Τη Γερμανία μη την κλαις…
Ο τρόπος που η Γερμανία απέσπασε τη νίκη 2-1 από τη Σουηδία στις καθυστερήσεις του αγώνα που έγινε στο Σόχι, δεν ήταν διόλου αναπάντεχος. Ήταν απλά γερμανικός.
Οι τωρινοί παίκτες δεν είχαν γεννηθεί και η Γερμανία ήταν ακόμη διαιρεμένη όταν η Die Mannschaf πετύχαινε τη τελευταία ανατροπή της σε Μουντιάλ, να κερδίσει δηλαδή ένα ματς ενώ ήταν πίσω στο σκορ στο ημίχρονο.
Συνέβη το μακρινό 1974 στο Μουντιάλ που διεξήχθη στα γήπεδα της Δυτικής Γερμανίας και –ω τι σύμπτωση- πάλι με αντίπαλο τη Σουηδία, την οποία η οικοδέσποινα της διοργάνωσης νίκησε στο τέλος με 4-2, ανατρέποντας το εις βάρος της 0-1 του πρώτου ημιχρόνου
Ολυμπιακός: Κινήσεις επίθεσης από την αρχή χωρίς τέλος
Κι αν πέρασαν τόσα χρόνια ώσπου να επαναληφθεί το φαινόμενο είναι γιατί στο μεσοδιάστημα δεν χρειάστηκε οι Γερμανοί να κυνηγήσουν μια ανατροπή (από το ημίχρονο). Το ξέρανε, το πιστεύανε βαθιά και το μεταβίβαζαν από γενιά σε γενιά πως, όταν κάποτε ερχόταν εκείνη η στιγμή, θα ήταν σε θέση να το κάνουν.
Και το έκαναν. Έστω και στο 94΄ και 42΄ ενός αγώνα που ήθελε 18 δευτερόλεπτα για να ολοκληρωθεί κι ενώ οι καρδιές των οπαδών κοντεύανε να σπάσουν. Το χτυποκάρδι όμως ήταν μόνο στην εξέδρα. Οι ποδοσφαιριστές στον τερέν κινούνταν με ψυχραιμία και μεθοδικότητα, ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες του προπονητή.
Ο Γιόακιμ Λεβ μπορεί να έχει κάνει γκάφες στις επιλογές των παικτών που πήρε στη Ρωσία, μπορεί να τα έκανε μαντάρα στο ματς με το Μεξικό αλλά εναντίον της Σουηδίας έδωσε ρεσιτάλ, προετοιμάζοντας και κοουτσάροντας την ομάδα.
Η ιδέα του να τραβήξει τον Βέρνερ στην άκρη και να βάλει τον Γκόμεζ στην κορυφή της επίθεσης αποδείχθηκε κάτι παραπάνω από φαεινή. Ο επιθετικός της Λειψίας δημιούργησε το γκολ του Ρόις και πήρε το (ανόητο) φάουλ από τον Ντουρμάζ που έφερε το 2-1.
Δεν είναι εξτρέμ ο Βέρνερ αλλά από το τίποτα καλή και η Παναγιώταινα, που λέμε κι εμείς εδώ στην Ελλάδα. Τη δουλειά αυτή θα μπορούσε να κάνει ο Σανέ, αν ο Λεβ δεν τον έκοβε από την αποστολή. Τέλος πάντων, με τον Βέρνερ τη μπάλωσε κάπως την τρύπα που ίδιος δημιούργησε.
Και στο τέλος βέβαια πήρε το ρίσκο και τα έπαιξε όλα για όλα ρίχνοντας τον Μπραντ αντί του Χέκτορ, αφήνοντας την ομάδα μόνο με έναν αμυντικό (τον Ρούντιγκερ) κι ενώ αγωνιζόταν με δέκα παίκτες.
Ρίσκο πήρε και ο Γιάνε Άντερσον χαντακώνοντας την ομάδα του τόσο πίσω, αντί να την ανεβάσει κάποια μέτρα μετά την αποβολή του Μπόατεγκ. Με παίκτη παραπάνω έπαιζε, μπορούσε να κρατήσει λίγο τη μπάλα, να ροκανίσει τον χρόνο, να αποφύγει τις φάσεις στην περιοχή.
Δεν έκανε τίποτα από αυτά ο Σουηδός. Μόνο σταύρωσε τα χέρια και περίμενε μοιρολατρικά το τέλος. Ακόμη και στο φάουλ που κέρδισε η Γερμανία, έμεινε αδρανής. Ενώ ήταν γνωστή η ικανότητα του Τόνι Κρόος στις εκτελέσεις, οι Σουηδοί έστησαν μπροστά του ένα πρόχειρο τείχος από δυο παίκτες.
Κάπως έτσι ο Γκάρι Λίνεκερ εμφανίστηκε με νέα προφητεία: «Το ποδόσφαιρο είναι ένα απλό παιχνίδι, όπου 22 παίκτες κυνηγούν μία μπάλα για 82 λεπτά, όμως τότε οι Γερμανοί μένουν με δέκα παίκτες, επομένως 21 παίκτες κυνηγούν μια μπάλα για 13 λεπτά και στο τέλος οι Γερμανοί με κάποιο τρόπο κερδίζουν».