Οι ταινίες της εβδομάδας - Ξορκίζοντας το φάντασμα του ναζισμού

Πέντε νέες ταινίες προγραμματισμένες για προβολή αυτή την εβδομάδα με το ερώτημα να παραμένει απειλητικό: πόσοι θεατές είναι αποφασισμένοι να πάνε στην αίθουσα, όση ασφάλεια και αν υπόσχονται οι αίθουσες;

Οι ταινίες της εβδομάδας - Ξορκίζοντας το φάντασμα του ναζισμού

«Υπόθεση Κολίνι» («Das Fas Collini», Γερμανία, 2019),

Το καλύτερο που έχει να προσφέρει η νέα κινηματογραφική εβδομάδα, βασίζεται σε αληθινή ιστορία η οποία έλαβε χώρα στη Γερμανία στις αρχές του νέου μιλένιουμ. Ενας Ιταλός, ο Φαμπρίτσιο Κολίνι (Φράνκο Νέρο) βρέθηκε αντιμέτωπος με την γερμανική δικαιοσύνη για την εν ψυχρώ δολοφονία ενός πάμπλουοτου Γερμανού βιομήχανου, του Χανς Μέιερ (Μάνφρεντ Ζαπάτκα). Δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι ο ηλικιωμένος Κολίνι σκότωσε τον ακόμα πιο ηλικιωμένο Μέιερ, γνωστό για την φιλευσπλαχνία του, όμως αυτό που απασχολεί τον Λάινεν (Ελίας Εμ Μπάρεκ), τον τουρκικής καταγωγής άπειρο αλλά δραστήριο δικηγόρο του πρώτου, είναι το κίνητρο.

Ο Λάινεν, θα γίνει το πρόσωπο – κλειδί της πλοκής της ταινίας για έναν ακόμα λόγο: είχε υπάρξε ο ίδιος προστατευόμενος του θύματος από παιδί (στην ουσία έγινε δικηγόρος χάρη στον Μέιερ) και σχετίζεται ακόμη φιλικά με την κόρη του (Αλεξάντρα Μαρία Λάρα).

Η απάντηση σε όλον αυτόν τον κυκεώνα που σκηνοθέτησε Μάρκο Κρόιτσπάιντνερ αργά και με μεθοδική κλμιάκωση, είναι προφανές ότι βρίσκεται θαμμένη στο παρελθόν. Μια ακόμη ταινία που αποδεικνέι περίτρανα ότι η Γερμανία δεν έχει ξορκίσει ακόμα το «φάντασμα» του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, των ανομολόγητων θηριωδιών των ναζιστών, με τα εκατομμύρια θύματα από τα εγκλήματά τους για τα οποία πολλοί απαλλάχθηκαν με δόλιους τρόπους.

Το ζήτημα παραμένει ζωντανό (είναι εξάλλου και πολύ επίκαιρο με την άνοδο των νεοναζί) και πολύ πιθανόν αυτό θα συμβαίνει για πολλά χρόνια ακόμα. Ο Κρόιτσπάιντνερ χειρίζεται με ισορροπία το τότε και το τώρα (τόσο, όσο) και η ταινία δεν έχει τίποτε να ζηλέψει από ένα τυπικό, «πιασάρικο» δικαστικό δράμα α λά Χόλιγουντ.

Δεν θα την λέγαμε τρομερό κινηματογράφος, όμως «ρουφιέται» εύκολα και είναι άρια σε όλους τους τομείς με την θαυμάσια φωτογραφία και το σφιχτό μοντάζ. Εκτακτες και όλες οι ερμηνείες, ακόμα και στους β’ ρόλους, όπως εκείνος του πανεπιστημιακού καθηγητή νομικής (Χάινερ Λάουτερμπαχ) ο οποίος εκπροπωπεί την οικογένεια του θύματος, ενώ στην ουσία θε έπρεπε να εκπροσωπεί τον εαυτό του.

«Η ελπίδα του κόσμου» («Gloria Mundi», Γαλλία/ Ιταλία, 2019)

Βαθιά πίκρα, μια μόνιμη αίσθηση μελαγχολίας αλλά εν τέλει και μια διάθεση αισιοδοξίας αφήνει πίσω της η τελευταία δημιουργία του διανοούμενου αριστερού σκηνοθέτη Ρομπέρ Γκεντιγκιάν, γνωστού στην χώρα μας (κυρίως) από το μικρό αριστούργημα «Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο». Το χαμένο όραμα της αριστεράς, η απαξία των αρχών, η έλλειψη της συντροφικότητας ή ακόμα και της απλής, στοιχειώδους ανθρωπιάς στον κόσμο του απόλυτου ατομικισμού, είναι και πάλι θέματα που αγγίζει με προσοχή και απολύτως συνειδητοποιημένα ο σκηνοθέτης.

Μας μεταφέρει για μια ακόμη φορά στις εργατικές περιοχές της αγαπημένης του Μασσαλίας, αφηγούμενος μια ιστορία καθημερινών, συνηθισμένων ανθρώπων. Είναι άνθρωποι που μάχονται με πείσμα εναντίον όλων των αντιξοτήτων της ζωής, που αρνούνται να καταθέσουν τα όπλα, που θα μπορούσαν να αυτοθυσιαστούν γα το ευρύτερο καλό.

