Ρομπέρτο Μπολάνιο: «2666» - Αν ο Τολστόι έγραφε στα Ισπανικά

Το «2666» του Χιλιανού συγγραφέα Ρομπέρτο Μπολάνιο είναι αναμφίβολα το έπος του 21ου αιώνα.

Ρομπέρτο Μπολάνιο: «2666» - Αν ο Τολστόι έγραφε στα Ισπανικά

Προσπαθώ να καταλάβω τον άνθρωπο που έγραψε αυτό το έπος. Αναρωτιέμαι αν θα μπορούσα να τον κάνω φίλο, να μοιραστώ τις αγωνίες και τα όνειρά του, να τον γνωρίσω απ' την καλή κι απ' την ανάποδη.

Ο Χιλιανός συγγραφέας Ρομπέρτο Μπολάνιο ανήκει στους αναγνώστες του με τον τρόπο που η συγγραφική μεγαλοφυΐα μπορεί να είναι τελικά πιο οικεία από το πραγματικό πρόσωπο που την κουβαλά μέσα του. Γιατί αυτό είναι ο μεγάλος συγγραφέας, μια συγγενική φωνή που αφουγκράζεται, γράφοντας, τις δικές μας αγωνίες, τους φόβους και τα όνειρα από τα οποία συντίθεται η ανθρώπινη ύπαρξη.

Το «2666», μοναδικό ανάγνωσμα, διακριτό όπως μια βουνοκορφή που την κατακτούν μόνο τολμηροί αναρριχητές, με κράτησε αιχμάλωτο στις σελίδες του, χάρις στη μοναδική αρετή του: δεν υπάρχει παράγραφος που να μην συμβαίνει κάτι ενδιαφέρον. Είναι πραγματικά άθλος να επινοείς συνεχή επεισόδια κεντημένα με απαράμιλλη τέχνη πάνω στον καμβά της αφήγησης. Κι είναι μεγαλύτερος άθλος να υπαινίσσεσαι αρχικά ότι περισσότερες από 1100 σελίδες γράφτηκαν τελικά για ένα θέμα σχολαστικό και ανούσιο, που όμως στη συνέχεια αποδεικνύεται το ιδεολογικό μεδούλι ενός αιώνα.

Το «2666» είναι αναμφίβολα το έπος του 21ου αιώνα με τον τρόπο που το «Πόλεμος και Ειρήνη» ή το «Μοναστήρι της Πάρμας» είναι το έπος του 19ου. Μοιράζονται όμως την ίδια μυθιστορηματική μοίρα. Παραπέμπουν όλα σ’ ένα περασμένο κόσμο. Έτσι ο Μπολάνιο καταφέρνει να συμπυκνώσει την ουσία του αιώνα που προηγήθηκε, μέσα στον οποίο κι ο ίδιος πέρασε τη σύντομη σχετικά ζωή του. Στη νέα χιλιετία αποδίδει απλώς ένα χαιρετισμό.

Ποιος είναι όμως ο μυθιστοριογράφος Μπολάνιο; Είναι ένας ποιητής εκ πεποιθήσεως όπως ακριβώς και ο Προυστ όταν ισχυριζόταν πως το τελευταίο πράγμα που τον ενδιέφερε ήταν η πρόζα. Είναι το «τρομερό παιδί» αυτής της βαριάς λατινοαμερικανικής βιομηχανίας που περισσότερο από μισό αιώνα τώρα παράγει τις ανανεώσιμες πηγές της λογοτεχνίας. Είναι στην πράξη κι ο αμφισβητίας κάθε λογοτεχνικής κλίκας που στήνεται κατά τόπους, αν λάβει κανείς υπόψη του τη στάση που τήρησε απέναντι σε φαινόμενα τύπου Ιζαμπέλ Αλιέντε. Είναι όμως και ο εμπνευστής μιας λογοτεχνίας που δεν είναι ανώδυνη, δεν είναι χαλαρωτική και εξωραϊστική, είναι όμως εντέλει αυθεντική και ανακουφιστική.

