Η «σπασμένη στάμνα» του Χάινριχ φον Κλάιστ στο Εθνικό

Μια ενδιαφέρουσα εκδοχή ενός αριστουργήματος.

Η «σπασμένη στάμνα» του Χάινριχ φον Κλάιστ  στο Εθνικό

Επισημαίνουμε συχνά την ηχηρή απουσία της Γερμανικής λογοτεχνίας από την πεζογραφία του 19ου αιώνα αλλά ξεχνάμε τον Χάινριχ φον Κλάιστ.

Δραματουργός και πεζογράφος ο Κλάιστ επέδρασε καθοριστικά στις κατοπινές εξελίξεις στον κόσμο των γραμμάτων. Μπορεί πράγματι κανείς να εντοπίσει την επιρροή του σε όλα τα κινήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας από τον ρεαλισμό μέχρι τον εξπρεσιονισμό και τον υπαρξισμό. Αρκεί να σκεφτεί κανείς πως ο Κλάιστ ήταν σημείο αναφοράς για συγγραφείς όπως ο Κάφκα.

Με πεζογραφήματα όπως η Μαρκησία του Ο και ο Μίκαελ Κόλχαας ο Κλάιστ έδωσε το παρών για λογαριασμό της Γερμανικής γλώσσας στην κοσμογονία του ευρωπαϊκού μυθιστορήματος.

Ανάμεσα στα θεατρικά του «Η Καίτη από το Χάιλμπρον» και «Η σπασμένη στάμνα» είναι δυο έργα που θεμελίωσαν την υστεροφημία του.

Ο Χάινριχ φον Κλάιστ είναι από τους εισηγητές της νεωτερικότητας. Οι χαρακτήρες του παραπέμπουν απευθείας σε αρχέτυπα, τα πεζά του διακρίνονται από ένα γεωμετρικό σχεδιασμό και τα θεατρικά του έχουν έντονο το υπαρξιστικό στοιχείο. Η απόσταση από τη «Σπασμένη στάμνα» μέχρι το «Περιμένοντας τον Γκοντό» και το «Τέλος του παιχνιδιού» δεν είναι μεγάλη και ο Κλάιστ φαντάζει άμεσος πρόδρομος του Μπέκετ και του Ιονέσκο.

Στο πνεύμα αυτής της δραματουργικής συγγένειας είναι οικοδομημένη και η παράσταση της «Σπασμένης στάμνας» στο Εθνικό. Η μετάφραση του Δεπάστα παραδίδει στους συντελεστές της ένα κείμενο ολοζώντανο στη γλώσσα μας. Από κει και πέρα ο Ακύλλας Καραζήσης και ο Νίκος Χατζόπουλος αναλαμβάνουν να σκηνοθετήσουν με πολύ διακριτικό τρόπο αυτό το λαϊκό αριστούργημα. Φαίνεται ότι οι ηθοποιοί-σκηνοθέτες καταφέρνουν να δαμάσουν τον ναρκισισμό τους προς όφελος της παράστασης. Τα τελευταία χρόνια έχουμε γίνει μάρτυρες σκηνοθετικής αυθαιρεσίας και βαρβαρότητας και είναι πραγματικά ευχάριστη έκπληξη μια τόσο ήπια σκηνοθετική παρέμβαση. Τα σκηνικά και τα κοστούμια της Κλειούς Μπομπότη και της Βασιλικής Σύρμα κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση, δίνοντας ένα μινιμαλιστικό αλλά και μοντέρνο χαρακτήρα στο όλο εγχείρημα.

Από τους ηθοποιούς ξεχωρίσαμε φυσικά τους συν-σκηνοθέτες, καθώς ο Ακύλλας Καραζήσης εξισορροπεί την υποκριτική πλημμυρίδα του Νίκου Χατζόπουλου, την εκπληκτική Μάρθα Φριντζήλα για το τέμπο και τη λαϊκή ερμηνεία της με μια μικρή εύστοχη δόση Ρένας Βλαχοπούλου, τον Θάνο Τοκάκη με το ταμπεραμέντο «νέου της εποχής», τις δύο υπηρέτριες που δεν ξέφυγαν ούτε στιγμή από το σκηνοθετικό εύρημα μέσα στο οποίο ήταν εγκλωβισμένες, και την Κίττυ Παϊτατζόγλου που το δραματικό της προφίλ λειτουργούσε ως αντίστιξη στη διάχυτη κωμική ατμόσφαιρα.