Γιώργος Οικονόμου: Ένας Κερκυραίος που αγαπά την ανάγνωση και τη γραφή

Ένας Κερκυραίος, o Γιώργος Οικονόμου που αγαπά την ανάγνωση και την γραφή, μιλάει για την πορεία του και τον Ολυμπιακό, στο έντυπο από το οποίο έμαθε… γράμματα!

Γιώργος Οικονόμου: Ένας Κερκυραίος που αγαπά την ανάγνωση και τη γραφή

Συνέντευξη στον ΣΤΕΦΑΝΟ ΛΕΜΟΝΙΔΗ

Άλλος ένας άνθρωπος των γραμμάτων, που λέει ότι έμαθε... γράμματα από το «ΦΩΣ», χάρηκε με την έκδοση του πρώτου βιβλίου του «15 κοντές ιστορίες», αν και η… οικονομία στο μέγεθος των ιστοριών δεν έχει να κάνει με το επώνυμό του «Οικονόμου», ούτε με το ότι σπούδασε Οικονομικά. Απλώς, του αρέσουν οι μικρές ιστορίες. Ζει στην Κέρκυρα και χάρηκε ακόμα περισσότερο όταν έμαθε ότι η συνέντευξή του θα δημοσιευτεί πρώτα στην εφημερίδα, να καμαρώσει ο πατέρας του, Mπάμπης, που του μεταλαμπάδευσε την αγάπη του για το «ΦΩΣ» και τον Ολυμπιακό. Γιώργος Οικονόμου, με ιστορίες που αφορούν ή έχουν αναφορές στο ποδόσφαιρο, αλλά και αποτελούν ένα μείγμα βιωματικότητας και μπόλικης φαντασίας.

«Γεννήθηκα στην Κέρκυρα από πατέρα που δούλευε ξενοδοχοϋπάλληλος και μάνα, τη Μαίρη, που φρόντιζε το σπίτι και τα παιδιά. Σπούδασα στην Αθήνα στο Οικονομικό της Νομικής και μετά τον στρατό έκανα ένα μεταπτυχιακό στην Επιστημονική Μετάφραση, ενώ εδώ και δεκατρία χρόνια εργάζομαι ως Διοικητικός Γραμματέας στο Εργατικό Κέντρο».

Ως εδώ έχουμε μια συνηθισμένη ιστορία και πριν αναρωτηθείτε γιατί σας την παραθέτουμε, ας πάμε παρακάτω…

«Ως μικρό παιδί δεν κληρονόμησα κάποια ιδιαίτερη σχέση με τη Λογοτεχνία. Γι’ αυτό πιστεύω ότι σε υποσυνείδητο ίσως επίπεδο όλα ξεκίνησαν από το "ΦΩΣ". Κι όπως κάποια στιγμή αργότερα κατάλαβα, για να αγαπήσεις το γράψιμο, πρέπει πρώτα να έχεις αγαπήσει το διάβασμα. Η ανάγνωση προηγείται της γραφής. Κανείς δεν μπορεί να γίνει συγγραφέας, αν δεν απολαμβάνει πρωτίστως την ανάγνωση. Το ταλέντο μπαίνει αργότερα στην εξίσωση. Στο "ΦΩΣ", λοιπόν, έμαθα ανάγνωση πριν πάω στο Δημοτικό και λίγα χρόνια αργότερα διάβαζα Κωνσταντουδάκη, Γαβαθιώτη, Λεμονίδη και τους -όπουλους: Διαμαντόπουλο, Δασκαλόπουλο, Νικολακόπουλο, Σακελλαρόπουλο. Τους σπουδαίους εκείνους γραφιάδες της εφημερίδας που επηρέασαν και εμένα. Από αυτούς έμαθα σωστή χρήση της γλώσσας, περίτεχνα εκφραστικά σχήματα, τη σημασία του προσωπικού στυλ και τη μαγεία των διαφορετικών υφών. Η λυρικότητα του Μένιου, η αποτύπωση της αναλυτικής σκέψης του Νικολακό, η αρχοντική και γεμάτη ήθος γραφή του Φαίδωνα, η ευθύτητα και η σαφήνεια του Παντελή, το απέριττο του λόγου του Λεμονίδη (δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι ο Λεμονίδης τώρα ρωτά εμένα). Και να μην ξεχάσω και την τεράστια εντύπωση που μου είχε κάνει αργότερα ο τρόπος που διηύθυνε τις συνεντεύξεις του ο Θέμης Σινάνογλου. Θυμάμαι στο Λύκειο έκοβα με το ψαλίδι τις συνεντεύξεις του από συνδεσμίτες άλλων ομάδων και τις μοίραζα σε συμμαθητές μου "αντίπαλους" οπαδούς για να καταλάβουν πόσο σπουδαία και ακομπλεξάριστη εφημερίδα είναι το "ΦΩΣ"! Όλοι αυτοί, λοιπόν, με επηρέασαν αναπόδραστα μέσα σε αυτές τις σχεδόν δύο δεκαετίες που διάβαζα ανελλιπώς κάθε φύλλο».

Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο «ΦΩΣ» στις 12/6/2022

Με τη Λογοτεχνία τι σχέση είχατε τότε;

Η πρώτη ουσιαστική επαφή με μη εφηβική Λογοτεχνία ήταν μέσω Στίβεν Κινγκ κι έκτοτε η εφηβεία μου γέμισε από δεκάδες βιβλία του σπουδαίου αυτού συγγραφέα, αλλά ακόμα δεν είχε αρχίσει να μπαίνει στο μυαλό μου η ιδέα της απόπειρας. Στο σχολείο οι εκθέσεις μου είχαν πάντα κάτι ιδιαίτερο, κυρίως ως προς τη μη συμβατικότητά τους, αλλά ως εκεί. Εμένα στο μυαλό μου υπήρχε τότε χώρος μόνο για τη δημοσιογραφική γραφίδα!

Πρώτη απόπειρα;

Όταν προετοιμαζόμουν για το Proficiency. Μας ζητούνταν να γράψουμε στην έκθεση μια ιστορία που να ξεκινάει ή να τελειώνει με την τάδε φράση. Τότε, λοιπόν, πήρα πρώτη φορά μπροστά! Κάθε έκθεση ήταν μια μικρή ιστορία φαντασίας! Νομίζω ότι εκεί εμφανίστηκε πρώτη φορά ο ενθουσιασμός της συγγραφής και μάλιστα στα αγγλικά!

Επαγγελματικός προσανατολισμός;

Ο άφαντος στα σχολεία σχολικός επαγγελματικός προσανατολισμός δεν με προσανατόλισε ποτέ. Από 6 χρονών ως τα 17 χρόνια μου ήθελα πάντα μόνο ένα πράγμα: να γίνω αθλητικός συντάκτης. Λίγο πριν τις Πανελλήνιες άρχισα να μαθαίνω από δω κι από κει ότι…κανείς δεν έχει γίνει δημοσιογράφος σπουδάζοντας Δημοσιογραφία κι ότι όλοι αυτοί που θαύμαζα έχουν σπουδάσει κάτι άλλο. 'Ημουν 4η δέσμη, μου άρεσαν τα μαθηματικά, ε, λέω θα δώσω για να περάσω σε Οικονομική Σχολή, δεν πάω στην Πάντειο αφού «μου είπαν» ότι δεν θα γίνω δημοσιογράφος. Τι ψάχνουμε… Μέχρι και πριν από δέκα χρόνια είχαμε το μεγαλύτερο ποσοστό ετεροαπασχόλησης αποφοίτων πανεπιστημίων μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. Τελικά προέκυψε η θέση του Γραμματέα στο Εργατικό Κέντρο και φαίνεται να ρίζωσα εκεί.

Όσον αφορά, πάντως, τον παλαιόθεν ερώτά μου με την αθλητική δημοσιογραφία, στάθηκα κι εδώ τυχερός και κατάφερα να τον βιώσω κάνοντας για πέντε χρόνια (2006-10) το ρεπορτάζ των αγώνων του ΑΟ Κέρκυρα για το Corfuland.gr

Το ζην, λοιπόν, με τη δουλειά και το ευ ζην με το γράψιμο;

Ναι, αν και το γράψιμο είναι μία μόνο από τις συνιστώσες του ευ ζην. Συμβάλλουν και άλλες απολαύσεις όπως τα ταξίδια, η καλοκαιρινή θάλασσα, μία καλή ταινία, μία συναυλία, μία πίτσα με προσούτο, μοτσαρέλα, η Τζέσικα Τσαστέιν, η διακοσιοστή πρώτη επανάληψη με το πεταχτάρι του Πρίντεζη! Αλλά το γράψιμο έχει τη δική του, πολύ ξεχωριστή, χάρη. Ενέχει την προσωπική δημιουργία εκ του μη όντος (όπως όλες οι τέχνες άλλωστε) κι αυτό είναι κάτι ασύγκριτο.

