Από τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στον Τζορτζ Φλόιντ: Τα φυλετικά εγκλήματα που συντάραξαν την Αμερική

Η δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ από αστυνομικό στη Μινεάπολη είναι δυστυχώς ακόμα ένα θλιβερό παράδειγμα της φυλετικής και κοινωνικής ανισότητας, η οποία έχει διαποτίσει σχεδόν όλη την ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

Από τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στον Τζορτζ Φλόιντ: Τα φυλετικά εγκλήματα που συντάραξαν την Αμερική

Από τη σύσταση της χώρας, ο θεσμός της δουλείας δημιούργησε ένα απαράδεκτο ιστορικό προηγούμενο για τους Αφροαμερικανούς πολίτες και στην ουσία αντικαταστάθηκε από τους νομοθετικά θεσμοθετημένους φυλετικούς διαχωρισμούς και τις ρατσιστικές οργανώσεις με δολοφονική δράση εις βάρος των μειονοτήτων, ιδιαίτερα στον συντηρητικό Νότο, ως υπόλειμμα της Συνομοσπονδίας. Για πολλά χρόνια, οι Αφροαμερικανοί πολίτες της χώρας κυνηγήθηκαν, εξαθλιώθηκαν, απομονώθηκαν, φυλακίστηκαν, μην έχοντας τις ίδιες ευκαιρίες στην εκπαίδευση, την υγεία, τη ζωή και την ίδια αντιμετώπιση στα μάτια του Νόμου. Τη δεδομένη στιγμή στις ΗΠΑ η κατάσταση θυμίζει εμπόλεμη ζώνη. Ο μαρτυρικός θάνατος του Φλόιντ στα χέρια της αστυνομίας ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, για μια κοινωνία στα έγκατα της οποίας σιγόβραζε για δεκαετίες ολόκληρες η οργή για τις κοινωνικές ανισότητες και τα εγκλήματα βίας εις βάρος των μειονοτήτων.Ο Τζορτζ Φλόιντ δυστυχώς δεν ήταν ο πρώτος...

Η βομβιστική επίθεση στο Μπέρμιγχαμ της Αλαμπάμα

Ένα από το πιο σοκαριστικά περιστατικά βίας εις βάρος της αφροαμερικανικής κοινότητας στον διαχωρισμένο Νότο έλαβε χώρα στις 15 Σεπτεμβρίου 1963, ημέρα Κυριακή, στο Μπέρμιγχαμ της Αλαμπάμα. Τέσσερα μέλη από την τοπική Κου Κλουξ Κλαν ανατίναξαν εκκλησία αφροαμερικανών Βαπτιστών, τοποθετώντας τουλάχιστον 15 κομμάτια δυναμίτη ενωμένα με ωρολογιακό μηχανισμό κάτω από τα σκαλιά στην ανατολική πλευρά της εκκλησίας. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ είχε περιγράψει τη συγκεκριμένη επίθεση ως το «πιο μοχθηρό και τραγικό έγκλημα που διεπράχθη ποτέ κατά της ανθρωπότητας». Η έκρηξη σκότωσε τέσσερα νεαρά κορίτσια και τραυμάτισε ακόμα 22 άτομα. Τα τέσσερα θύματα ήταν οι 14χρονες Άντι Μέι Κόλινς, Σίνθια Ουέσλεϊ και Κάρολ Ρόμπερτσον και η 11χρονη Ντενίς Μακ Νάιρ. Λίγες ώρες μετά τη βομβιστική επίθεση, ακολούθησαν βίαια επεισόδια στην πόλη, με αναφορές της εποχής να κάνουν λόγο για ομάδες λευκών και μαυρών να πετούν τούβλα ο ένας στον άλλο και να εκτοξεύουν προσβολές. Μόλις ένα 24ωρο μετά το συμβάν πέντε επιχειρήσεις και σπίτια είχαν πυρποληθεί και αμέτρητα αυτοκίνητα, τα οποία ανήκαν κυρίως σε λευκούς, λιθοβολήθηκαν από τους οργισμένους διαδηλώτες.Αν και το FBI γνώριζε από το 1966 ότι οι δράστες της επίθεσης ήταν τέσσερα γνωστά μέλη της Κου Κλουξ Κλαν (Τόμας Έντγουιν Μπλάντον Τζ., Χέρμαν Φρανκ Κας, Ρόμπερτ Έντουαρντ Τσάμπλις, Μπόμπι Φρανκ Τσέρι), δεν έγιναν διώξεις μέχρι το 1977, όταν έγινε προσπάθεια ο Τσάμπλις να καταδικαστεί για τον φόνο της 11χρονης Μακ Νάιρ. Τελικά, οι δύο από τους δράστες, οι Μπλάντον Τζ. και Τσέρι, καταδικάστηκαν σε ισόβια φυλάκιση το 2001 και το 2002 για τους τέσσερις φόνους. Ο Κας πέθανε το 1994 και δεν του απαγγέλθηκαν ποτέ κατηγορίες. Το θλιβερό αυτό έγκλημα έμελλε να αποτελέσει ένα σημαντικό ορόσημο στον αγώνα των δικαιωμάτων, ενώ συνέβαλε σημαντικά στο να περάσει στο Κονγκρέσο ο νόμος περί δικαιωμάτων το 1964.

