χρονών, ο προπονητής με γνωρίζει καλά. Δε θα αλλάξω πολύ μέσα στα επόμενα χρόνια. Όλοι με γνωρίζουν σαν παίκτη. Θα προσπαθήσω να δώσω το καλύτερο για την ομάδα μου.

Στην Ελλάδα τα μέσα έγραφαν πως κλήθηκα στην Εθνική για πρώτη φορά μετά το 2017. Ο προπονητής κι οι συμπαίκτες μου, μου έδιναν συγχαρητήρια. Όταν μετά άλλαξαν τα δεδομένα, ήταν περίεργο, γιατί ήταν όλα έτοιμα για να πάω στην Εθνική».



Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ. 232110