Οι φωτιές του Αϊ Γιάννη
Το έθιμο του κλήδονα και οι φωτιές του Άι Γιάννη. Το ποίημα του Γιώργου Σεφέρη.
Οι ΦΩΤΙΕΣ ΤΟΥ ΑΪ ΓΙΑΝΝΗ
Η μοίρα μας, χυμένο μολύβι, δεν μπορεί ν’ αλλάξει
δεν μπορεί να γίνει τίποτε.
Έχυσαν το μολύβι μέσα στο νερό κάτω από τ’ αστέρια
κι ας ανάβουν οι φωτιές.
…Μα εσύ που γνώρισες τη χάρη της πέτρας
πάνω στο θαλασσόδαρτο βράχο
το βράδυ που έπεσε η γαλήνη
άκουσες από μακριά την ανθρώπινη φωνή της μοναξιάς
και της σιωπής μέσα στο κορμί σου
τη νύχτα εκείνη του αϊ-Γιάννη
όταν έσβησαν όλες οι φωτιές
και μελέτησες τη στάχτη κάτω από τ’ αστέρια.
Ολυμπιακός: Η συμβολή του… Βαλμπουενά
Γιώργος Σεφέρης, Τετράδιο Γυμνασμάτων
Σε λίγα πράγματα στηρίζεται τόσο ο λαϊκός πολιτισμός όσο στα έθιμα, πολλά από τα οποία μας κληροδότησε η αρχαιότητα. Ο Κλήδονας είναι ένα από αυτά. Συνδεδεμένος με το θερινό ηλιοτρόπιο και με τον κύκλο μαντείας και κάθαρσης επιστρατεύθηκε για να δώσει μια δόση μαγείας στη γιορτή του Αϊ Γιάννη.
Η λέξη κλήδονας έρχεται από τα ομιχλώδη βάθη του χρόνου και παραπέμπει στον οιωνό. Συναντάται στον Ηρόδοτο, στον Παυσανία και στον Προμηθέα Δεσμώτη ενώ ως επίθετο (κληδόνιος) χαρακτηρίζει τον Δία και τον Ερμή, καθώς αυτοί έδιναν τους κληδόνες, δηλαδή τους οιωνούς στους ανθρώπους.
Στον χριστιανικό κόσμο ισοδυναμούσε με απαγορευμένη λέξη από Οικουμενική Σύνοδο του 7ου αι. η οποία επέβαλε την αντικατάσταση του εθίμου με αγιασμό και ευχές και απειλούσε με αφορισμό τους παραβάτες. Η πολεμική της εκκλησίας αποτυπώνεται σε εκφράσεις του τύπου αυτά τα λεν στον κλήδονα ή τέτοια να λες στον κλήδονα ως συνώνυμα της ελαφρότητας.
Το έθιμο πάντως επιβίωσε σε πείσμα του θρησκευτικού φανατισμού και σύμφωνα με αυτό οι ανύπαντρες κοπέλες μαζεύονταν σ’ ένα από τα σπίτια του χωριού. Μια από όλες πήγαινε στο πηγάδι για να αντλήσει το «αμίλητο νερό» και στην επιστροφή δεν επιτρεπόταν να μιλήσει σε κανένα. Για να δουν τώρα τα κορίτσια τον μελλοντικό πρίγκιπα στα όνειρά τους θα έπρεπε να ρίξουν ένα προσωπικό αντικείμενο στο πήλινο δοχείο με το νερό και να προσευχηθούν στον Άι Γιάννη. Στη συνέχεια το δοχείο σκεπαζόταν με κόκκινο ύφασμα κι έμενε στο ύπαιθρο ολονυχτίς.
Αυτή η μαντική διαδικασία ωθεί ίσως και τον ποιητή να γράψει το ολιχόστιχο «Δημοτικό» του:
Τα μονοκοτυλήδονα
και τα δικοτυλήδονα
ανθίζανε στον κάμπο
σου το ’χαν πει στον κλήδονα
και σμίξαμε φιλήδονα
τα χείλια μας, Μαλάμω!
Την παραμονή του Άι Γιάννη του Πρόδρομου επικρατούσαν και πυρολατρικά έθιμα στα οποία περιλαμβάνονται κυρίως οι φωτιές του Αϊ Γιαννιού του Φανιστή, ή Ριζικάρη ή Ριγανά, όπως ονομάζεται κατά τόπους ο Άγιος.
Οι φωτιές του Αϊγιαννιού, στήνονταν συνήθως σε σταυροδρόμια συνοικιών με την κάθε γειτονιά να επιδιώκει το πιο εντυπωσιακό θέαμα. Χρησιμοποιούνταν κυρίως εύφλεκτα αντικείμενα και το μαγιάτικο στεφάνι. Μικροί και μεγάλοι πηδούσαν πάνω από τη φωτιά, με σκοπό την κάθαρση και την απαλλαγή από κάθε κακό.
Στην σύγχρονη εποχή της τεχνολογίας και του ορθολογισμού, τα λαϊκά έθιμα έχουν περιοριστεί σημαντικά. Και αν οι φωτιές του Άι Γιάννη επιβιώνουν σε κάποια σημεία της χώρας με χαρακτήρα αυστηρά φολκλορικό, η μαντική διαδικασία της στάμνας ανήκει πια στη σφαίρα του παραμυθιού. Η σιβυλλική αναφορά στις φωτιές του Άι Γιάννη από τον Γιώργο Σεφέρη θα μείνει ίσως να θυμίζει στους κατοπινούς μια εποχή που η θρησκευτική ζωή αποτελούσε ζωντανό κομμάτι της καθημερινότητας των Ελλήνων συνδέοντάς τους με τα προγονικά ήθη της αρχαιότητας.