Θερβάντες, όπως λέμε Όμηρος!

Δεν μπορώ να φανταστώ τον σύγχρονο κόσμο χωρίς τον Θερβάντες όπως δεν θα μπορούσα να τον φανταστώ χωρίς το πετρέλαιο και τον ηλεκτρισμό.

Θερβάντες, όπως λέμε Όμηρος!

Με τον τρόπο του ο πληθωρικός αυτός Ισπανός, άνθρωπος του δεκάτου έκτου αιώνα και πολίτης μιας εποχής που ζητούσε καινούργιους κόσμους, επιβλήθηκε ως ο μοντέρνος Όμηρος. Με τον Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα εγκαινιάζεται στην ουσία το υπέροχο ταξίδι της νεωτερικότητας. Έκτοτε, πίσω από κάθε πρωτοπορία θα υπάρχει πάντα η σκιά του Μιγκέλ ντε Θερβάντες.

Ο Ισπανός μάγιστρος ήρθε για να φέρει στη λογοτεχνία όσα της έλειπαν: Την ανάλαφρη διάθεση, τον αυτοσχεδιασμό, την αμφισβήτηση του αφηγητή, την παραβίαση του χρόνου, τη λύτρωση από κάθε σχήμα σοβαροφάνειας και την επένδυση στην υψηλή τέχνη της σάτιρας που εκτείνεται από τη λεπτή ειρωνεία ως το σαρδόνιο γέλιο.

Φυσικά κάθε μεγάλη στιγμή της λογοτεχνίας ξεκινά με ένα κρούσμα παρωδίας και δεν υπάρχει δεινότερος παρωδός από τον Θερβάντες ο οποίος έπρεπε πρώτα να ανατρέψει την επική παράδοση και τα γλυκανάλατα ιπποτικά μυθιστορήματα. Στη θέση τους, ο δημιουργός του Δον Κιχώτη πρότεινε τη νέα μορφή του μυθιστορήματος ως φιλοσοφικού σχολίου πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη.

Η ρεαλιστική διαχείριση των ηρώων αλλά και ο υπερβατικός σχεδιασμός της πλοκής που περιφρονούσε κάθε είδους αληθοφάνεια οδήγησαν σ’ ένα συναρπαστικό αφήγημα, μείγμα μαγικού ρεαλισμού και ροκοκό αφήγησης. Η ρήξη με την πραγματικότητα δεν υποκρύπτει κάποια αδυναμία του συγγραφέα να διηγηθεί τις ιστορίες του. Η ψευδαίσθηση συνιστά μια μορφή αντίστασης απέναντι στον κοινότοπο ρεαλισμό. Η Θερβαντική γλώσσα είναι ένα πανηγύρι ιδεών που μας δίνονται με την ευλογία της απλότητας και της σαφήνειας.

Το υπαινικτικό, βαθιά ειρωνικό πνεύμα του συγγραφέα μαζί με το δισυπόστατο χιούμορ του δεν διαθέτει τίποτε το βαρυσήμαντο αλλά είναι μεστό και απολύτως σοβαρό. Ισορροπώντας στον αυτοσαρκασμό και στην ειρωνική διάθεση για τη φαιδρή, στομφώδη ανθρώπινη κοινωνία, ο Θερβάντες μας δίνει ένα μάθημα που θα μπορούσε να συνοψιστεί ως εξής: «Κακό είναι το περίσσιο, κακό και το λειψό!»

Ανάμεσα στα «καινά δαιμόνια» που εισάγει ο Ισπανός πρωτομυθιστοριογράφος στην τέχνη του λόγου είναι και οι πινελιές μεταμοντέρνου με τους ήρωες να έχουν οι ίδιοι διαβάσει ή ακούσει στο δεύτερο μέρος (γραμμένο δέκα χρόνια μετά) τα επεισόδια του πρώτου. Η λογοτεχνία αποτελεί κεντρική θεματική ιδέα του μυθιστορήματος, καθώς οι δονκιχωτικές ακροβασίες παρουσιάζονται ως αποτέλεσμα της ανάγνωσης ιπποτικών ιστοριών. Ζητούμενο αποτελεί επίσης και το πρόσωπο του αφηγητή με τον Θερβάντες να προβάλλει συχνά πυκνά στην σκηνή ενώ σε άλλες περιπτώσεις δανείζει αυτό τον ρόλο στον Μαυριτανό ιστοριογράφο Σίντε Χαμέτε Μπενεγκέλι.

Η «καφκική» αιχμαλωσία του Δον Κιχώτη στον ιδεολογικό ιστό, οι αγκυλώσεις και τα κίβδηλα πρότυπα, ο βαστάζος της πλοκής, ο Σάντσο Πάντσα, η Δουλτσινέα, ως αιθέρια φαντασίωση, ο αινιγματικός Άραβας ιστοριογράφος που υποτίθεται ότι συγγράφει την ιστορία του αφελούς ιδαλγού αλλά και ο βακαλάριος Σανσόν Καράσκο, το αμφίσημο νέο πρόσωπο στο δεύτερο μέρος, όλα αυτά μαζί αποτελούν εκρηκτικό μείγμα που όμοιό του δεν θα γνωρίσει η παγκόσμια λογοτεχνία.

Το επεισόδιο με τους ανεμόμυλους, οι γίγαντες της δονκιχωτικής φαντασίας, οι κάθε λογής εγκιβωτισμένοι μύθοι, οι άπειρες μεταμορφώσεις και μετατοπίσεις των πρωταγωνιστών γίνονται το μαγικό καλειδοσκόπιο μέσα από το οποίο βλέπουμε τον κόσμο ξανά και ξανά.

Η μετάφραση της Μελίνας Παναγιωτίδου αναθερμαίνει με την αρτιότητά της το ενδιαφέρον μας για το πιο μεγάλο βήμα της σύγχρονης αφήγησης

ΔΟΝ ΚΙΧΟΤΕ ΝΤΕ ΛΑ ΜΑΝΤΣΑ

Μετάφραση: Μελίνα Παναγιωτίδου

Εκδόσεις Εστία