Καρδιομεταβολικός κίνδυνος και lockdown

Η αναπόφευκτη μειωμένη κατανάλωση ενέργειας λόγω έλλειψης της κίνησης είναι ασύμβατη με τον άνθρωπο και υπονομεύει όλες τις λειτουργίες και τα συστήματα του σώματος.

Καρδιομεταβολικός κίνδυνος και lockdown

Αν και η ακινησία αποτελεί φυσιολογική και αναγκαία λειτουργία του σώματος κατά τον ύπνο ή μετά από κοπιαστική εργασία ή άσκηση (περίοδος ξεκούρασης), η παράτασή της πέρα από κάποιο όριο καθίσταται επιβλαβής. Η σχέση μεταξύ ανασκησίας και επιπτώσεων στον μεταβολισμό, το λιπιδαιμικό προφίλ, το κοιλιακό λίπος, την αρτηριακή πίεση και τους δείκτες λειτουργίας του καρδιοκυκλοφορικού και μυϊκού συστήματος είναι δοσοεξαρτώμενη, είναι δηλαδή σχέση μεταξύ δόσης και αποτελέσματος. Η μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου είναι ένας δείκτης εκτίμησης της μέγιστης απόδοσης του καρδιαναπνευστικού συστήματος και των σκελετικών μυών, επομένως της υγείας του καρδιοκυκλοφορικού και μυϊκού συστήματος και η μείωσή του μπορεί να οφείλεται σε νόσημα ή στην καθιστική ζωή.

Σε άτομο 70 ετών με μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου 25 ml/χιλιόγραμμο/λεπτό η διακοπή της άσκησης μετά από 4 εβδομάδες μεταφράζεται σε απώλεια 14% της μέγιστης κατανάλωσης οξυγόνου που αντιστοιχεί σε μία ελάττωση 3,75 ml/χιλιόγραμμο /λεπτό. Αυτό με τη σειρά του οδηγεί σε 12% αύξηση στη θνητότητα και στην πιθανότητα θανάτου. Άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι ύστερα από 2 εβδομάδες μείωσης δραστηριότητας σε υγιείς η μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου μειώνεται κατά 7%, ενώ σε ηλικιωμένους 60 ετών και άνω ήταν διπλάσια σε σχέση με τους νέους. Βρέθηκε, επίσης, ότι 20 ημέρες κατάκλισης συνεπάγονται απώλεια της μέγιστης κατανάλωσης οξυγόνου κατά 28% και του όγκου της καρδιάς κατά 11%.

Κατά την άσκηση παρατηρείται αγγειοδιαστολή και γένεση νέων αγγείων (αγγειογένεση) με αποτέλεσμα τη μείωση της αρτηριακής πίεσης και τη βελτίωση του προφίλ των λιπιδίων και της εναπόθεσης του κοιλιακού λίπους καθώς και ευαισθησία των κυττάρων στη δράση της ινσουλίνης. Επιπλέον, ομαλοποιείται ο μικροβιακός πληθυσμός του εντέρου (μικροβίωμα) και διατηρείται ένα αντιαθηρογενές περιβάλλον.

Η ακινησία-υποκινησία επιφέρει τα αντίθετα αποτελέσματα. Η ελάττωση της φυσικής δραστηριότητας κάτω από 5.000 βήματα την ημέρα μέσα σε λίγες ημέρες καταργεί την αγγειοδιαστολή και την αυξημένη ροή του αίματος, μετά από 10 μέρες επέρχεται ελάττωση της μικροκυκλοφορίας, ενώ μετά από 21 ημέρες μειώνεται η λειτουργία των μιτοχονδρίων και διαταράσσονται σε όλα τα επίπεδα οι μεταβολικές οδοί χρησιμοποίησης του οξυγόνου μέσα στους μυς.

Η καθιστική ζωή σε υγιείς οδηγεί σε διαταραχές των μηχανισμών ρύθμισης της όρεξης. Η πνευματική εργασία σε καθιστικά άτομα αυξάνει την όρεξη και την επιθυμία για φαγητό. Στον μηχανισμό εμπλέκεται μία ουσία, η οποία ονομάζεται γκρελίνη, που συντίθεται στα κύτταρα του στομάχου και αποκαλείται ορμόνη της πείνας. Τα επίπεδά της αυξάνονται πριν από το γεύμα και επανέρχονται στα φυσιολογικά μετά το γεύμα. Η παραγωγή της διαταράσσεται επί υπερφαγίας και οδηγεί σε καταβολισμό των μυών.

Όλα τα ανωτέρω συμβάλλουν σε μια ύπουλη, χαμηλού βαθμού φλεγμονή, λόγω οξειδωτικού στρες, με αποτέλεσμα τον καταβολισμό των μυών και τη μειωμένη ανασύνθεση πρωτεϊνών.

Δρόσος Βενετούλης

Πνευμονολόγος, τ. δ/ντής ΜΕΘ Τζανείου Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά