Αχ βρε Μανώλη!

Αχ βρε Μανώλη!

Αναφερόμαστε στην ελληνική πεζογραφία και συνηθίζουμε να μετράμε από τον Παπαδιαμάντη και μετά. Στην πραγματικότητα αν αναζητήσουμε τον γενάρχη των πεζογράφων, θα πρέπει να πάμε λίγο πιο πίσω και να μιλήσουμε για τον Εμμανουήλ Ροΐδη. Ένα πράγμα είναι σίγουρο: Δύσκολα η ελληνική λογοτεχνία θα ξαναβρεί τόσο προικισμένο και άρτιο πεζογράφο. Ο λόγος του Ροΐδη πρωτίστως μυθιστορηματικός και οικουμενικός, έτσι όπως αποτυπώνεται στην «Πάπισσα Ιωάννα», συνοψίζει την παγκοσμιότητα του μυθιστορήματος στην εποχή του. Σήμερα το έργο αυτό, έργο που υπερβαίνει τα στενά όρια της νεοελληνικής γλώσσας ταξιδεύει αμέριμνο και αβοήθητο στις τέσσερις γωνιές της γης. Με δύο ακόμα τέτοια μυθιστορήματα ο Ροΐδης θα δημιουργούσε σχολή, όχι αστεία, και τα πλεονεκτήματα θα ήταν ορατά σήμερα στην εγχώρια λογοτεχνία. Επέστρεψε όμως ο άνθρωπος στην επαρχιακή Ελλάδα του 19ου αιώνα με τις γνωστές ίντριγκες και τις αγκυλώσεις της. Όντας ο ίδιος βαρήκοοος και ελαφρώς μισάνθρωπος κλείστηκε στον εαυτό του και συρρίκνωσε το ταλέντο του στρεφόμενος στην τέχνη του διηγήματος, στην οποία όμως δεν υπήρξε εξίσου προσφυής. «Η Ψυχολογία Συριανού Συζύγου» και τα άλλα διηγήματά του διαθέτουν κάτι από τον σπινθήρα της μεγαλοφυΐας του αλλά δεν αρκούσαν, καθώς φαίνεται, για να πάνε την ελληνική λογοτεχνία λίγο παρακάτω. Άλλωστε στον καιρό του η εγχώρια διανόηση προωθούσε λογοτέχνες τύπου Ραγκαβή. Ραγκαβήδες κυριαρχούν και σήμερα στο χλομό λογοτεχνικό μας τοπίο. Η επανάσταση Ροΐδη δεν έγινε ποτέ και η ελληνική πεζογραφία παρέμεινε ο φτωχός συγγενής της Ευρώπης.