Τζιοβάνι: Γεννημένος στην... Καστέλλα στις 4 Φεβρουαρίου του 1972

Σαν σήμερα, στις 4 Φεβρουαρίου του 1972, ήρθε στη ζωή ο Τζιοβάνι Σίλβα ντε Ολιβέιρα. Οι οπαδοί της Σάντος τον βάφτισαν "Μεσσία". Έτσι λατρεύτηκε και στον Ολυμπιακό...

Τζιοβάνι: Γεννημένος στην... Καστέλλα στις 4 Φεβρουαρίου του 1972

H ποδοσφαιρική διαστροφή κάθε φιλάθλου

Ο Τζιοβάνι Σίλβα ντε Ολιβέιρα έδωσε «σάρκα και οστά» στα πιο διαστροφικά όνειρα των ποδοσφαιρόφιλων. Όσοι είχαμε την τύχη να τον παρακολουθήσουμε από κοντά, μπορούμε να δικαιολογήσουμε γιατί μνημονεύεται και θα μνημονεύεται για χρόνια από τους φιλάθλους του Ολυμπιακού. Ο Βραζιλιάνος βιρτουόζος της μπάλας δεν ήταν απλά ένας ποδοσφαιριστής, ήταν ένας συναισθηματικός καλλιτέχνης, που με το λατινοαμερικάνικο ταμπεραμέντο του και την ποδοσφαιρική του ευφυΐα και διαστροφή μάς ανάγκαζε να πληρώνουμε εισιτήριο για να παρακολουθούμε από κοντά τα έργα τέχνης του.

Ακόμα και σήμερα παραμένει ένας από τους κορυφαίους ξένους που φόρεσαν τη φανέλα του Ολυμπιακού. Αγαπήθηκε όσο λίγοι, έγινε σύνθημα στα χείλη των φίλων της ομάδας και ο χωρισμός επιβεβαίωσε το γεγονός ότι η λύπη είναι πιο δυνατό συναίσθημα από τη χαρά. Οι εικόνες, όμως, και οι αναμνήσεις που έχει ο φίλαθλος κόσμος τον καθιστούν ένα από τα ποδοσφαιρικά «τοτέμ» που φόρεσαν την ερυθρόλευκη ριγωτή φανέλα.

Ο Τζιοβάνι είχε την τύχη να μην γεννηθεί και να μεγαλώσει σε φτωχό οικογενειακό περιβάλλον, άρα να μη γνωρίσει τον εφιάλτη της φτώχειας, της μιζέριας και της παραβατικότητας που βίωναν (και βιώνουν) πολλοί συμπατριώτες του. Κάποιοι, πολλοί, από αυτούς έβλεπαν το ποδόσφαιρο ως μέσον διαφυγής από τη σκληρή πραγματικότητα και ως εισιτήριο για μια αξιοπρεπή ζωή, των ίδιων και των οικογενειών τους. Ο Τζιοβάνι γεννήθηκε με το ποδόσφαιρο μέσα του. Το ζήσαμε στην Μπαρτσελόνα, αλλά η ευλογία για όσους αγαπάμε το θεαματικό ποδόσφαιρο ήταν η 8η Ιουλίου του 1999, όταν και ανακοινώθηκε η μεταγραφή του στον Ολυμπιακό. Δεν ήταν η εποχή του Ίντερνετ και της άμεσης-εύκολης πληροφορίας. Πολλοί δεν είχαν ακριβή εικόνα για το μέγεθος της μεταγραφής, αλλά πείστηκαν εκεί που οφείλει να τους πείθει ένας ποδοσφαιριστής: στο γήπεδο.

