Αποζημίωση σε «κόκκινο» οφειλέτη λόγω... εισπρακτικής εταιρείας - Όλο το σκεπτικό
O προσφεύγων είχε δώσει προσωπικά του στοιχεία στην τράπεζα, όπως του ζητήθηκε, προκειμένου να συναφθεί η σύμβαση χορήγησης πιστωτικής κάρτας.
Αποζημίωση ύψους 5.869,40 ευρώ καλείται να πληρώσει σε πελάτη του, κάτοχο πιστωτικής κάρτας, ελληνικό τραπεζικό ίδρυμα για παραβίαση προσωπικών του δεδομένων, σύμφωνα με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Όπως αναφέρει η ιστοσελίδα, dikastiko.gr, o προσφεύγων είχε δώσει προσωπικά του στοιχεία στην τράπεζα, όπως του ζητήθηκε, προκειμένου να συναφθεί η σύμβαση χορήγησης πιστωτικής κάρτας. Όταν η οφειλή του «κοκκίνισε» η εγκαλούμενη τράπεζα την ανέθεσε σε εισπρακτική εταιρεία δίνοντας και προσωπικά του στοιχεία χωρίς να τον ενημερώσει .
Το δικαστήριο έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι κάθε διαβίβαση δεδομένων οφειλέτη, χωρίς την προηγούμενη εξατομικευμένη ενημέρωσή του , συνιστά αυτοτελή παράβαση των διατάξεων του Ν. 2472/1997 περί προσωπικών δεδομένων. Και ως εκ τούτου, στην προκειμένη περίπτωση, η Τράπεζα με την πράξη της προσέβαλε την προσωπικότητα του ενάγοντος και προκάλεσε σε αυτόν σημαντική ηθική βλάβη.
Το σκεπτικό
Μάλιστα, όπως σημειώνεται στην απόφαση, «Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου δεν ανασκευάζεται από την εκ μέρους της εναγομένης επικαλούμενη αποστολή, κατά τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο του έτους 2011, μαζί με το λογαριασμό του τρέχοντος μηνός, σε όλους ανεξαιρέτως τους πελάτες της, μεταξύ των άλλων και στον ενάγοντα, των νέων όρων των συμβάσεων πιστωτικών καρτών εκδόσεως της, στους οποίους περιλαμβάνεται και ο υπ’ αριθμ. 14.5 όρος, σύμφωνα με τον οποίο:
«Σε περίπτωση που οποιοδήποτε μέρος της ελάχιστης μηνιαίας καταβολής δεν εξοφληθεί εμπρόθεσμα, η τράπεζα ειδοποιεί σχετικά τον κάτοχο για τις συνέπειες της παραλείψεως αυτής ή αναθέτει την ειδοποίηση σε τρίτους (Ν. 3578/2009, όπως εκάστοτε ισχύει) και για να περιορίσει τον εντεύθεν αυξανόμενο κίνδυνο, αφενός παρακολουθεί ειδικά τη συγκεκριμένη οφειλή και αφετέρου δικαιούται να περιορίσει το πιστωτικό όριο ή και να αναστείλει τη δυνατότητα χρήσης της κάρτας, μέχρι την εξόφληση των ληξιπροθέσμως οφειλομένων», αλλά ούτε και από τη σχετική βεβαίωση της εναγομένης, στην οποία διαλαμβάνεται ότι οι νέοι αυτοί όροι, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγεται και ο προεκτεθείς, εστάλησαν με σχετική επιστολή στον ενάγοντα μαζί με το εκκαθαριστικό της κάρτας του, εκδόσεως στις 24-3-2011 και ότι ο ενάγων αποδέχθηκε αυτούς ανεπιφύλακτα και ουδέποτε αμφισβήτησε, διότι στα εν λόγω έγγραφα ουδεμία μνεία γίνεται για τη συγκεκριμένη εταιρία ενημέρωσης (επωνυμία, έδρα και λοιπά στοιχεία περί της ταυτότητας αυτής), στην οποία επρόκειτο να διαβιβαστούν από την εναγομένη τα προσωπικά δεδομένα του ενάγοντος.
Δηλονότι, σε κανένα όρο της σύμβασης ή των επιστολών της εναγομένης, δεν γίνεται αναφορά των συγκεκριμένων εταιριών, που θα τηρούν ή στις οποίες θα διαβιβάζονται τα προσωπικά δεδομένα του ενάγοντος οφειλέτη.
Άλλωστε, ως «συγκατάθεση», υπό την έννοια του Ν. 2472/1997, ορίζεται η ελεύθερη, ρητή και ειδική δήλωση βούλησης, που εκφράζεται με τρόπο σαφή και εν πλήρη επιγνώσει, με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων, αφού προηγουμένως ενημερωθεί, δέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, που το αφορούν, οι δε τυποποιημένοι σχετικά όροι που απαντώνται σε κάθε σύμβαση και δεν αποτελούν προϊόν διαπραγμάτευσης, αλλά προσχώρησης του καταναλωτή, ώστε το εκάστοτε αίτημα του, για λήψη πίστωσης, να τύχει έγκρισης από την τράπεζα, δεν αρκεί προς θεμελίωση της συγκατάθεσης υπό την ανωτέρω έννοια (βλ. ΜονΠρωτΑΘ 9179/2017, αδημοσίευτη).
Οι προαναφερόμενες παράνομες και υπαίτιες (από πρόθεση) πράξεις και παραλείψεις της εναγομένης (δια των προστηθέντων οργάνων της), προσέβαλαν την προσωπικότητα του ενάγοντος και προκάλεσαν σε αυτόν σημαντική ηθική βλάβη, ενώ τα όργανα της εναγομένης, κατά την επεξεργασία (διαβίβαση, λήψη, καταχώρηση, χρήση) των προσωπικών δεδομένων αυτού, χωρίς την προηγούμενη ενημέρωση του, όφειλαν να γνωρίζουν την πιθανότητα επέλευσης της προαναφερόμενης ηθικής βλάβης.
Ενόψει δε του είδους του θιγομένου αγαθού, του μεγέθους της προσβολής, των συνθηκών τέλεσης αυτής, του βαθμού υπαιτιότητας των οργάνων της εναγομένης και της κοινωνικής και οικονομικής καταστάσεως των διαδίκων μερών, η καταβλητέα εύλογη χρηματική ικανοποίηση πρέπει να ορισθεί στο αιτούμενο ποσό των 5.869,40 ευρώ…».