«Ταξίδι μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα»

Η παράσταση «Ταξίδι μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα» συνεχίζεται στο θέατρο οδού Κεφαλληνίας. 

«Ταξίδι μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα»

Το αυτοβιογραφικό αριστούργημα του Ευγένιου Ο’ Νιλ «Ταξίδι μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα», σε μετάφραση του Νίκου Γκάτσου και σκηνοθεσία του Δημήτρη Καραντζά, συνεχίζεται στο ιστορικό θέατρο της Κυψέλης για 2ο χρόνο με νέα ανανεωμένη διανομή. Ερμηνεύουν οι Μπέττυ Αρβανίτη, Αλέξανδρος Μυλωνάς, Αινείας Τσαμάτης, Aναστάσης Λαουλάκος και Ιωάννα Πιατά.

Από τα σημαντικότερα, κατά γενική ομολογία, ψυχολογικά δράματα του 20ού αιώνα, έργο διαποτισμένο με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία, ο -βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας (1936) και τέσσερα Πούλιτζερ- συγγραφέας ξεκίνησε να το γράφει τη δεκαετία του 1930, το ολοκλήρωσε το 1941 και το παρέδωσε στον εκδότη του την ίδια χρονιά, δηλώνοντας την επιθυμία του να μη δημοσιευθεί πριν περάσουν 25 χρόνια από τον θάνατό του. Στο έργο, που διαδραματίζεται μια καλοκαιρινή ημέρα του 1912 και παρουσιάζει μια τετραμελή αμερικανική οικογένεια να μετεωρίζεται ανάμεσα σε αισθήματα αγάπης και μίσους, ο μεγάλος Αμερικανός δραματουργός, σε πλήρη ωριμότητα, ουσιαστικά αναμοχλεύει όσα σχεδόν τραυματικά έζησε ως παιδί και όσα σημάδευσαν τη νεότητά του. Η παγκόσμια πρώτη παρουσίαση του έργου πραγματοποιήθηκε στη Στοκχόλμη, στο Βασιλικό Δραματικό Θέατρο, τον Φεβρουάριο του 1956, με θριαμβευτική υποδοχή, και ακολούθησαν αμέσως νέες παραγωγές του σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις και στη Νέα Υόρκη. Το 1962 μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο, με μεγάλη επιτυχία, από τον σκηνοθέτη Sidney Lumet, με πρωταγωνίστρια την Katharine Hepburn, ταινία που είχε επιτυχία και στο Φεστιβάλ των Καννών, με τους τέσσερις πρωταγωνιστές της να βραβεύονται για τις ερμηνείες τους. Στην Ελλάδα το έργο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά από το Εθνικό Θεάτρου το 1965 και ακολούθησαν σημαντικές παραγωγές του σε κρατικά θέατρα και ιδιωτικούς θιάσους.

Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Καραντζάς σημειώνει: «Τα μέλη της οικογένειας Τάιρον (που στην πραγματικότητα είναι η οικογένεια του συγγραφέα) ξεφλουδίζουν το τραύμα τους, σ’ ένα σκηνικό στο οποίο επικρατούν η ομίχλη και οι ψευδαισθήσεις. Ένα τοπίο γεμάτο αντανακλάσεις επεκτείνεται σε όλο το θέατρο και ανάμεσα στους θεατές. Το τραύμα, τα οικογενειακά τραπέζια, οι εξαρτήσεις και οι εθισμοί αρχίζουν σιγα-σιγά να "ξεθολώνουν", τα πρόσωπα προσεγγίζουν οδυνηρά την αλήθεια και τα φαντάσματα ζωντανεύουν προκειμένου να κλείσουν την πληγή και να συμφιλιωθούν με τις ανεπάρκειές τους.