Η πρώτη ιστορία λοιπόν ήταν εξ ανάγκης, για το πτυχίο των αγγλικών.

Ναι, η συγκεκριμένη ιστορία συμπεριλήφθηκε αργότερα και στις «15 Κοντές», μετά από πολλές αλλαγές στην πλοκή, αφαιρέσεις και κυρίως προσθήκες, πλέον με τον τίτλο «Popcorn Killings». Φυσικά ήταν εμπνευσμένη από τα βιβλία του Στίβεν Κινγκ (πώς αλλιώς, άλλωστε), η μακροχρόνια «παρέα» με τον οποίο έπλαθε αργά, σαν διαδικασία ζύμωσης, την αγάπη μου και για τη συγγραφή.

Η δεύτερη;

Το «Τι ‘ναι αυτό που το λένε αγάπη». Ήταν προϊόν νεανικής ερωτικής απογοήτευσης! Σαν να εξομολογούμουν μέσω ενός παραβολικού παραμυθιού. Βέβαια, ούτε αυτό ήταν έτσι από την αρχή. Είχε περισσότερη δραματικότητα, είχε υπερβολές λόγω ηλικίας, προσωποποιημένες αναφορές. Πριν από τέσσερα χρόνια που ξανάπεσε στα χέρια μου το επεξεργάστηκα με περισσότερη ωριμότητα, πιο φιλοσοφημένη διάθεση, ώστε να αποκτήσει την απαραίτητη λογοτεχνικότητα.

Και πότε άρχισε η μαζική παραγωγή;

Τον Μάιο του 2018 παρακολούθησα ένα σεμινάριο δημιουργικής γραφής στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της Κέρκυρας, με εισηγητή τον Βαγγέλη Προβιά. Η μεταδοτικότητα του Β.Π., δυο τρεις συμβουλές, λίγη ενθάρρυνση εκ μέρους του με «ξεκλείδωσαν» με έναν τρόπο πραγματικά απίστευτο. Με μία φυσική απλότητα άρχισα να γράφω, κι όσο έγραφα, έγραφα καλύτερα και τόσο περισσότερο το απολάμβανα και πάει… γράφοντας!

Και πότε φτάσατε στο βιβλίο «15 κοντές ιστορίες»;

Το καλοκαίρι του 2020 αποφάσισα ότι σε πρώτη φάση είχα γράψει όσα ήθελα να γράψω και με την επίμονη παρακίνηση της καλής μου φίλης, της Αγλαΐας Παντελάκη, αποφάσισα να στείλω τη συλλογή διηγημάτων μου προς αξιολόγηση σε εκδοτικούς οίκους. Αρχικά έκανα μια «έρευνα αγοράς» και την έστειλα σε δώδεκα οίκους και από εκεί προέκυψαν κατά ευτυχή τρόπο δύο θετικές αποκρίσεις. Συμφώνησα χωρίς πολλή σκέψη με τις εκδόσεις Έναστρον, η εκδοτική τους πρόταση ήταν εξαιρετική.

Η κοινωνική απορρύθμιση που προκάλεσε η πανδημία παρέλυσε για καιρό και τον εκδοτικό χώρο και έτσι φτάσαμε στην κυκλοφορία του βιβλίου μόλις την 1η Μαρτίου Πάντως, σε όλο αυτό το διάστημα αλλά και στον παρόντα χρόνο (είμαι σίγουρος και στον μέλλοντα) η συνεργασία μου με τα «Παιδιά των Άστρων» ήταν αγαστή πέρα από κάθε προσδοκία μου και τους είμαι ευγνώμων γι’ αυτό! Εντός του πρώτου μισού του φθινοπώρου αναμένεται να διοργανώσει ο εκδοτικός οίκος και δύο παρουσιάσεις του βιβλίου, μία στην Αθήνα, μία στην Κέρκυρα, με ημερομηνίες που θα ανακοινωθούν αργότερα.

