Ποιος είναι τελικά ο «χαμένος χρόνος» του Προυστ
Ο μυθιστορηματικός ιστός του Προυστ μας αιχμαλώτισε όλους στον επινοημένο του κόσμο
Δεν αποτελεί παραδοξότητα η ομολογία του Προυστ πως δεν τον ενδιαφέρει η πρόζα αλλά η ποίηση. Στην εποχή του ο πεζός λόγος ταυτιζόταν με το κατασκευασμένο μυθιστόρημα του Ανατόλ Φρανς ή του Εμίλ Ζολά. Υπήρξε μια γενιά Γάλλων συγγραφέων που ακολούθησαν αυτή την σχολαστική εκδοχή και θάφτηκαν κάτω από τη σκόνη του χρόνου. Ο Προυστ φυσικά δεν συγκαταλέγεται σε αυτούς, δεν ακολούθησε τη λογιστική μέθοδο, αναζήτησε κάτι μεταφυσικό και το βρήκε στο χρόνο. Όπως συμβαίνει ωστόσο με όλες τις μεγάλες έννοιες, έτσι και τον χρόνο δεν θα καταφέρουμε ποτέ να τον ορίσουμε. Θα μπορούμε ίσως να τον συλλάβουμε για λογαριασμό μας, ως μια επιπλέον αίσθηση, αλλά θα είναι αδύνατον να τον εξηγήσουμε στους άλλους. Θα γράφουμε αχανή μυθιστορήματα ακολουθώντας τα χνάρια του αλλά ο χρόνος πάντοτε θα διαφεύγει, ασύλληπτος, ανεξήγητος, απροσδιόριστος.
Ο Προυστ με εργαλείο μια υπερτροφική μνήμη κατάφερε τουλάχιστον να ανοικοδομήσει ένα κόσμο από τα ερείπια του χρόνου. Ο Καμύ στον «Επαναστατημένο άνθρωπο» αντιδιαστέλλει το Γαλλικό μυθιστόρημα με το Αμερικανικό της εποχής του, διαπιστώνοντας πως το δεύτερο στερείται μνήμης και επομένως στερείται βάθους. Οι εκπατρισμένοι Αμερικανοί συγγραφείς του μεσοπολέμου αγκιστρώνονται στο εφήμερο, αποθεώνουν την κάθε μέρα, δημιουργούν φευγαλέους πρωταγωνιστές που γεννιούνται και χάνονται στα όρια της ανατολής και της δύσης του ήλιου.
Ο Προυστ επιλέγει το ανέφικτο, αντιλαμβάνεται την μνήμη ως παρενέργεια του χρόνου, και δείχνει αποφασισμένος να τον κυνηγήσει όπως ο κυνηγός το θήραμά του.
Ο «χαμένος χρόνος» επιδέχεται διαφορετικές εξηγήσεις. Είναι ο χρόνος που δεν ορίζεται, δεν εξηγείται, δεν συλλαμβάνεται. Με αυτή την έννοια ο «ξανακερδισμένος χρόνος» είναι απλά μια αυθαιρεσία, ένα ευσεβής πόθος του συγγραφέα που δεν δικαιώνεται ούτε αποδεικνύεται στην πράξη.