«Σμύρνη μου αγαπημένη»: Η νοσταλγία για τις χαμένες πατρίδες σε μια ταινία εξαιρετική

Το «Σμύρνη μου αγαπημένη» είναι πραγματικά μια ταινία που ξεπερνά τα στάνταρ του ελληνικού κινηματογράφου και αξίζουν μπράβο στους συντελεστές της! 

«Σμύρνη μου αγαπημένη»: Η νοσταλγία για τις χαμένες πατρίδες σε μια ταινία εξαιρετική

Βγήκε λοιπόν στις αίθουσες και η πολυαναμενόμενη ταινία της Μιμής Ντενίση, «Σμύρνη μου αγαπημένη», βασισμένη στην επιτυχημένη θεατρική παράσταση, με πινελιές στο σενάριο και από τον Μάρτιν Σέρμαν. Την είδαμε χριστουγεννιάτικα, σε μια κατάμεστη αίθουσα, και ειλικρινά μας άρεσε! Οι περισσότεροι κριτικοί ως συνήθως δεν ήταν και τόσο γενναιόδωροι απέναντι σε μια εμπορική ελληνική ταινία, αλλά εμείς έχουμε πάψει να τους ακούμε και πάμε με το δικό μας αισθητήριο.

Για ελληνική ταινία λοιπόν, διαθέτει άρτια παραγωγή (έπεσε πολύ χρήμα άλλωστε) και ώρες-ώρες νομίζεις ότι βλέπεις ξένη ταινία. Το θέμα φυσικά που καταπιάνεται η Μιμή Ντενίση είναι ευαίσθητο (η σφαγή της Σμύρνης) και ήδη υπάρχουν αντιδράσεις από Τουρκία μεριά, αλλά όπως και να το κάνουμε είναι αληθινά γεγονότα και δεν είναι ψέμα πως ξεριζώθηκε ο ελληνισμός της Σμύρνης. Η ταινία μπορεί να δείχνει στο τέλος τη βαρβαρότητα των Τούρκων, αλλά δίνει μεγάλη έμφαση και στη στάση των συμμάχων μας που ουσιαστικά ήταν και οι κύριοι υπεύθυνοι της τραγωδίας, όπως και της ίδιας της Ελλάδας που την κρίσιμη στιγμή δεν έκανε κάτι για να βοηθήσει. Ανοίγουμε όμως ένα μεγάλο κεφάλαιο, θα ξύσουμε πληγές και δεν το θέλουμε. Μέχρι και σήμερα άλλωστε, κανείς δεν μπορεί ακόμη με σιγουριά να πει ποιος έφταιγε πραγματικά για όλο αυτό. Ίσως στον μεγαλοϊδεατισμό του Βενιζέλου, ίσως στους λάθος χειρισμούς του ελληνικού στρατού, στη διχόνοια βασιλικών – βενιζελικών. Το θέμα είναι πως το πλήρωσαν με την ίδια τους τη ζωή χιλιάδες Έλληνες. Τους Τούρκους είναι τους τελευταίους που κατηγορούμε, καθώς αυτοί ό,τι έκαναν το έκαναν για τη δική τους χώρα και σύμφωνα με όσα ισχυρίζονται εδώ και χρόνια, η βαρβαρότητά τους ήταν μορφή αντιποίνων για όσα έπαθαν κι αυτοί. Ξεφύγαμε λίγο αλλά καλό είναι να τα λέμε κι αυτά όταν έχουμε να κάνουμε με μια ιστορική ταινία.

Από καλλιτεχνικής πλευράς, η ταινία είναι πολύ καλή. Μπορεί να κάνει κάποιες μικρές κοιλιές (μιλάμε άλλωστε για μια ταινία δίωρη και βάλε) αλλά δεν βαριέσαι. Η υπόθεση είναι τέτοια που σε κρατάει σε εγρήγορση. Συγκίνηση και δράση συνυπάρχουν. Η νοσταλγία (των χαμένων πατρίδων) άφθονη. Οι ερμηνείες σχεδόν όλες είναι καθηλωτικές, η μουσική πιάνει τον παλμό της ταινίας, η φωτογραφία άψογη. Θετικό πρόσημο παίρνει και η σκηνοθεσία του Γρηγόρη Καραντινάκη.

Η Μιμή Ντενίση είναι φυσικά η σταρ της ταινίας και αποδεικνύει ότι είναι καλή ηθοποιός. Το βλέμμα της σε συνεπαίρνει. Εξαιρετικός και ο «Δούκας» των «Άγριων Μελισσών», Λεωνίδας Κακούρης. Άξιο και το υπόλοιπο καστ, υπέροχος ο Γιάννης Βογιατζής αλλά και ο Τούρκος Μπουράκ Χακί.

Κλείνοντας, και μπορεί εδώ να διαφωνήσουν αρκετοί μαζί μας, θα πούμε και τι δεν μας άρεσε. Η παραγωγή της ταινίας, όπως σημειώνει, δεν θέλει να αναμοχλεύσει πάθη του παρελθόντος, αλλά να μιλήσει για ένα τεράστιο διεθνές πρόβλημα, το προσφυγικό. Εξ ου και η πρώτη σκηνή στη Λέσβο. Ναι, αλλά κατά την ταπεινή μας άποψη δεν είναι το ίδιο. Οι Έλληνες της Σμύρνης και γενικότερα της Μικράς Ασίας σφαγιάστηκαν από τον εχθρό, ρίχτηκαν κυριολεκτικά μέσα στη θάλασσα και όσοι ήταν τυχεροί μπόρεσαν να έρθουν στην Ελλάδα. Δεν εγκατέλειψαν από μόνοι τους την πατρίδα, ακόμη κι αν υπήρχε πόλεμος (η μόνη ένσταση που μπορούμε να δεχτούμε ότι άλλες οι συνθήκες ζωής στη Σμύρνη τότε και άλλες στη Συρία και τις γύρω περιοχές τώρα).

ΥΓ. Μακάρι η πανδημία να μην ανακόψει την πορεία της ταινίας στους κινηματογράφους και να μπορέσουν να την δουν όλοι. Αλλιώς από άνοιξη και την πρόκληση να γίνει η πιο εμπορική ταινία των τελευταίων χρόνων. Το αξίζει!