Πόλη υποταγμένη στους ρυθμούς μιας φοβερής βροχής

Στη Νάπολη ξεκίνησε να βρέχει στις 23 Οκτωβρίου. Αλλοτε ήσυχα, άλλοτε δυνατά, χωρίς να σταματάει, με πείσμα, με διάρκεια, μια κουρτίνα άλλοτε διάφανη, άλλοτε πυκνή, το νερό έπεφτε ακατάπαυστα, διαβρώνοντας τοίχους, δρόμους, σπίτια, σκέψεις, σώματα, ζωές.

Πόλη υποταγμένη στους ρυθμούς μιας φοβερής βροχής

Δύο δυστυχήματα, επτά νεκροί ο απολογισμός ήδη την πρώτη μέρα και το νερό δεν σταματά. Τρεις όμοιες κούκλες που βρίσκονται στον τόπο του θανάτου οι δύο, η μία στο οχυρό Μάσκιο Αντζοϊνο, προαναγγέλλουν ή επικυρώνουν το κακό. Οι Αρχές της πόλης κινητοποιούνται για να αντιμετωπίσουν αυτό που ξεκίνησε σαν ένα απλό φθινοπωρινό φαινόμενο, μια καλοδεχούμενη βροχή, και σιγά σιγά εξελίσσεται σε καταστροφή. Της πόλης και των ανθρώπων.

Δεν πεθαίνεις, όχι, μα και δεν συνεχίζεις να ζεις, οπωσδήποτε δεν θα ζεις όπως ζούσες, αλλάζεις, αναθεωρείς, ξανασκέφτεσαι.

Η Νάπολη παύει να ζει και υποτάσσεται στους ρυθμούς που επιβάλλει το άναρχο νερό. Οι δρόμοι κλείνουν, τα φρεάτια ξεχειλίζουν, τα κύματα φουσκώνουν, η θάλασσα ανεβαίνει, οι υποδομές στενάζουν και καταρρέουν, αφήνοντας ανθρώπους απροστάτευτους, εγκαταλειμμένους, απελπισμένους. Η ζωή σταματά, μπαίνει σε αναμονή κοιτάζοντας απλώς τον ουρανό, περιμένοντας να σταματήσει να ρίχνει νερό. Διαρκεί τέσσερις μέρες. Φαίνονται λίγες. Για τους ανθρώπους που περιγράφει ο Πουλιέζε, για τους Ναπολιτάνους που βρίσκονται σε αναμονή, γίνονται πολλές, αρκετές ώστε να αλλάξουν τη ρότα της ζωής τους. Γιατί αυτή η αναμονή κάποιου καθαρτήριου γεγονότος που όμως δεν έρχεται, δεν έχει μέσα της ελπίδα και προσμονή για κάτι καλύτερο, έχει θλίψη και εξουθένωση, είναι μια αρρώστια, ένας πνιγμός που δεν σε αφήνει να ανασάνεις. Δεν πεθαίνεις, όχι, μα και δεν συνεχίζεις να ζεις, οπωσδήποτε δεν θα ζεις όπως ζούσες, αλλάζεις, αναθεωρείς, ξανασκέφτεσαι κι αποφασίζεις όσα ήταν σκέψεις, επιθυμίες, αναβολές.

Η ασταμάτητη βροχή αλλάζει την προοπτική των πραγμάτων, όλα γίνονται επείγοντα, σοβαρά, απαιτούν λύσεις, πράξεις, φυγή. Φυγή προς τα εμπρός. Το φαντασιακό, αγωνιώδες σκηνικό που δημιουργεί ο συγγραφέας, το γεγονός ότι πραγματικά γεγονότα, όπως η άνοδος της στάθμης της θάλασσας τον Αύγουστο του 1969, η νεροποντή του Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς, που προκάλεσε καθίζηση του εδάφους κι έναν τραγικό θάνατο, αποτέλεσαν θεμέλια της ιστορίας, η αναμονή του γεγονότος που όλοι περιμένουν ότι θα συμβεί και σαν καταλύτης θα αλλάξει τις ζωές τους, η εσωτερική ζωή που γίνεται εντατική κι αλυσιδωτά οι ήρωες καταλήγουν σε συναισθηματικές διακυμάνσεις απρόβλεπτες, σε εσωτερικούς μονολόγους μυστικούς, σε αμήχανη θλίψη, όλα δημιουργούν μια αίσθηση ασφυξίας.

