Ράφα: Οι συνομιλίες ΗΠΑ-Ισραήλ θα μπορούσαν να αρχίσουν τη Δευτέρα (1/4)
Τη Δευτέρα (1/4) θα μπορούσαν να ξεκινήσουν οι συνομιλίες ΗΠΑ και Ισραήλ για την επίθεση του IDF στη Ράφα της Λωρίδας της Γάζας.
Αντιπροσωπείες των κυβερνήσεων των ΗΠΑ και του Ισραήλ ενδέχεται να συναντηθούν στην Ουάσιγκτον για να συζητήσουν τη σχεδιαζόμενη χερσαία επίθεση ευρείας κλίμακας του ισραηλινού στρατού στη Ράφα της Λωρίδας της Γάζας τη Δευτέρα, όπως αναφέρει ρεπορτάζ στον ιστότοπο του αμερικανικού τηλεοπτικού δικτύου CNNi.
Η ισραηλινή αντιπροσωπεία αναμενόταν να μεταβεί στην Ουάσιγκτον αυτή την εβδομάδα για να συζητηθεί το επιχειρησιακό σχέδιο για τη Ράφα και να εξεταστούν εναλλακτικές.
Ολυμπιακός: Η συμβολή του… Βαλμπουενά
Όμως η κυβέρνηση του ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, έξαλλη για την αποχή της Ουάσιγκτον που επέτρεψε την έγκριση τη Δευτέρα απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που απαιτεί «άμεση κατάπαυση του πυρός» στη Λωρίδα της Γάζας, ακύρωσε την επίσκεψη. Προτού εντέλει ενημερώσει την Ουάσιγκτον πως «θα επιθυμούσε να συμφωνηθεί νέα ημερομηνία» για τις συνομιλίες αυτές.
Η συνάντηση θα μπορούσε να γίνει τη Δευτέρα, σύμφωνα με αμερικανούς αξιωματούχους που επικαλέστηκε το CNNi, χωρίς να τους κατονομάσει. Οι πηγές ωστόσο επισήμαναν πως τίποτε δεν είναι ακόμη οριστικό.
Το χρονοδιάγραμμα περιπλέκει το ότι η κυβέρνηση του Ισραήλ πρέπει ως αύριο Κυριακή να καταρτίσει νέο νόμο για το ζήτημα της εξαίρεσης των υπερορθόδοξων εβραίων από την υποχρεωτική στράτευση. Η εξαίρεση, που ισχύει χρόνια, ασκούνται πιέσεις να τερματιστεί με φόντο τον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας. Η ισχύς νόμου που την προέβλεπε εξέπνευσε πέρυσι.
Έκτοτε τέθηκε σε εφαρμογή προσωρινό μέτρο εξαίρεσης, η ισχύς του οποίου εκπνέει αύριο. Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Νετανιάχου, στην οποία συμμετέχουν ακροδεξιές παρατάξεις και κόμματα που εκπροσωπούν τους υπερορθόδοξους εβραίους, προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο για να εξασφαλίσει παράταση της προθεσμίας για την κατάρτιση νέου νόμου. Το κορυφαίο δικαστικό όργανο ενδέχεται να αποφασίσει αύριο για το εάν οι άνδρες αυτοί θα εξαιρούνται και στο μέλλον και αν θα δοθεί παράταση στη νομοπαρασκευαστική διαδικασία.
Παραμένει έτσι ασαφές αν θα σταλεί αντιπροσωπεία του Ισραήλ στις ΗΠΑ, καθώς η εσωτερική πολιτική διένεξη —που θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμη και στην πτώση της κυβέρνησης Νετανιάχου— είναι ακόμη ρευστή, σημείωσε το CNNi.
Washington Post: Οι ΗΠΑ συνεχίζουν να ανεφοδιάζουν με όπλα και πυρομαχικά το Ισραήλ
Παρά την εναντίωση και τις ανησυχίες που εκφράζει δημόσια η κυβέρνηση των ΗΠΑ για τη σχεδιαζόμενη χερσαία επίθεση ευρείας κλίμακας του στρατού του Ισραήλ στην Ράφα της Λωρίδας της Γάζας, οι προμήθειες αμερικανικών πυρομαχικών και όπλων αξίας δισεκατομμυρίων συνεχίζουν να ρέουν, σημείωσε χθες Παρασκευή η Washington Post.
Επικαλούμενη αξιωματούχους που δεν κατονόμασε στο Πεντάγωνο και στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η εφημερίδα αποκάλυψε πως η κυβέρνηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν ενέκρινε «σιωπηρά» πρόσφατα παραδόσεις βομβών και μαχητικών αεροσκαφών στον στενότερο σύμμαχο της Ουάσιγκτον στη Μέση Ανατολή.
Στα πυρομαχικά οι παραδόσεις των οποίων εγκρίθηκαν τελευταία συμπεριλαμβάνονται βόμβες τύπου MK84, 900 κιλών.
Κάτι που πιστοποιεί ότι η κυβέρνηση του Δημοκρατικού προέδρου δεν εξετάζει το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσει τις παραδόσεις πυρομαχικών ως μέσο άσκησης πίεσης σε αυτήν του ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου.
Στη σχέση των δυο κυβερνήσεων επικρατεί τις τελευταίες ημέρες ένταση.
Παρά τις τριβές, η κυβέρνηση Μπάιντεν συνεχίζει να ανεφοδιάζει τον ισραηλινό στρατό, ενώ στελέχη και αντιπρόσωποί της δεν παύουν να επαναλαμβάνουν πως δεσμεύτηκε να υποστηρίξει χωρίς αστερίσκους το Ισραήλ στον πόλεμο που διεξάγει από την 7η Οκτωβρίου εναντίον του παλαιστινιακού ισλαμιστικού κινήματος Χαμάς.
Την περασμένη εβδομάδα, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ενέκρινε την παράδοση 25 σχεδόν αόρατων για τα εχθρικά ραντάρ μαχητικών F-35A. Καθώς η πώληση είχε εγκριθεί από το Κογκρέσο το 2008, δεν ήταν υποχρεωμένο να ενημερώσει εκ νέου το κοινοβούλιο. Οι παραδόσεις βομβών τύπων MK84 και MK82 (σχεδόν 300 κιλών), που εγκρίθηκαν αυτή την εβδομάδα, είχαν επίσης λάβει πράσινο φως από το Κογκρέσο πριν από χρόνια.