Οι αναγνώστες είμαστε άνθρωποι και κολυμπάμε στα πάθη μας συχνά ανεξήγητα, κατακριτέα και αναιτιολόγητα. Δεν έχουμε ανάγκη κάποιον συγγραφέα που με αβρό τρόπο θα καλύψει τα πάντα ρίχνοντας ένα γλυκανάλατο μαγνάδι λέξεων πάνω στην ψυχή μας. Χρειαζόμαστε εκείνον που θα δώσει χώρο στη σκοτεινή μας πλευρά και θα μας βοηθήσει να κοιτάξουμε τη δική μας Μέδουσα όχι κατάματα αλλά στον καθρέφτη των ιστοριών του. Ο Μπολάνιο είναι ένας συγγραφέας αυτής της κατηγορίας.

Αναρωτιέται όμως κανείς πώς θα μπορούσε να συνθέσει ένα τέτοιο σπονδυλωτό Λεβιάθαν, τον οποίο ο ίδιος για πρακτικούς λόγους ζήτησε μετά θάνατον να χωριστεί και να δημοσιευτεί σε πέντε μέρη, χωρίς τις καταβολές που οφείλει να έχει ένας μεγάλος μυθιστοριογράφος. Η ακραία αφηγηματική του μέθοδος μου θυμίζει αυτό που έλεγε ο Μάρκες, ότι δηλαδή δεν θα μπορούσε να είχε γράψει τα «100 χρόνια μοναξιά» αν προηγουμένως δεν είχε την αναγνωστική εμπειρία της Καφκικής Μεταμόρφωσης.

Αντίστοιχα ο Μπολάνιο, παίζοντας ίσως καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο συγγραφέα της γενιάς του την παρτίδα του μεταμοντέρνου, συνδυάζει τον κραυγαλέο και αλλοπρόσαλλο Μέλβιλ του Μόμπι Ντικ, τον ονειρικά παράλογο Κάφκα της Δίκης αλλά και τη μαγεία του κόντρα ρεαλισμού του Μάρκες στα «100 χρόνια μοναξιά».

Στο αχανές τοπίο του Μπολάνιο χωράνε τα πάντα –ο καθαρόαιμος μυθιστορηματικός λόγος, η επίσημη Ιστορία, οι δοκιμιακές πινελιές, η προσφυής διακειμενικότητα. Χωρά όμως πρωτίστως αυτό το «φως που καίει» στις καρδιές των ανθρώπων και που το μοιράζονται μεταξύ τους, άλλοτε ξοδεύοντάς το αλόγιστα και άλλοτε τσιγκούνικα, μέχρι που τα ψυχρά χείλη του θανάτου θα το σβήσουν με ένα φύσημα.

Δεν στέκομαι στις αινιγματικές δολοφονίες γυναικών στη Σάντα Τερέσα, στην πρεμούρα τεσσάρων κριτικών να ανακαλύψουν το πραγματικό πρόσωπο πίσω από το λογοτεχνικό ψευδώνυμο Αρτισμπόλντι, δεν στέκομαι καν στην φαντασμαγορική επίδειξη σεξουαλικής ρώμης που κατακλύζει τις σελίδες του βιβλίου, στα γεωγραφικά και ιστορικά άλματα που επιχειρούνται κάθε τόσο, στις αλλαγές του σκηνικού και στον εναλλασσόμενο ρυθμό αφήγησης. Θα σταθώ όμως στον τρόπο που δένονται όλα αυτά, με μια λεπτή αδιόρατη κλωστή και με επίδειξη υψηλής μαεστρίας από τη μεριά του Μπολάνιο.

Το «2666» συγκεντρώνει χωρίς αμφιβολία όλα τα στοιχεία του must-read. Δεν μπορεί ο μέσος αναγνώστης να το προσπεράσει ανώδυνα, αν δεν θέλει να χάσει όχι μόνο ένα σημαντικό κομμάτι της σύγχρονης λογοτεχνίας αλλά και του κόσμου μες στον οποίο ζούμε όλοι μας. Ο μεταφραστικός μόχθος του Κρίτωνα Ηλιόπουλου μετέφερε στα καθ’ ημάς τη λικνιστική χάρη με την οποία γράφουν οι λατινοαμερικάνοι την ισπανική γλώσσα, κι αυτό είναι πέρα από την φροντισμένη και ακριβέστατη απόδοση των λέξεων και των εννοιών, το μεγαλύτερο επίτευγμα.

ΙΝΦΟ: Ρομπέρτο Μπολάνιο: «2666» Εκδόσεις Άγρα (μετάφραση: Κρίτων Ηλιόπουλος)