Ο θάνατος των επτά ανθρώπων, που ντύνει ολόκληρη την πόλη με μια πένθιμη φορεσιά, γεννά απροσδόκητα την αντίσταση της ζωής. Ενα μείγμα θανάτου και μέλλοντος, οδυνηρής επίγνωσης κι ελπίδας ορθώνει το ανάστημα, επαναστατεί για να αξιώσει τη συνέχεια, την επιβίωση, τη χαρά, την επάνοδο στην καθημερινότητα, αυτό που τώρα κι εμείς, αντιμέτωποι ανάλογα με την αρρώστια που εξοστράκισε όσα ξέραμε, ονομάζουμε επιστροφή στην κανονικότητα. Στις 27 Οκτωβρίου, δεν βρέχει πια. Αλλά όσα γέννησε η βροχή, νέα αισθήματα, διαφορετικές επιλογές, καίριες αποφάσεις, ήταν εκεί κι όταν έγινε στέγνα. Κύριος χαρακτήρας του βιβλίου ο δημοσιογράφος Κάρλο Αντρεόλι, alter ego του συγγραφέα, παρατηρεί και παρακολουθεί, καταγράφει και ζει το τετραήμερο της βροχής εντατικά, ως γεγονός που απαιτεί δημοσιογραφική κάλυψη, ως μοχλός που κινεί ξανά όλον τον μέσα του κόσμο, τη σκέψη του, τη θέση του στη ζωή. Σχοινοτενής λόγος και ειρωνεία, μικρά παιχνίδια λέξεων, σαρκασμός στη γλώσσα των κατεστημένων αρχών της πόλης και μια παιγνιώδης διάθεση στο βλέμμα που παρατηρεί την καταστροφή.

Μα και την αναγέννηση. Ο Πουλιέζε έγραψε το βιβλίο αυτό σε 45 μέρες. Ο Καλβίνο που το είδε, του έστειλε διορθώσεις. Τις έκανε. Τις δεύτερες διορθώσεις που του υπέδειξε, αρνήθηκε να τις κάνει. Το βιβλίο εκδόθηκε μόνο μία φορά, ο Πουλιέζε ήταν, ένιωθε ξένος στον εκδοτικό χώρο, αρνήθηκε την επανέκδοση, το βιβλίο κυκλοφορούσε σε φωτοαντίγραφα. Τώρα, και μετά τον θάνατο του συγγραφέα, ζει μια δεύτερη ζωή, ακριβώς τη στιγμή που η ζωή μας επανατοποθετείται, τώρα που αναγκαζόμαστε να την επανατοποθετήσουμε όπως και οι ήρωες, γιατί αν και οι συνθήκες μάς υπερβαίνουν, μας κάνουν ταυτόχρονα να νιώθουμε ότι η ζωή θα συνεχιστεί. Αλλά δεν θα είναι ποτέ όπως πριν, θα είναι αλλιώς, πάντα όμως ζωή. Αξια απόλαυσης, όσο σκοτεινό κι αν είναι το νερό που την ποτίζει.

ΝΙΚΟΛΑ ΠΟΥΛΙΕΖΕ
Σκοτεινό νερό. Τέσσερις μέρες βροχής στην πόλη της Νάπολης εν αναμονή ενός εκπληκτικού γεγονότος
μτφρ.: Ευαγγελία Γιάννου
εκδ. Loggia, σελ. 187

Το βιβλίο εκδόθηκε μόνο μια φορά, ο Πουλιέζε αρνήθηκε την επανέκδοση. Για χρόνια κυκλοφορούσε σε φωτοαντίγραφα.

πηγή: kathimerini.gr



Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ. 232110