Επιστροφή στις «ρίζες» για Λοπετέγκι
Μία αναδρομή στην καριέρα του Ισπανού, από τα πρώτα του βήματα ως τερματοφύλακας στη Ρεάλ Μαδρίτης ως την επιστροφή του στη «βασίλισσα» αυτή τη φορά για τη θέση του προπονητή
Ο Τζουλέν Λοπετέγκι έμελλε τελικά να είναι ο εκλεκτός της Ρεάλ Μαδρίτης για τη θέση του διαδόχου του Ζινεντίν Ζιντάν στην τεχνική ηγεσία της ομάδας. Ο 51χρονος προπονητής της εθνικής ομάδας της Ισπανίας αποδέχτηκε την πρόταση της «βασίλισσας» για να καθίσει στον πάγκο της για τα επόμενα τρία χρόνια, ωστόσο, όπως αποδείχτηκε, η εξέλιξη αυτή έμελλε να έχει άμεσο αντίκτυπο στην καριέρα του στους «φούριας ρόχας», καθώς μόλις μέρα πριν την έναρξη του Παγκοσμίου Κυπέλλου απολύθηκε από το πόστο του.
Αυτή, πάντως, δεν θα είναι η πρώτη φορά που ο Λοπετέγκι εντάσσεται στο δυναμικό της «βασίλισσας». Κατά τη διάρκεια της ποδοσφαιρικής του καριέρας ως τερματοφύλακας είχε φορέσει τα «λευκά» της «βασίλισσας» και παρότι στη συνέχεια μετακόμισε και στην «αιώνια» αντίπαλο, τη Μπαρτσελόνα, επέστρεψε στο σύλλογο της Μαδρίτης μερικά χρόνια αργότερα ως προπονητής αυτή τη φορά για να αναλάβει τη δεύτερη ομάδα των «μερένχες». Τελικά από αυτό το καλοκαίρι θα καθίσει πια και στον πάγκο της πρώτης ομάδας. Ακολουθεί μία αναδρομή στην καριέρα του Τζουλέν Λοπετέγκι…
Ολυμπιακός: Κινήσεις επίθεσης από την αρχή χωρίς τέλος
Η φανέλα των δύο «αιωνίων» και η μάχη με τον… μπαμπά Μπουσκέτς
Γεννήθηκε στις 28 Αυγούστου του 1966 και έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στις ακαδημίες της Ρεάλ Σοσιεδάδ, πριν μετακομίσει στη δεύτερη ομάδα της Ρεάλ Μαδρίτης το 1985 σε ηλικία 19 χρόνων. Στην Καστίγια έμεινε τρία χρόνια και πραγματοποίησε συνολικά 61 εμφανίσεις κάτω από τα δοκάρια της ομάδας, ενώ το 1988 ήρθε η μεγάλη στιγμή για τον ίδιο να προβιβαστεί στην πρώτη ομάδα της «βασίλισσας». Παραχωρήθηκε δανεικός για έναν χρόνο στην Λας Πάλμας και αφού επέστρεψε στο έμψυχο δυναμικό των «μερένχες» αγωνίστηκε σε μόλις έναν παιχνίδι της ομάδας, η οποία είχε ήδη εξασφαλίσει τον τίτλο στην Πριμέρα Ντιβιζιόν. Ήταν το ισόπαλο 3-3 με την συμπολίτισσα Ατλέτικο.
Το 1991 αποφάσισε να γυρίσει «σελίδα» στην καριέρα του υπογράφοντας συμβόλαιο συνεργασίας με την Λογρονιές και το 1994 παρότι κουβαλούσε στις πλάτες του μία πορεία με τα χρώματα της Ρεάλ, αποφάσισε να μετακομίσει στην «αιώνια» αντίπαλο των «μερένχες», τη Μπαρτσελόνα, από την οποία μόλις είχε αποχωρήσει ο Θουμπιθαρέτα με προορισμό τη Βαλένθια.
Ο Λοπετέγκι πάλεψε σκληρά για τη θέση του βασικού τερματοφύλακα στους «μπλαουγκράνα», ωστόσο όσο κι αν προσπάθησε δεν κατάφερε τελικά να πετύχει το στόχο του. Ο Κάρλες Μπουσκέτς, πατέρας του νυν άσου της Μπάρτσα Σέρχιο, ήταν αυτός που προτιμήθηκε για το αρχικό σχήμα και ο Λοπετέγκι στα τρία χρόνια της θητείας του στο σύλλογο πρόλαβε να αγωνιστεί σε μόλις πέντε αναμετρήσεις της ομάδας. Έχοντας κατακτήσει με τους «μπλαουγκράνα» το ισπανικό Σούπερ Καπ το 1994, πέρασε φεύγοντας τις πύλες του Καμπ Νόου και επόμενος «σταθμός» του ήταν η Ράγιο Βαγιεκάνο στην οποία ολοκλήρωσε τελικά και την ποδοσφαιρική του καριέρα το 2002.