Η δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ

Η πολιτική ατμόσφαιρα ήταν τεταμένη τις πρώτες ημέρες του Απριλίου του 1968 στις ΗΠΑ, και ειδικότερα στο Μέμφις, το οποίο ήταν το επίκεντρο των φυλετικών ταραχών. Στις 12 Φεβρουαρίου οι 1.300 εργάτες καθαριότητας της πόλης, Αφροαμερικανοί στη συντριπτική πλειονότητά τους, ξεκίνησαν απεργία, διεκδικώντας μισθολογικές αυξήσεις και κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων στην εργασία. Η καταιγίδα ξέσπασε για τα καλά στις 28 Μαρτίου, μετά τη δολοφονία 16χρονου μαύρου από σφαίρες αστυνομικού όπλου στη διάρκεια πορείας αλληλεγγύης προς τους απεργούς, η οποία έδωσε το έναυσμα για νέο γύρο διαδηλώσεων και επεισοδίων. Μέσα σε αυτό το κλίμα, ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έφτασε στο Μέμφις για να πραγματοποιήσει τη δική του πορεία. Εις βάρος του είχαν γίνει ήδη απόπειρες δολοφονίας. Στις 4 Απριλίου, ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ πέρασε τη μέρα του στον δεύτερο όροφο του ξενοδοχείου «Λορέν», στο Μέμφις, όπου συσκέφθηκε για ώρες με τους συνεργάτες του, προετοιμάζοντας την ομιλία του και συζητώντας τα πρακτικά προβλήματα της πορείας. Στις 6 το απόγευμα βγήκε να πάρει καθαρό αέρα στο μπαλκόνι της οδού Μέλμπερι, στηρίχθηκε στο κιγκλίδωμα και αστειεύτηκε με έναν συνεργάτη του, στο ισόγειο του ξενοδοχείου, που ετοιμαζόταν να βγάλει το αυτοκίνητό του από το πάγκινγκ. Έπειτα έκανε να ξαναμπεί στο δωμάτιο, χαμογελώντας ακόμα για κάποιο αθώο πείραγμα του συντρόφου του. Εκεί, με το χαμόγελο στα χείλη, τον βρήκε η σφαίρα μιας κυνηγετικής καραμπίνας «Ρέμινγκτον», από το παράθυρο της απέναντι πανσιόν. Το επόμενο δευτερόλεπτο, ο άνθρωπος που ενσάρκωσε όσο κανείς, στον ταραγμένο 20ό αιώνα, την αγάπη και την αδελφοσύνη βρέθηκε ξαπλωμένος μέσα σε μια λίμνη αίματος, με μια σφαίρα σφηνωμένη στο σβέρκο του... Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο όπου και διαπιστώθηκε ο θάνατός του. Ήταν 39 χρόνων. Η είδηση της δολοφονίας του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ διαπέρασε ταχύτατα τα γκέτο και τις μαύρες φτωχογειτονιές, από το Μισισίπι μέχρι το Μπρούκλιν. Οι Αφροαμερικανοίι ξεχύθηκαν στους δρόμους με όπλα, μολότοφ, πέτρες, λοστούς, ρόπαλα και με συνθήματα «Θα μας το πληρώσετε!» κατέκλυσαν όλη τη χώρα. Ο πρόεδρος Τζόνσον ανέβαλε το ταξίδι του στη Χαβάη για το βιετναμικό, καθώς ένα «δεύτερο Βιετνάμ» είχε ανοίξει μέσα στις ίδιες τις ΗΠΑ. Η δολοφονία του Κινγκ είναι μία από τις σημαντικότερες στιγμές της αμερικανικής ιστορίας. Πήρε τεράστια έκταση όχι μόνο στην Αμερική, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο, παρόμοια με αυτή της δολοφονίας Κένεντι. Από το 2000 η «Ημέρα Μάρτιν Λούθερ Κινγκ» θεωρείται εθνική αργία και στις 50 πολιτείες των ΗΠΑ.