Βιωματικές οι ιστορίες σας;

Αναπόφευκτα σε όλες υπάρχει βιωματικό περιεχόμενο. Σε κάποιες το βιωματικό στοιχείο είναι η βάση της ιστορίας, σε άλλες είναι η κινητήριος δύναμη, ενώ πολλές φορές είναι απλώς κάποια φαινομενικά ή πραγματικά ασήμαντη λεπτομέρεια της πλοκής ή των περιγραφών. Γενικά, στις περισσότερες ιστορίες συνδυάζω τον ρεαλισμό με τη φαντασία, ενώ η πρόθεσή όπως εύκολα διαφαίνεται ακόμα και από το Εισαγωγικό Σημείωμα να προσδώσω μία χιουμοριστική αίσθηση ακόμα και στα πιο σοβαρά ζητήματα, κάτι που αποτελεί άλλωστε και στάση ζωής.

Πότε γράφετε;

Σε αυτό το ζήτημα δεν είμαι παράδειγμα προς μίμηση. Κάποιος που θέλει να γίνει συγγραφέας πρέπει να γράφει τακτικά. Ιδανικά, πρέπει να έχει καθημερινή ρουτίνα που να περιλαμβάνει και το γράψιμο και το διάβασμα. Εγώ δυστυχώς δεν βρίσκω εύκολα τον χρόνο για να το κάνω αυτό χωρίς διακοπές. Πάντως, τα περισσότερα διηγήματα τα έχω γράψει τις βραδινές ώρες όταν όλοι οι υπόλοιποι κοιμούνται.

Έχετε οικογένεια;

Δύο παιδιά 8 και 6 ετών. Ο μεγαλύτερος είναι ο Αλκίνοος. Πήρε το όνομα χάρη του θαυμασμού μας προς τον σπάνιου ήθους και ταλέντου καλλιτέχνη Αλκίνοο Ιωαννίδη, χάρη στην πολύ ωραία ετυμολογία του ονόματος, αλλά και επειδή είναι το όνομα του ομηρικού βασιλιά των Φαιάκων. Αντίστοιχα, επιλέξαμε να ονομάσουμε την κόρη μας Αριάδνη, σαν τη Μινωίτισσα πριγκίπισσα, αφού η γυναίκα μου, η Αντιγόνη, είναι από το Ηράκλειο της Κρήτης.

Το δικό σας όνομα έρχεται σε αντίθεση με τα υπόλοιπα.

Ναι, το Γιώργος φαίνεται πολύ ξεχωριστό ανάμεσα στα Τρία Άλφα των υπολοίπων (ούτε ταβέρνα στον Βύρωνα να ‘μασταν)!

Το βιβλίο άλλαξε τη ζωή σας;

Βασικά, είμαι ακόμα πιο χαρούμενος! Κάτι που πριν από 4-5 χρόνια μού φαινόταν αδιανόητο, δηλαδή το να ζητήσει κάποιος εκδοτικός οίκος να εκδώσει αυτά που έχω γράψει, τώρα είναι πραγματικότητα. Απίστευτη αίσθηση!

Και πιο αναγνωρίσιμος στην Κέρκυρα;

Όχι δα! Εξάλλου, είναι πολύ νωρίς ακόμα, αν και η αναγνωρισιμότητα είναι κάτι που δεν με απασχολεί. Μακάρι να μπορούσα να είμαι σαν τον Αρκά!

Και πώς από τα μυθιστορήματα του Στίβεν Κινγκ καταλήξατε να γράφετε μικρές ιστορίες;

Αφενός πάντοτε μου άρεσαν τα διηγήματα. Αφετέρου το μυθιστόρημα είναι δύσκολο να είναι πολύ καλό. Πρέπει να είσαι μάγκας για να γράψεις 400 σελίδες και να μην έχει βαρεθεί κάποια στιγμή ο αναγνώστης. Όχι ότι είναι δύσκολο να βρεις καλό μυθιστόρημα. Υπάρχουν τόσα και άλλα τόσα, ώστε να διαβάζει κανείς για όλη του τη ζωή. Απλώς στο γενικότερο σύνολο της πεζογραφικής βιβλιογραφίας είναι ένα μικρό κλάσμα, ενώ και από συγγραφικής άποψης δεν νομίζω ότι θα το αποτολμούσα ποτέ. Μου αρέσουν η σαφήνεια και η περιεκτικότητα του λόγου της μικρής φόρμας.

