Ο υπέροχος Μπόρχες δεν ήξερε από μυθιστόρημα

Ο πάπας του μεταμοντέρνου, ο μαγικός Χόρχε Λουίς Μπόρχες αδιαφορούσε για το μυθιστόρημα.

Ο υπέροχος Μπόρχες δεν ήξερε από μυθιστόρημα

Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες είναι ασφαλώς μια κορυφογραμμή στη λογοτεχνία του 20ου αιώνα. Αναμειγνύοντας γραμματειακά είδη και τεχνικές αφήγησης, δημιούργησε μια λογοτεχνία έξω από τα συνήθη όρια. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι το έργο του δεν ανήκει απλώς στη χώρα του μεταμοντέρνου αλλά σε μια μετα-λογοτεχνική συνθήκη την οποία ελάχιστοι λογοτέχνες υπηρέτησαν με επιτυχία.

Την ίδια στιγμή ο πάπας του μεταμοντέρνου δείχνει αδιάφορος, για να μην πω ανυποψίαστος για αυτό που ονομάζουμε μυθιστόρημα. Στο δοκίμιο με τίτλο «Η αφηγηματική τέχνη και η μαγεία», (Δοκίμια Ι εκδόσεις Πατάκη, μετάφραση Αχιλλέα Κυριακίδη) ο Μπόρχες επιχειρεί μια ανάλυση της μυθιστορηματικής τεχνικής που φαντάζει απόλυτα απαρχαιωμένη. Προφανώς ο Αργεντίνος μάγος της λογοτεχνίας έμεινε σε όλη του τη ζωή μακριά από τη μυθιστορηματική κοσμογονία και ως εκ τούτου δεν είχε μια συστηματική άποψη για την εξέλιξη του μυθιστορήματος.

Είναι σαφές ότι ο Μπόρχες έχει κρατήσει αποστάσεις από το ευρωπαϊκό μυθιστόρημα του 19ου και 20ου αιώνα, στρέφοντας το γνωστικό ενδιαφέρον του περισσότερο σε πρωτομυθιστορήματα που υπηρετούν το συναρπαστικό λαϊκό ανάγνωσμα. Είναι μια συνήθης πρακτική των διανοουμένων που δεν αναγνωρίζουν το μυθιστόρημα ως ποιοτικό άλμα στη λογοτεχνία και το απαξιώνουν εμμέσως πλην σαφώς προσδίδοντάς του τον χαρακτήρα που ανέπτυξε μέχρι τον 15ο αιώνα.

Η αναφορά στον Ουίλιαμ Μόρις και το μυθιστόρημά του ή η ανθολόγηση σκέψεων του Μαλλαρμέ και του Πόε, ανθρώπων παντελώς άσχετων με το μυθιστόρημα είναι αν μη τι άλλο, ατυχής και άδικη για τη μυθιστορηματική κοσμογονία. Ο Μπόρχες ως δημιουργός δεν ήταν ικανός να συντάξει ένα μυθιστόρημα και αυτό δεν αποτελεί αδυναμία, από τη στιγμή που έδωσε στην πεζογραφία ένα νέο προσανατολισμό. Το απέραντο γνωστικό του οπλοστάσιο δεν τον βοήθησε να πλάσει μεγάλους κόσμους, οι ιστορίες του είναι πλασμένες από το υλικό της μαγείας και της αναληθοφάνειας, το ύφος του είναι υπέροχο και οι μυθοπλασίες του ανεπανάληπτες. Είναι από μόνος του ένας σημαντικός παραπόταμος που ρέει δίπλα στον ποταμό των μυθιστορημάτων.

Η κριτική αστοχία του απέναντι στο μυθιστόρημα πιθανόν να μην οφείλεται σε μερική άγνοια του φαινομένου αλλά σε μια εμπρόθετη ανάγκη να υποβαθμίσει κάτι στο οποίο δεν έχει καμία συμμετοχή. Εξίσου πιθανόν όμως είναι να οφείλεται και σε άγνοια.

Η πρώτη παράγραφος του δοκιμίου του πάντως τον εκθέτει ανεπανόρθωτα: «Η ανάλυση των τεχνικών του μυθιστορήματος δεν έχει την παραμικρή δημοσιότητα. Ιστορική αιτία αυτής της παρατεταμένης επιφύλαξης είναι η προτεραιότητα που έχουν άλλα είδη...». Και το λέει αυτό σε μια εποχή που όλα είναι μυθιστόρημα!