Ο Πελέ και ο Τζιοβάνι

Αυτό ήταν το πειστήριο. Ακόμα και για τον Πελέ, ο οποίος βλέποντας τον Τζιοβάνι στα 22 του έβαλε χρήματα από την τσέπη του –όπως θρυλείται– για να τον πάει στη Σάντος. Εκεί φοράει τη βαριά φανέλα με το «10» και με 17 γκολ σε 25 ματς παίρνει την επόμενη χρονιά μεταγραφή στην Μπαρτσελόνα. Η Σάντος προσπαθούσε να επανέλθει στην κορυφή και στους ημιτελικούς ο Τζιοβάνι είχε βάψει τα μαλλιά του κόκκινα, σε ένδειξη πίστης στον σύλλογο. Η πρόκριση στον τελικό ήρθε, αλλά όχι και ο τίτλος. Η αποτυχία δεν πτόησε τους φίλους της ομάδας, οι οποίοι τον αποκαλούσαν «Μεσσία». Δεν είναι τυχαίο, που ακόμα και σήμερα η Σάντος θεωρεί ότι οι μεγαλύτερες ποδοσφαιρικές μορφές που έχουν φορέσει τη φανέλα της είναι ο Πελέ και ο Τζιοβάνι.

Ας είναι καλά ο «Χίτλερ» Φαν Γκάαλ

Στο «Καμπ Νου» συναντά την πρώτη χρονιά τον συμπατριώτη του Ρονάλντο και την επομένη τον Ριβάλντο. Την τρίτη του σεζόν στην Μπαρτσελόνα, ο τότε προπονητής των «μπλαουγκράνα», Φαν Γκάαλ, ζητάει από τον Τζιοβάνι να αγωνιστεί μέχρι και ως αμυντικό χαφ. Ο Βραζιλιάνος τού απάντησε ότι είναι αδύνατο να αγωνιστεί σε κάτι λιγότερο από 10άρι ή επιθετικός και ο Ολλανδός τού δείχνει την εξέδρα. «Αποπέμφθηκε η χαρά των φιλάθλων» έγραφε τότε ο καταλανικός Τύπος. Λίγο αργότερα ο παίκτης δήλωνε: «Για τους Βραζιλιάνους ποδοσφαιριστές ο Φαν Γκάαλ είναι σαν τον Χίτλερ. Ψηλομύτης, περήφανος και εριστικός». Το καλοκαίρι του 1999 φημολογείται η –μετέπειτα οριστική– συμφωνία του Ολυμπιακού με τον Τζιοβάνι, που σήμανε συναγερμό στα δημοσιογραφικά γραφεία. Όλος αυτός ο «θόρυβος» περνάει στον κόσμο, που κατακλύζει το αεροδρόμιο για να τον υποδεχθεί. Ο Τζιοβάνι, βλέποντας το πλήθος να παραληρεί, βγήκε σαστισμένος, μπήκε στο αμάξι και πήγε στον Αστέρα Βουλιαγμένης. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί αυτό που θα ακολουθούσε...

Γεννημένος στην... Καστέλα

Γεννημένος στην... Καστέλα το 1972, ο Τζιοβάνι έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στα... Βοτσαλάκια. Το 1999 φόρεσε τη φανέλα του Ολυμπιακού και έγινε ο μοναδικός λόγος ώστε να πάει κάποιος αυγουστιάτικα στο ΟΑΚΑ, για να δει αγώνα Κυπέλλου με την Καλαμάτα. Ο μεγαλύτερος βιρτουόζος της μπάλας, που ζήσαμε οι 40άρηδες. Και ποδοσφαιρική αλητεία είχε. Και άψογος οικογενειάρχης ήταν – και είναι. Μεγάλη ψυχή, μεγάλη καρδιά. Με πίστη στους ανθρώπους, τη ζωή, την μπάλα και τον Θεό». Τα δάκρυά του για τον Ολυμπιακό σε ζωντανή ραδιοφωνική εκπομπή και το μήνυμα με μαρκαδόρο πάνω στην μπλούζα του («Σε ευχαριστώ Θεέ μου, που οι φίλαθλοι του Ολυμπιακού είναι μέρος της ζωής μου. Σας αγαπώ πολύ») στο «Καυταντζόγλειο», μετά την κατάκτηση του τίτλου το 2005, είναι το εικονοστάσι για τους οπαδούς που τον λάτρεψαν σαν θεό.

Χρόνια πολλά μάγε!