Στροφή στην προπονητική και οι πρώτοι τίτλοι
Έχοντας «κρεμάσει» τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια του 2002 ο Λοπετέγκι δεν έμεινε για πολύ μακριά από τους αγωνιστικούς χώρους. Μόλις έναν χρόνο αργότερα ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα αναλαμβάνοντας πόστο στο προπονητική τιμ της εθνικής ομάδας της Ισπανίας κάτω των 17 ετών. Το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της χώρας έφτασε εκείνη τη χρονιά ως τον τελικό του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος στα γήπεδα της Πορτογαλίας, αλλά ηττήθηκε στον τελικό της διοργάνωσης από τους διοργανωτές, στους οποίους αγωνίζονταν τότε παίκτες όπως ο Βιεϊρίνια, που βρίσκεται πλέον στον ΠΑΟΚ, αλλά και ο Πάουλο Μασάδο που έπαιξε στη χώρα μας με τη φανέλα του Ολυμπιακού.
Μετά το τέλος της διοργάνωσης επέστρεψε στη Ράγιο Βαγιεκάνο που βρισκόταν τότε στην Σεγκούντα Ντιβιζιόν για να καθίσει αυτή τη φορά στον πάγκο της, αλλά απολύθηκε από το πόστο του έπειτα από δέκα μόλις παιχνίδια (σ. ο σύλλογος τερμάτισε τελικά στην προτελευταία θέση και υποβιβάστηκε). Ο Λοπετέγκι αφού εργάστηκε ως αθλητικός σχολιαστής στο Μουντιάλ του 2006 στη Γερμανία γύρισε το 2008 στη Μαδρίτη και ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της δεύτερης ομάδας της Ρεάλ Μαδρίτης. Στην Καστίγια παρέμεινε μόλις έναν χρόνο κι έπειτα συνέχισε την προπονητική του καριέρα στις «μικρές» ομάδες της εθνικής Ισπανίας από το 2010 ως το 2014.
Ως προπονητής της Ισπανίας κάτω των 19 ετών οδήγησε το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της χώρας στην κατάκτηση του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος το 2012 κόντρα στην Εθνική μας ομάδα, ενώ έναν χρόνο αργότερα κατέκτησε το ίδιο τρόπαιο και με αντίστοιχη κάτω των 21 χρόνων στον τελικό με αντίπαλο την Ιταλία. Τον Απρίλη του 2014 το συμβόλαιό του με την Ομοσπονδία ολοκληρώθηκε και αποφάσισε να αποδεχτεί την πρόταση της Πόρτο.
Η απογοητευτική πορεία στην Πόρτο και η επιστροφή στην Ισπανία
Από το πρώτο του κιόλας καλοκαίρι στους «δράκους» πρόσθεσε στο δυναμικό της πορτογαλικής ομάδας επτά Ισπανούς ποδοσφαιριστές κι έφτασε ως τα προημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ όπου αποκλείστηκε από τη Μπάγερν Μονάχου, χάνοντας μάλιστα στη ρεβάνς του Μονάχου από τους Βαυαρούς με 6-1. Ολοκλήρωσε τελικά την πρώτη του σεζόν στο σύλλογο δίχως να κατακτήσει κάποιο τρόπαιο, ενώ την επόμενη περίοδο απολύθηκε από τη θέση του, «πληρώνοντας το μάρμαρο» για τα αρνητικά αποτελέσματα της ομάδας τόσο στις εγχώριες διοργανώσεις όσο και στην Ευρώπη.
Όπως αποδείχτηκε, δεν άργησε να βρει νέα προπονητική «στέγη». Μόλις λίγους μήνες αργότερα, η ισπανική Ομοσπονδία τον κάλεσε για ακόμα μία φορά να αναλάβει το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της χώρας, αλλά αυτή τη φορά την ανδρική ομάδα της χώρας αντικαθιστώντας τον Βιθέντε Ντελ Μπόσκε. Στα δύο χρόνια της παρουσίας του στον πάγκο των «φούριας ρόχας» έδειξε το δρόμο στην εθνική ομάδα για την πρόκριση στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Ρωσίας. Μία μέρα όμως πριν την έναρξη του τουρνουά απολύθηκε, λόγω της συμφωνίας του με τη Ρεάλ Μαδρίτης.