Και όταν σταματήσατε να διαβάζετε Στίβεν Κινγκ, πού πήγατε;

Τότε «συνάντησα» δύο τεράστιες μορφές της ελληνικής Λογοτεχνίας, τον Καζαντζάκη και τον Βενέζη. Απίστευτος λόγος, που ριζώνει μέσα σου για πάντα. Παράλληλα, άρχισα να εξερευνώ τις υπαρξιακές αναζητήσεις του Κούντερα, του Καμύ, ενώ απολάμβανα ιδιαίτερα και τους Αμερικανούς Μακάρθι και Βόνεγκατ. Όσον αφορά τα διηγήματα, αγαπημένοι μου είναι ο Αμερικανός Τζορτζ Σόντερς και ο Ισραηλινός Έτγκαρ Κέρετ και οι δικοί μας Σκαμπαρδώνης, Ιωάννου. Γενικά, όμως, δεν εμμένω πολύ καιρό σε συγκεκριμένους συγγραφείς. Υπάρχουν τόσοι πολλοί και καλοί, που θέλω να πάρω μια γεύση από όσους περισσότερους μπορώ.

Δεν διαβάσατε Τσέχοφ που είναι ο μετρ των μικρών ιστοριών;

Αλίμονο! Εννοείται ότι έχω διαβάσει και θαυμάσει τον Τσέχοφ. Βέβαια, δεν θα μπορούσα να μείνω μόνο στους κλασικούς, όσο σπουδαίοι και να είναι. Οι ποικίλες προσλαμβάνουσες είναι απαραίτητες και χρησιμότατες τόσο για τους σκέτους αναγνώστες όσο και για τους συγγραφείς/αναγνώστες!

Θα προτείνετε τις “15 κοντές ιστορίες” να τις ανεβάσει το ΔΗΠΕΘΕ Κέρκυρας;

Τι; Δραματοποίηση των διηγημάτων μου; Δεν ξέρω πόσες προσφέρονται για κάτι τέτοιο. Καλή ιδέα, πάντως, δεν το είχα σκεφτεί!

Ξαναγυρίζουμε στο βιβλίο και τις αθλητικές ιστορίες, με προεξάρχουσα «Το Φάντομ και η Στίξη».

Αυτή είναι ίσως και η αγαπημένη μου από το δεύτερο μισό του βιβλίου, γιατί συνδυάζει με έναν κάπως σουρεαλιστικό τρόπο τέσσερις μεγάλες μου αγάπες: το «ΦΩΣ», τον Ολυμπιακό, τη δημοσιογραφία αλλά και τη μαγεία της γλώσσας. Αφορμάται από ένα πραγματικό γεγονός, αφού όλη η πρώτη παράγραφος είναι από μνήμης. Η συνέχεια από καρδιάς και φαντασίας! Κάπως έτσι, με πραγματική βάση και σουρεαλιστική συνέχεια, γράφτηκε και το «Διπλό αντί Οδόντος», με μία ευτυχή σύμπτωση να ακολουθεί λίγες μέρες μετά την πρώτη γραφή του! Μικρότερες αθλητικές αναφορές υπάρχουν διάσπαρτες και αλλού, όχι απαραίτητα μόνο για τον Ολυμπιακό.

