Η δεξιά τσέπη του ράσου: Ο σιωπηλός πόνος απέναντι στο δημόσιο πένθος

O Kώστας Χαλέμος είδε την ταινία «Η δεξιά τσέπη του ράσου» και γράφει τη γνώμη του...

Η δεξιά τσέπη του ράσου: Ο σιωπηλός πόνος απέναντι στο δημόσιο πένθος

«Όταν αγαπάς, πρέπει να αγαπάς τα πράγματα ολόκληρα, πρέπει να αγαπάς και τον θάνατό τους...». Ο Βικέντιος, νεοχειροτονημένος μοναχός τότε, δεν είχε συναισθανθεί το βάρος της κουβέντας αυτής. Θυμήθηκε τα λόγια του γέροντα Συμεών όταν έχασε πάνω στη γέννα τη σκυλίτσα του κι απόμεινε έρμος και μόνος στο μοναστήρι…

Το μοναστήρι σκαρφαλωμένο στα βράχια, αγναντεύει το πέλαγος. Ο Βικέντιος βιώνει την απώλεια της μοναδικής συντροφιάς του, τη μέρα που πεθαίνει ο αρχιεπίσκοπος. Υψώνει μεσίστια τη σημαία. Μόνο εκείνος ξέρει ότι το έκανε για κείνη, όχι για τον μεγάλο νεκρό.

Δείτε το τρέιλερ της ταινίας

Τρία σκυλάκια του έκανε η Σίσι. Μα μόνο το ένα άντεξε. Ο Βικέντιος παίρνει τη θέση της μάνας του και αγωνίζεται να το αναστήσει, όσο στην Αθήνα εξελίσσεται η μάχη της διαδοχής… Παράλληλα αναστοχάζεται τη ζωή του, ξαναμετρά τη πίστη του, επαναπροσδιορίζει το όρια της μοναχικότητάς του…

Το βιβλίο «Η δεξιά τσέπη του ράσου» του Γιάννη Μακρυδάκη είναι από τα αγαπημένα μου. Με είχε αγγίξει βαθύτατα όταν το πρωτοδιάβασα πριν από δέκα περίπου χρόνια. Ίσως γιατί μου ήταν οικείο το μέρος που διαδραματίζεται η ιστορία, ίσως γιατί γνώριζα τον πραγματικό μοναχό Βικέντιο.

Το πραγματικό μοναστήρι στη Χίο...

Βλέποντας την ομώνυμη ταινία του Γιάννη Λαπατά, τολμώ να πω, ότι βίωσα ξανά τα ίδια συναισθήματα. Η συγκίνηση με κατέλαβε από τις πρώτες κιόλας σκηνές, μάλιστα ούτε που το κατάλαβα πως κύλησε ένα δάκρυ από τα μάτια μου. Η ταινία είναι πλημμυρισμένη από γαλήνη, ανθρωπιά, ευαισθησία, τρυφερότητα. Διαθέτει πολύ καλές ερμηνείες, υπέροχη μουσική και μια ατμόσφαιρα που σε υποβάλλει…

Και βέβαια εκπέμπει μηνύματα ζωής. Ο σιωπηλός πόνος αντιπαραβάλλεται με το δημόσιο πένθος. Το ασήμαντο με «το σημαντικό». Η μοναχικότητα με την κοσμικότητα. Στο τέλος της προβολής νιώθεις ότι και συ κάτι κουβαλάς στη δεξιά τσέπη του «ράσου» σου. Κάτι, που σου δίνει τη δύναμη να προχωρήσεις…