Τζον Φαν’τ Σιπ: «Εμείς δεν θέλαμε να παίξουμε το ποδόσφαιρο της ομάδας του Ρεχάγκελ»

Ο Ολλανδός τεχνικός, Τζον Φαν’ τ Σιπ μίλησε για την εμπειρία του στην εθνική ομάδα αλλά και για το τέλος της συνεργασίας των δύο πλευρών.

Τζον Φαν’τ Σιπ: «Εμείς δεν θέλαμε να παίξουμε το ποδόσφαιρο της ομάδας του Ρεχάγκελ»

Ο Φαν’τ Σιπ μίλησε στην πατρίδα του για το «διαζύγιο» με την ΕΠΟ, την εμπειρία του με την Εθνική ομάδα αλλά και την Ελλάδα του 2004 και τον Ότο Ρεχάγκελ.

Αναλυτικά οι δηλώσεις του:

«Ολοκλήρωσα μία πολύ ωραία περίοδος της καριέρας μου. Εγώ και ο Βίντερ ήρθαμε στην Εθνική Ελλάδας όταν τα πράγματα στην ομάδα δεν πήγαιναν καλά. Το ελληνικό ποδόσφαιρο βρίσκεται σε μία καθοδική πορεία συγκριτικά με όσα πετύχαινε η ομάδα μέχρι το 2014, αλλά καταφέραμε να φέρουμε στην ομάδα νέο αίμα.

Το μέλλον της Εθνικής Ελλάδας μοιάζει πλέον πολύ καλύτερο. Προοδευτικά μπορεί μόνο να πάει καλύτερα. Εμείς κάναμε αυτό που πιστεύαμε ότι έπρεπε να γίνει για το καλύτερο της ομάδας και στο τέλος το πιο σημαντικό πράγμα είναι ότι παίρναμε αποτελέσματα και είχαμε ξανά χαρούμενους ποδοσφαιριστές. Οι παίκτες ήταν ξανά πολύ χαρούμενοι να αγωνίζονται για την Εθνική Ελλάδας και αυτό δεν συνέβαινε πριν, η κατάσταση ήταν πολύ διαφορετική», δήλωσε αρχικά ο Φαν’τ Σιπ.

Για τη σύγκριση με την ομάδα του Euro 2004 και τον ολλανδικό τρόπο παιχνιδιού: «Στην Ελλάδα γρήγορα σε συγκρίνουν με τον Ότο Ρεχάγκελ και την ομάδα του, η οποία κατέκτησε το Euro 2004, αλλά εμείς δε θέλαμε να παίξουμε τέτοιου είδους ποδόσφαιρο και προτιμήσαμε να ακολουθήσουμε το δικό μας αγωνιστικό πλάνο.

Πολλοί έλεγαν και έγραφαν ότι η Εθνική Ελλάδας, η οποία έπαιζε ποδόσφαιρο με τον δικό μας τρόπο, ήταν η καλύτερη ομάδα που είχε η χώρα μετά από την κατάκτηση του Euro. Αυτά ήταν κάποια πολύ όμορφα κομπλιμέντα, αλλά προφανώς αυτά που μετράνε πάνω από όλα είναι τα αποτελέσματα».

Για την… αποτυχία στο Παγκόσμιο Κύπελλο: «Ο στόχος που είχαμε με την Εθνική Ελλάδας ήταν να βρεθούμε στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου και είναι κρίμα που δεν τα καταφέραμε να τον πετύχουμε. Δείξαμε, ωστόσο, ότι δεν είμαστε κατώτερη ομάδα από τη Σουηδία και ότι μπορούμε να βάλουμε δύσκολα στην Ισπανία. Ο κόσμος το είδε αυτό. Δεν ήμασταν ακόμα στο επίπεδο που έπρεπε για να αγωνιστούμε στο Παγκόσμιο Κύπελλο.

Για το βασικό πρόβλημα του ελληνικού ποδοσφαίρου που «πληγώνει» την Εθνική Ελλάδας: «Οι νεαροί Έλληνες παίκτες δεν προστατεύονται καθόλου, καθώς οι ελληνικές ομάδες προτιμούν να χρησιμοποιούν ξένους παίκτες. Είναι κάτι που διαπίστωσαν και στην ελληνική ομοσπονδία, αλλά αυτοί που πρέπει να κάνουν κάτι για αυτό είναι οι ίδιοι οι σύλλογοι στην Ελλάδα. Αυτό είναι δύσκολο να συμβεί, καθώς οι μεγάλες ομάδες ασκούν μεγάλη επιρροή στο ποδόσφαιρο. Αν άλλαζαν κάποιους κανόνες προς αυτή την κατεύθυνση θα μπορούσαν να επωφεληθούν πολύ από αυτό οι Έλληνες παίκτες και η Εθνική ομάδα της Ελλάδας».

Για το πώς ήρθε τελικά το «διαζύγιο» με την Εθνική Ελλάδας: «Στην πραγματικότητα τόσο η δική μας πλευρά όσο και αυτή της ΕΠΟ θέλαμε να συνεχίσουμε μαζί και αυτό που κατάλαβα είναι πως θα συζητούσαμε για το νέο συμβόλαιο μετά το τέλος των προκριματικών του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ωστόσο, ξαφνικά, άρχισαν να παίζουν ρόλο κι άλλα πράγματα. Ξαφνικά έπρεπε να περιμένουμε την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου και νιώσαμε ότι αλλάζουν τα πράγματα με την εμπιστοσύνη στο πρόσωπο μας, η οποία ήταν κάτι σημαντικό για να συνεχίσουμε να δουλεύουμε. Στη συνέχεια αποφασίσαμε να σταματήσουμε να εργαζόμαστε για την Εθνική Ελλάδας».

Για όσα κρατάει από την εμπειρία στην Ελλάδα: «Όταν μετά από δύο χρόνια δουλειάς στην Εθνική Ελλάδας πρέπει να περιμένεις… Μας είπαν ότι ήταν κάτι που αφορά εσωτερικά θέματα στο ελληνικό ποδόσφαιρο, αλλά νιώσαμε ότι ήταν έτσι. Πέρασε αρκετός καιρός και δε νιώσαμε καθόλου καλά. Θέλαμε να νιώθουμε 100% αυτοπεποίθηση για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε τη δουλειά μας, αλλά δεν νιώθαμε έτσι και στη συνέχεια είχαν προκύψει προβλήματα συγκριτικά με την πρώτη συμφωνία που είχαμε. Στη συνέχεια μπορεί να είπαν και στη δήλωση τους ότι θα ήθελαν να συνεχίσουν μαζί μας, αλλά τώρα κοιτάμε μπροστά.

Δε θέλω να κρατάω τα αρνητικά από αυτή την εμπειρία στην Ελλάδα, γιατί αλήθεια δεν ένιωσα καθόλου έτσι. Οι άνθρωποι εστιάζουν στα αρνητικά συνήθως και στους λόγους που δε συνέχισα στην Εθνική Ελλάδας, αλλά αυτό είναι μόνο ένα μικρό μέρος αυτής της ιστορίας. Πέρασα υπέροχες στιγμές στην Ελλάδα και αυτό το κομμάτι της εμπειρίας μου θέλω να μοιράζομαι».