Η επιστροφή των... ασώτων και του «μοντέλου» Σάντος!

Η έλευση του Γκουστάβο Πογέτ σηματοδοτεί την επαναπροσέγγιση Εθνικής Ελλάδος με τους Μανωλά, Παπασταθόπουλο, Σιόβα, αλλά και την επάνοδο σε εκλέκτορες με προϋπηρεσία στο Ελληνικό ποδόσφαιρο, στο πρότυπο του Φερνάντο Σάντος.

Η επιστροφή των... ασώτων και του «μοντέλου» Σάντος!

Η παρθενική συνέντευξη Τύπου του Γκουστάβο Πογέτ ως εκλέκτορα της Εθνικής Ελλάδας δεν ήταν τόσο «γνωριμίας», με τους εγχώριους εκπροσώπους του Τύπου, αφού τι ...καπνό φουμάρουν ήξερε ο - χαρακτηριζόμενος από ποδοσφαιρική οξυδέρκεια από την εποχή που αγωνιζόταν (στο κορυφαίο επίπεδο, όπως μαρτυρά η πορεία του σε Ρίβερ Πλέιτ, Σαραγόσα, Τσέλσι και Τότεναμ, μεταξύ άλλων...)- Ουρουγουανός, απ’ όταν ήταν στην ΑΕΚ (2015-16).

Ούτε εθιμοτυπική, αλλά χρήσιμη για να προβεί στις προγραμματικές του δηλώσεις για το πως σκοπεύει να πορευθεί στην «ηλεκτρική καρέκλα», που συνιστά η τελευταία στην άκρη του πάγκου της Εθνικής Ελλάδας, από το καλοκαίρι του 2014.

Όταν τερματίστηκε η συνεργασία της ΕΠΟ με τον Φερνάντο Σάντος...

Ο Νοτιαμερικάνος είναι ο έβδομος τεχνικός σ’ αυτά τα 7,5 χρόνια που αναλαμβάνει την τεχνική ηγεσία της «γαλανόλευκης» με στόχο σε πρώτη φάση να μας κάνει να μην αναπολούμε τον Πορτογάλο προκάτοχο του...

Ο οποίος απολαμβάνει πρωτοφανή (αλλά ουχί ανεξήγητη...) αποδοχή στις τάξεις των Ελλήνων φιλάθλων.

Απείρως μεγαλύτερη απ’ όταν εργαζόταν εδώ.

Είτε στην Εθνική, είτε σε συλλογικό επίπεδο (ΑΕΚ, Παναθηναϊκός, ΠΑΟΚ)

Η σύγκριση με ότι ακολούθησε στον πάγκο της «γαλανόλευκης» και οι επιτυχίες του (Euro 2016, Nations League), στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της πατρίδας του, συνέβαλαν αποφασιστικά, ούτως ώστε ν’ αποτελεί διακαή πόθο της διοίκησης της ΑΕΚ για διάδοχος του Γιαννίκη, αλλά και «μοντέλο» για την ΕΠΟ, ούτως ώστε να βρει κάποιον με τα «χαρακτηριστικά» του...

Κι η επιλογή Πογέτ συνιστά επιστροφή στο μοντέλο Σάντος.

Ήτοι σε εκείνο που θέλει τον ομοσπονδιακό τεχνικό να έχει προϋπηρεσία στο Ελληνικό ποδόσφαιρο.

Γιατί μετά το «διαζύγιο» με τον Πορτογάλο υπάρχουν δύο αντίροπα «ρεύματα» εντός της Ομοσπονδίας.

Ένα που λέει ότι ο προπονητής θα πρέπει να μην έχει καμιά σχέση με τον μικρόκοσμο του Ελληνικού ποδοσφαίρου, φέρνοντας ως παράδειγμα τον κορυφαίο (βάσει αποτελεσμάτων αναμφισβήτητα...) εκλέκτορα της, στα χρονικά, Ότο Ρεχάγκελ.

Μ’ αυτό το σκεπτικό προσλήφθηκαν Ρανιέρι, Σκίμπε και Φαν’ τ Σιπ, αλλά ουδείς κατάφερε όχι μόνο να συγκριθεί με τον «Βασιλιά Ότο», αλλά, έστω, να κάνει το παιχνίδι της Εθνικής κατά τι ελκυστικότερο.

Ίσως μόνο ο Ολλανδοκαναδός. Κι εκείνος περιστασιακά.

Το έτερο «ρεύμα» υποστηρίζει το αντίθετο: πως ο ομοσπονδιακός, δηλαδή, πρέπει να είναι ...Ελληνοθρεμένος, φέρνοντας ως παράδειγμα τα επιτεύγματα του Φερνάντο Σάντος που, στην τετραετία 2010-14, κατάφερε να διατηρήσει σε υψηλό επίπεδο την Εθνική, οδηγώντας την στα τελικά του Εuro (2012) και του Μουντιάλ (2014).

Παρεμπιπτόντως από τότε και τη Βραζιλία παρακολουθούμε τις μεγάλες διοργάνωσεις από... τηλεοράσεως, παρά τις ευνοϊκές κληρώσεις που κληρονομήσαμε (από την χρυσή δεκαετία που προηγήθηκε), ή την προσθήκη της 2ης ευκαιρίας που συνιστά το Nations League...

Στην προσπάθεια ανεύρεσης του ...νέου Σάντος ήρθαν οι Σέρχιο Μαρκαριάν και Άγγελος Αναστασιάδης (πλην του υπηρεσιακού Κώστα Τσάνα) και πάλι ...χαϊρι δεν είδαμε, παρότι η αγωνιστική τους φιλοσοφία τους ήταν παραπλήσια του Ίβηρα.

Το αν η επιλογή Πογέτ (που στις εξαγγελίες του θύμισε φιλοσοφία Σάντος...) θα είναι επιτυχημένη, στην παρθενική του εμπειρία σε πάγκο εθνικής ομάδας (όπως ήταν και του Πορτογάλου, άλλωστε, εδώ...) θα το δείξει ο χρόνος, αλλά το πρώτο δείγμα της ενωτικής εξαγγελίας του ότι δεν κλείνει τις πόρτες της εθνικής στους ...ασώτους υιούς Μανωλά, Παπασταθόπουλο και Σιοβα είναι, σίγουρα, ενθαρρυντικό.

Όχι μόνο για την αξία των συγκεκριμένων παικτών, αλλά για το μήνυμα συσπείρωσης που στέλνει.

Κανείς δεν περισσεύει στην προσπάθεια ανοικοδόμησης.

Εννοείται ούτε το φίλαθλο κοινό, που καλείται να στηρίξει, άνευ όρων, το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, αντί να περιμένει επιτυχίες...