Η θανατηφόρα σύλληψη του Άρθουρ Μακ Ντάφι

Στις 17 Δεκεμβρίου 1980 στο Μαϊάμι, αστυνομικοί κατεδίωκαν τον 33χρονο Άρθουρ Μακ Ντάφι, ο οποίος οδηγούσε μια μηχανή «Καβασάκι». O Μακ Ντάφι είχε συγκεντρώσει πολλές κλήσεις στο όνομά του, ενώ οδήγουσε με μη έγκυρο δίπλωμα. Η Αστυνομία τον κυνήγησε για 8 λεπτά μέσα σε κατοικημένους δρόμους με ταχύτητες που ξεπερνούσαν τα 130 χλμ. την ώρα. Τελικά, οι αστυνομικοί τον ακινητοποίησαν, προκαλώντας του ωστόσο θανατηφόρα τραύματα στο κεφάλι. Ο άτυχος Αφροαμερικανός μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, όπου ξεψύχησε τέσσερις μέρες αργότερα. Στη δίκη που ακολούθησε οι εμπλεκόμενοι αστυνομικοί απαλλάχθηκαν, παρά το γεγονός ότι αλλοίωσαν την έκθεση του συμβάντος για να αποποιηθούν τις ευθύνες τους, παρουσιάζοντας τα χτυπήματα που δέχθηκε ο Μακ Ντάφι στο κεφάλι σαν ατύχημα. Η απόφαση του δικαστηρίου έφερε οργή στο Μαϊάμι, το οποίο από τις 17 μέχρι τις 20 Μαΐου τυλίχθηκε στη δίνη των διαδηλώσεων και των επεισοδίων. Ο τραγικός απολογισμός του ξεσηκωμού ανήλθε στους 18 νεκρούς, 350 τραυματίες και 600 συλληφθέντες. Οι ταραχές στο Μαϊάμι ήταν οι πιο θανατηφόρες, μέχρι τις ταραχές στο Λος Άντζελες 12 χρόνια αργότερα.

Ο θάνατος του Φρέντι Γκρέι υπό αστυνομική κράτηση

Στις 12 Απριλίου 2015, στη Βαλτιμόρη, ο Φρέντι Γκρέι, ένας 25χρονος Αφροαμερικανός, συνελήφθη βίαια από την Αστυνομία της Βαλτιμόρης και κατηγορήθηκε εν συνεχεία για κατοχή μαχαιριού. Την ώρα που μεταφερόταν στο βαν της Αστυνομίας, ο Γκρέι έπεσε σε κώμα και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, για να αφήσει τελικά την τελευταία του πνοή στις 19 Απριλίου. Ο θάνατός του προκλήθηκε από τραύματα στη σπονδυλική στήλη. Λίγες μέρες μετά, άνοιξε ερευνα για τις συνθήκες του θανάτου του και έξι αστυνομικοί τέθηκαν σε διαθεσιμότητα. Την 1η Μαΐου οι έξι αστυνομικοί κατηγορήθηκαν για ανθρωποκτονία, έπειτα από σχετική εισήγηση ιατροδικαστή. Οι κατηγορούμενοι αντιμετώπιζαν ποινές φυλάκισης ακόμα και 30 ετών, ωστόσο άπαντες απαλλάχθηκαν από τις κατηγορίες, προκαλώντας τεράστιες αντιδράσεις. Η δολοφονία του Γκρέι, αλλά και τα βίντεο της σύλληψής του που κυκλοφόρησαν στο διαδίκτυο, πυροδότησαν διαδηλώσεις και ταραχές στην πόλη, ενώ επιδείνωσαν την ένταση σε εθνικό επίπεδο σχετικά με την αστυνομική μεταχείριση των μειονοτήτων.

"Δεν μπορώ να αναπνεύσω"