Ο Ολυμπιακός τι είναι για εσάς;

Ο Ολυμπιακός είναι βιωματικό στοιχείο και ως τέτοιο είναι αδύνατον να ξεριζωθεί από μέσα μου για οποιονδήποτε λόγο. Ο Ολυμπιακός είναι πέρα από προέδρους (δεν ζούμε δα και σε εποχές Γουλανδρή πλέον), μανατζαραίους, στρατευμένους δημοσιογράφους και (εξ)οπλισμένους οπαδούς. Κι όχι μόνο ο Ολυμπιακός αλλά και κάθε άλλη ομάδα πρέπει να είναι πάνω από αυτά. Ο άκρατος ενθουσιασμός της μεγάλης νίκης, η βαθιά απογοήτευση της βαριάς ήττας, η αγωνία για το μέλλον της ομάδας, τα νεύρα για το άδικο, το πάρε-δώσε του αλληλοπειράγματος είναι ωραία συναισθήματα που πρέπει να βιώνονται, αλλά δεν πρέπει να καθορίζουν τη ζωή μας. Παλιά έκλαιγα για τον Ολυμπιακό, δεν το μετανιώνω βέβαια, αλλά τώρα που μεγάλωσα και κατάλαβα περισσότερα, είμαι πιο συγκρατημένος. Μου είναι, βέβαια, πολύ δύσκολο να μην παρακολουθήσω οποιοδήποτε παιχνίδι του Θρύλου, ανεξαρτήτως αντιπάλου και ενδιαφέροντος, αν και φέτος είναι αλήθεια ότι πόνεσαν τα μάτια μας αρκετές φορές!

Οργανωμένος δεν υπήρξα ποτέ, ούτε όταν ήμουν στην Αθήνα. Ποτέ δεν συμπάθησα τα «κοπάδια». Ούτε στις ομάδες ούτε στα κόμματα ούτε καν στα τμήματα των παρελάσεων! Συνήθως πήγαινα μόνος στο γήπεδο. Ήθελα να μη με ενοχλεί κανείς, να παρατηρώ τον αγώνα, τις κινήσεις των παικτών με ή χωρίς την μπάλα, να διαβάζω το παιχνίδι, τις αλλαγές του προπονητή όταν δεν του έβγαινε το αρχικό πλάνο. Είπαμε, πάντα πίστευα ότι είχα δημοσιογραφικό καθήκον ανατεθειμένο από ανώτατη αρχή!

Παλιά είχατε άγνοια κινδύνου;

Δεν είχα κάνει τρέλες για τον Ολυμπιακό, αν αυτό εννοείτε, αλλά είχα όντως μία άγνοια κινδύνου, ερχόμενος άμαθο επαρχιωτόπουλο από την «κόκκινη» Κέρκυρα ως φοιτητής στην «πράσινη» φωλιά του Ζωγράφου! Σεργιάνιζα αμέριμνος με τη φόρμα του Ολυμπιακού, άλλοτε με το «ΦΩΣ» στο χέρι. Στα δε ντέρμπι, πήγαινα στο ΟΑΚΑ με λεωφορεία που τα χρησιμοποιούσαν κυρίως οι Παναθηναϊκοί (ευτυχώς όχι οι φανατικοί) και αρκετές φορές ξεχνούσα στο κινητό ως ήχο κλήσης τον ύμνο μας! Ευτυχώς, τώρα που το σκέφτομαι, που δεν είχε συμβεί τίποτα, έτσι μόνος που γύριζα!

Πώς πάει ο ΑΟ Κέρκυρα;

Αναγεννήθηκε από τις στάχτες του! Επί προεδρίας Λιμπάντση η ομάδα οδηγήθηκε στον ποδοσφαιρικό Καιάδα, καταχρεώθηκε, ύστερα εξαγοράστηκε ο ΑΦΜ μιας άλλης κερκυραϊκής ομάδας, της Κασσιόπης (τα γνωστά ελληνικά κόλπα). Τέλος πάντων, εν τέλει διαλύθηκε ο κανονικός ΑΟΚ, διαλύθηκε σύντομα και το κακέκτυπο Α.Ο.Κ.Κ. Τα τελευταία χρόνια, όμως, ύστερα από πολλά προβλήματα, οι παλαίμαχοι του ΑΟΚ (Κολυτάς, Γιαννούλης, Μπορτς, Σπάτουλας, Κοσκέρης και άλλοι) κατάφεραν με κόπο και ίδια κεφάλαια να επαναφέρουν τον αυθεντικό ΑΟΚ, σε συνδυασμό πάντα με την καίρια αρωγή των πιστών φιλάθλων της ομάδας, των Βούρλιγκανς (κυρίως αλλά όχι μόνο οι Κούστας, Μακρής, Βίτσος, Τόμπρος, Λιτσαρδόπουλος), οι οποίοι δεν έφυγαν ποτέ από το πλευρό του κανονικού ΑΟΚ. Δεν ξέρω αν είναι δεοντολογικό που αναφέρω κάποια ενδεικτικά ονόματα αλλά χωρίς την ανιδιοτελή προσπάθεια αυτών δεν θα υπήρχε, ίσως τελεσίδικα πια, ο ιστορικός ΑΟΚ. Φέτος, μάλιστα, έγινε το πρώτο βήμα και η ομάδα ανέβηκε από το Β’ στο Α’ Τοπικό και ο κόσμος δείχνει διατεθειμένος να στηρίξει την αγαπημένη του ομάδα.

