Η Θύρα 7, τα 40 χρόνια, η ζωή που δεν έζησαν...

Πέρασαν 40 χρόνια από τις 8-2-1981. Περνούν γρήγορα; Πέρασαν αργά; Είναι, πάντως, μια ολόκληρη ζωή που εκείνοι δεν έζησαν...

Η Θύρα 7, τα 40 χρόνια, η ζωή που δεν έζησαν...

Θυμάμαι πιο πολύ την επόμενη μέρα. Το πρωί. Στο σχολείο. Είχα πάρει το «ΦΩΣ» πρωί πρωί, στο δρόμο για το σχολείο. Ήταν το 6-0 πολύ εκθαμβωτικό και ήθελα να κάνω πλάκα στους συμμαθητές μου που υποστήριζαν την άλλη ομάδα. Έκτη Δημοτικού. Δεν είχα καταλάβει. Δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω ακριβώς (για)τι είχε συμβεί. Είχα κολλήσει την εφημερίδα στον πίνακα της τάξης. Με μάλωσαν κάποιοι. Και ο δάσκαλος. Ήξερα κατά βάθος ότι αυτό που είχε συμβεί ήταν κάτι πολύ σπουδαιότερο. Αλλά ήμουν παιδάκι. Η συμμαθήτριά μου, η Μαρίλη, ο πρώτος έρωτας της ζωής μου, συνέχισε να με κοιτάζει όπως πάντα. Με τρυφερότητα μου είχε πει, παιδάκι κι εκείνη, ότι δεν πειράζει. Έκανες ένα λάθος. Δικαιούσαι να είσαι χαρούμενος και ενθουσιασμένος.

Ο πατέρας μου. Ολυμπιακός, η πρώτη λέξη που μου έμαθε. Μου εξηγούσε για καιρό πόσο άδικο ήταν αυτό που είχε συμβεί. Πόσο πόνο ένιωθαν οι γονείς. Οι συγγενείς. Πόσο ανεξήγητο ήταν. Και τα χρόνια κυλούσαν. Γυμνάσιο, Λύκειο. Κάθε χρόνο, στις 8 Φλεβάρη, όλο και περισσότερο καταλάβαινα.

Οι Πανελλήνιες. Ο θρίαμβος στο Ευρωμπάσκετ. Η Νομική. Η απόφαση ότι θέλω να γίνω αθλητικογράφος. Η παρουσία στο μνημόσυνο κάθε χρονιά. Με τη φωνή μαζί με τα άλλα παιδιά για «τα αδέρφια που ζουν και μας οδηγούν». Και στο γήπεδο για το «Θρύλε, θυμήσου πρωταθλητή σε θέλουνε ακόμα κι οι νεκροί σου». Έγινε πλέον παρουσία κάθε χρόνο, με άλλο τρόπο. Με την ίδια συγκίνηση, τα ίδια δάκρυα, αλλά με την ευθύνη να γράψω στην εφημερίδα για τους επίσημους, για τα στεφάνια, για τον πόνο των δικών τους ανθρώπων που όσο κι αν περνούσε ο καιρός, ποτέ δεν περνούσε. Πώς να περάσει;

Ο Ολυμπιακός άρχισε να παίρνει ξανά τα πρωταθλήματα, το ένα πίσω από το άλλο. Κι αφού πρώτα, στο ξεκίνημα της αθλητικογραφίας για μένα, ο Ρέντης είχε γίνει μέρος ζωής. Με δυσκολίες και πίκρες, μέχρι να σταθεροποιηθεί μια κατάσταση, να πάψουν τα πέτρινα χρόνια, να γίνει πάλι πολύ δυνατή η ομάδα. Πάνω στις μάντρες για να δούμε τις προπονήσεις, να γράψουμε. Φιλίες δυνατές ακόμη και σήμερα, με παίκτες, με στελέχη, με ανθρώπους που αγάπησαν τον Ολυμπιακό. Κυνηγητά, φασαρίες, αδικίες. Και χρόνια όμορφα, με διασκέδαση, με νιάτα, με ξενύχτια, με δουλειά, με έρωτες, με απογοητεύσεις, με επιτυχίες, με χτίσιμο μιας ζωής. Δικαιούσαι να ονειρεύεσαι για τη ζωή σου. Έχασα τον δικό μου πατέρα το 1996. Λίγο πριν από τον πρώτο τίτλο από τους μαζεμένους που ακολούθησαν και συνεχίζουν να έρχονται...

Και μετά ταξίδια. Με την ομάδα. Με λάμψη σε όλα τα γήπεδα της Ευρώπης. Με τους καλύτερους δημοσιογράφους της γενιάς, στον ίδιο χώρο. Κάθε μέρα, τότε στον Φλας. Με φίλους, αληθινούς ή όχι. Μέσα στη ζωή. Με καταξίωση, με χρήματα, με ανέλιξη, με επαγγελματικές γνωριμίες. Με τον Ολυμπιακό πρώτο.