Ένα ανατριχιαστικό βίντεο ξεκίνησε να κάνει τον γύρο του διαδικτύου από την περασμένη Τρίτη. Στο βίντεο ένας αστυνομικός πιέζει με το γόνατό του τον λαιμό ενός άοπλου Αφροαμερικανού, ο οποίος είναι ακινητοποιημένος και ξαπλωμένος στο πεζοδρόμιο, κατά τη σύλληψή του στη Μινεάπολη. Το θύμα εκλιπαρεί τον αστυνομικό να τον αφήσει να ζήσει, επαναλαμβάνοντας πολλές φορές τη φράση «δεν μπορώ να αναπνεύσω». Λίγα λεπτά μετά είναι σαφές ότι ο άτυχος άνδρας δεν αναπνέει πια. Το όνομά του ήταν Τζορτζ Φλόιντ, ο οποίος έμελλε να γίνει σύνθημα στο στόμα εκατομμυρίων ανθρώπων στις ΗΠΑ, που έχουν κουραστεί από εικόνες ρατσισμού, φυλετικών διακρίσων και αστυνομικής βίας. Όσο το βίντεο κυκλοφορεί τόσο η οργή των Αμερικανών πολιτών μεγαλώνει. Διαδηλώσεις και πορείες λαμβάνουν χώρα σταδιακά σε πολλές πόλεις των ΗΠΑ. Ο Ντέρεκ Σόβιν, ο αστυνομικός που με απάθεια σκότωσε έναν άνθρωπο, αποπέμπεται από το σώμα, όπως και ακόμα τρεις συνάδελφοί του, οι οποίοι ήταν παρόντες στο συμβάν, αλλά δεν παρεμβαίνουν. Ωστόσο, κατηγορίες δεν απαγγέλλονται. Η οργή του κόσμου μεγαλώνει. Οι πορείες, οι διαδηλώσεις και οι ταραχές γίνονται ένα καθημερινό φαινόμενο σε όλες τις ΗΠΑ, αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Πολίτες από κάθε κοινωνική τάξη, φυλή και θρησκεία ζητούν δικαιοσύνη για τον Τζορτζ, ακόμα ένα θύμα της φυλετικής και αστυνομικής βίας. Έπειτα από τεράστιες αντιδράσεις, ο Ντέρεκ Σόβιν συλλαμβάνεται με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας. Λίγες μέρες μετά, απαγγέλλονται κατηγορίες και στους άλλους τρεις αστυνομικούς, ενώ η Εισαγγελία της Μινεσότα αυξάνει την κατηγορία κατά του Σόβιν σε ανθρωποκτονία δευτέρου βαθμού, όπως ανακοίνωσε η κυβερνήτης Έιμι Κλόμπουσαρ.

Αντί επιλόγου

Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, οι διαδηλώσεις, οι πορείες διαμαρτυρίας, αλλά και τα επεισόδια για τον άδικο χαμό του Φλόιντ συνεχίζονται σε πολλές πόλεις των ΗΠΑ, παρά τις απειλές του Ντόναλντ Τραμπ για αποκατάσταση της τάξης με την προέλαση του στρατού. Το λεγόμενο «αμερικανικό όνειρο» έχει ξεγυμνωθεί, ενώ οι υποτιθέμενες αρχές της ελευθερίας και της ισότητας που διέπουν το κράτος δικαίου έχουν αποδειχθεί πέρα για πέρα σαθρές. Η οργή, ο θυμός και το σύνθημα «δεν μπορώ να αναπνεύσω» δονούν την ατμόσφαιρα. Πλέον οι φωνές, που απαιτούν την αλλαγή, μια πραγματική αλλαγή και όχι απλά ακόμα μια λύση παρηγοριάς, είναι περισσότερες από ποτέ. Η αίσθηση ότι η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο δίνει ένα κίνητρο στους διαμαρτυρόμενους να πιέσουν το κράτος να προστατεύει πραγματικά και όχι επιλεκτικά όλους τους πολίτες του. Τίποτα δεν μπορεί να φέρει πίσω τα θύματα της φυλετικής και της αστυνομικής βίας. Αλλά το λιγότερο που αξίζουν είναι η απόδοση δικαιοσύνης, με την ελπίδα ότι κάποια μέρα δεν θα υπάρξει άλλος. Ποτέ ξανά. Τον Απρίλιο του 1963, ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έγραψε από τη φυλακή του Μπέρμιγχαμ της Αλαμπάμα μια παθιασμένη επιστολή για τη δικαιοσύνη και την ισότητα. Τα λόγια του σήμερα ακούγονται πιο επίκαιρα από ποτέ:

«Έχω φθάσει στο θλιβερό συμπέρασμα ότι το μεγάλο εμπόδιο του νέγρου (sic) στην πορεία του προς την ελευθερία δεν είναι ο τύπος της Κου Κλουξ Κλαν, αλλά ο μετριοπαθής λευκός. Αυτός ο λευκός που είναι αφοσιωμένος περισσότερο στην “τάξη” παρά στη Δικαιοσύνη, που προτιμά την αρνητική ειρήνη ~την απουσία της έντασης~ από τη θετική ειρήνη ~την παρουσία της Δικαιοσύνης».

Αν λοιπόν πρέπει να κρατήσουμε κάτι, ας είναι ότι η ισότητα είναι πανανθρώπινη υπόθεση.