Γενικά ο αθλητισμός δεν ανθεί στην Κέρκυρα

Δεν θα είναι ψέμα αν πούμε ότι δεν έχουμε τεράστιες διακρίσεις σε συλλογικό επίπεδο! Υπήρχαν οι προβεβλημένες χρονιές του ΑΟ Κέρκυρα στην Σούπερ Λίγκα, αλλά παλιότερα υπήρχε και ο ΝΑΟΚ στην κορυφαία κατηγορία του πόλο (με ντόπια παιδιά μάλιστα) ενώ το 2019 είδαμε να ανεβαίνει στην Πρέμιερ Χάντμπολ ο ΑΟ Φαίαξ, του σπουδαίου παίκτη-προπονητή, Νίκου Ριγανά. Επίσης, Κερκυραίος είναι και ο πρώην τερματοφύλακας του Ολυμπιακού στο χάντμπολ, ίσως ο κορυφαίος Έλληνας κίπερ στην εγχώρια ιστορία του αθλήματος, ο Κώστας Τσιλιμπάρης που ξεκίνησε από τον Φαίακα, με τους 24 τίτλους εντός κι εκτός Ελλάδας. Σε ατομικό επίπεδο, υπάρχουν διακρίσεις νέων παιδιών στα αθλήματα του στίβου, κυρίως από τον Κερκυραϊκό Γυμναστικό Σύλλογο ενώ και στην κολύμβηση μπορούμε να περηφανεύομαστε για τον Σπύρο Γιαννιώτη!

Όμως, το μεγάλο πρόβλημα είναι οι υποδομές. Τα περισσότερα Σωματεία γυρίζουν σαν ζητιάνοι να βρουν χώρο προπόνησης και οι λίγοι υφιστάμενοι χώροι είναι σχεδόν παρατημένοι στο έλεος του Θορ. Η Πολιτεία ανύπαρκτη και οι τοπικές αρχές δίνουν μόνο υποσχέσεις ή ούτε καν αυτές. Τέλος πάντων, δεν είναι πεδίο καταγγελιών τούτη η σελίδα!

Όλα για τον τουρισμό;

Σαφώς παίζει κι αυτός τον ρόλο του. Ευλογία και κατάρα μαζί. Δεν φταίει αυτός καθαυτός ο Τουρισμός αλλά η λάθος κουλτούρα (ή η απουσία της) που σιγά σιγά διαμορφώνεται σε έναν τόπο. Το γρήγορο χρήμα (που κι αυτό πλέον είναι μια φενάκη) και τον χειμώνα βλέπουμε. Δεν είναι τυχαίο ότι όταν έδωσα Πανελλήνιες για να μπω στο Πανεπιστήμιο, η Κέρκυρα και η Ρόδος είχαν τα μικρότερα ποσοστά εισακτέων στην Τριτοβάθμια.

Και κάτι τελευταίο για το «ΦΩΣ»;

Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω γιατί δυσανασχετούσαν όλοι με το μέγεθος των φύλλων του «ΦΩΤΟΣ». Κάποια μεσημέρια, με λίγο πιο ψυχρό καιρό, διάβαζα γλαρωμένος και ξαπλωμένος μετά το φαγητό και σιγά σιγά αποκοιμιόμουν με το ανοιγμένο «ΦΩΣ» να με σκεπάζει με θαλπωρή σχεδόν ολόκληρο. Μπορεί να έμοιαζα με άστεγο, αλλά έκανα χαρούμενο ύπνο!