Κι ύστερα ο γάμος, το παιδί μου. Το δικό μου παιδί. Γέννηση. Χαρά. Ολοκλήρωση. Ένας δικός σου άνθρωπος στον κόσμο. Μικρούλης, να σου δίνει τέτοια ευτυχία. Απόλυτη ευτυχία. Και ευθύνη. Και άλλες αγωνίες. Μα ζωή. Δικαιούσαι να ζεις αυτή τη ζωή. Κι ο θρίαμβος της Ελλάδας στην Πορτογαλία, η υπερηφάνεια, ο κόσμος στους δρόμους, οι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Αθήνα. Δουλειά. Από το πρωί μέχρι το άλλο πρωί. Και το Καραϊσκάκη νέο, σύγχρονο, μοντέρνο. Με τη θέση τους πάντα εκεί. Στα νέα καθίσματα, στη νέα εξέδρα. Κάθε 8η Φλεβάρη να είναι η δική τους μέρα, επειδή η ομάδα τους δεν τους ξέχασε ποτέ κι ούτε πρόκειται. Να ζουν μέσα από τον Ολυμπιακό, αλλά να αναρωτιέσαι πάντα αν αυτό είναι αρκετό...

Και το παιδί σου να μεγαλώνει, να πηγαίνει σχολείο, να του μαθαίνεις τη λέξη «Ολυμπιακός», να καταλαβαίνεις πώς μπαίνει σε μια ψυχή και πόσο έντονα επηρεάζει συναισθήματα και ιδανικά αυτό που κι εσύ είχες γίνει από κάποιον άλλον. Και μετά κρίση, άγχη, χωρισμοί, προβλήματα, αγώνας να τα ξεπεράσεις, να είσαι εκεί που πρέπει όταν πρέπει. Και να μεγαλώνεις. Και κάθε 8 Φλεβάρη να μην είσαι πλέον πάντα στο μνημόσυνο, αλλά να νιώθεις ότι πάντοτε είσαι και ποτέ δε θα λείπεις.

Κι ο Ολυμπιακός να συνεχίζει να είναι ψηλά. Και να δυναμώνει κι άλλο. Να αντέχει σε όλα. Να μαζεύει τίτλους και να διακρίνεται στα ξένα γήπεδα. Κι εσύ να μιλάς στο ραδιόφωνο και να γράφεις στην εφημερίδα, στο σάιτ και να έχεις μεγαλώσει, αλλά κάθε φορά να είναι σαν την πρώτη φορά. Και να μην κουράζεσαι από αυτό που σε κάνει πάντοτε να ξεκουράζεσαι και να νιώθεις τυχερός που απολαμβάνεις τη δουλειά σου και τους ανθρώπους σου. Και που το γήπεδο είναι μέρος της ζωής σου, γιατί ζεις τη ζωή σου...

Δικαιούσαι να ζεις. Και να είσαι ενθουσιασμένος. Η Μαρίλη «έφυγε» φέτος, πριν από λίγο καιρό. Εκείνη σκέφτηκα, τα δικά της λόγια, όταν το μεσημέρι της Κυριακής έφτανα στο γήπεδο και είδα τα στεφάνια έξω από τη Θύρα 7, στο μνημείο. Και τα παιδιά που με τις μάσκες προχωρούσαν για να γίνει και φέτος η καθιερωμένη εκδήλωση. Παρά την πανδημία, τους περιορισμούς και τις απαραίτητες απαγορεύσεις. Τα παιδιά της Θύρας 7 που ήταν εκεί για να φωνάξουν ξανά «αδέρφια ζείτε». Τους ανθρώπους του Ολυμπιακού που ήταν εκεί για να θυμίσουν, 40 χρόνια μετά, ότι ποτέ και κανείς δεν θα ξεχάσει.

40 χρόνια. Περνούν γρήγορα; Περνούν αργά; Ο καθένας μας, από εκείνη την γενιά και την παλιότερη, μπορεί να το απαντήσει. Γιατί ζει και ξέρει. Ξέρει τα δικά του χρόνια, τη δική του ζωή. Διαφορετική για τον καθένα. Αλλιώς φτιαγμένη, με άλλες συνθήκες, με άλλα όνειρα, με άλλες ιδέες. Με τον Ολυμπιακό ή με άλλη ομάδα ή χωρίς ομάδα. Αλλά ζωή. Κι εκείνοι οι 21 άνθρωποι είχαν δικαίωμα στη ζωή. Για όλα αυτά που εγώ σας περιέγραψα για τη δική μου κι εσείς ξέρετε για τη δική σας. Είχαν δικαίωμα.

Γι΄ αυτό θα πονάμε όσο ζούμε για εκείνους και για τους δικούς τους. Και γι΄αυτό δεν θα τους ξεχάσουμε ποτέ. Όσο ζούμε.

8-2-1981

8-2-2021