Κέντρο βάρους της ιστορίας μια καθαρίστρια (Αριάν Ασκαρίντ) και μοχλός της πλοκής ένας πρώην φυλακισμένος για φόνο (Ζεράρ Μεϊλάν) ο οποίος προσπαθεί να ξαναβρεί τα «πατήματά» του – κάτι πολύ δύσκολο. Ολοι οι χαρακήρες της ταινίας – στους οποίους και εκείνος του Ζαν Πιέρ Νταρουσέν, επίσης μόνιμου συνεργάτη του σκηνοθέτη όπως οι δύο προαναφερθέντες – είναι πληγωμένοι, απογοητευμένοι, κουρασμένοι αλλά πάντα άνθρωποι. Ρεαλισμός και ποίηση, υπαρξιακή αναζήτηση και μια βαθιά πίστη στην παντοδυναμία της δεμένης οικογένειας φτιάχνουν ένα εύγευστο κινηματογραφικό κοκτέιλ, μια ταινία σπάνιας ευαισθησίας στους καιρούς μας, μια ταινία που μας αφορά όλους. Η Ασκαρίντ, σύντροφος του σκηνοθέτη, απέσπασε γι’ αυτή την ερμηνεία το βραβείο Copa Volpi στο περσινό φεστιβάλ κινηματογράφου Βενετίας.

«Το θαύμα του άγνωστου Αγίου» («Le miracle du Saint Inconnu», Μαρόκκο/ Γαλλία/ Κατάρ, 2019)

Όχι ακριβώς χαριτωμένη, ούτε όμως και ακριβώς δυσάρεστη, η ταινία του Αλα- Ελντι- Αλτζέμ ανήκει στη κατηγορία εκείνων που σε προκαλούν να σηκώσεις το φρύδι με περιέργεια ενώ τις παρακολουθείς. Βέβαια όταν το έργο κάποια στιγμή θα τελειώσει, νιώθεις ότι το αφήνεις σιγά -σιγά πίσω σου. Ασκηση ύφους κυρίως, το φιλμ πραγματεύεται μια «αστυνομικού τύπου» ιστορία, η οποια είναι περισσότερο το πρόσχημα για την δημιουργία μιας πινακοθήκης αξιοπερίεργων προσώπων που στολίζουν την ταινία, σαν τις μπάλες που στολίζουν ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο.

Εχει γίνει μια ληστεία. Ο ληστής κρύβει τα λάφυρα κάπου στην έρημο και μετά την αποφυλάκισή του, πάει να τα πάρει. Και βρίσκει στο ίδιο σημείο κτισμένο ένα ναό. Ολα αυτά γίνονται σε λιγότερο από τα 10 πρώτα λεπτά, κάτι που δηλώσει ότι ο σκηνοθέτης ξέρει τι θα πει οικονομία χρόνου. Την ίδια ώρα «έχει» και το πλάνο. Η απέραντη αφρικανική έρημος όπου το στόρι τοποθετείται είναι το ταμπλό πάνω στο οποίο «ζωγραφίζει» μια χούφτα ανθρώπους δίνοντάς τους ισομερή φιλμικό χρόνο μέσα από αστείες καταστάσεις που βέβαια, «γεμίζουν» την διάρκεια της ταινίας. Ενας ξενοδόχος, ένας κουρέας, δύο αγρότες, μερικές ηλικιωμένες χωριάτισες, ένας άλλος κακοποιός και κάποιοι άλλοι τύποι συμμετέχουν σε αυτό το αλλόκοτο παιχνίδι που θυμίζει κάτι σαν κράμα ταινίας των αδελφών Κοέν του Ακι Καουρισμάκι και του Ελία Σουλεϊμάν σκηνοθετημένη με ρυθμούς ταινίας του Αμπάς Κιαροστάμι (παίζουν Γιουνές Μπουάμπ, Σαλάχ Μπεν Σαλέχ, Μπουσαίμπ Σεμάκ κ.α.).

«Ελα να παίξουμε» («Come play», ΗΠΑ, 2020)

Εχοντας σε πρώτο πλάνο ένα μουγκό αγοράκι (Αζι Ρόμπινσον) του οποίου το βλέμμα θυμίζει πολύ εκείνο του Ντάνι Λόιντ στο κλασικό θρίλερ «Η λάμψη» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ και με μια ιστορία έντονων μεταφυσικών διαστάσεων και τρόμου, το θρίλερ, δεν θα έλεγα ότι είναι ότι πιο πρωτότυπο έχουμε δει στο είδος του. Ωστόσο, είναι εμφανές ότι ο σκηνοθέτης Τζέικομπ Τσέις δεν έχει βάλει στόχο την «καταναγκαστική» άντληση σκηνών αιμόφυρτου τρόμου προκειμένου να κάνει τον θεατή να αναπηδήσει στο κάθισμά του. Αρνούμενος την ευκολία των κλισέ, ο Τσέις (που έκανε ταινία μεγάλου μήκους μια μικρού που είχε γυρίσει ο ίδιος) δίνει σημασία στην ατμόσφαιρα που προκύπτει μέσα από την αλλόκοτη σχέση ανάμεσα στο μοναχικό αυτό παιδί και το περιβάλλον του (γονείς, δάσκαλοι, άλλα παιδιά) στο οποίο προστίθεται ένα τέρας ονόματι Λάρι. Αλλά το γεγονός ότι ο Λάρι έχει προκύψει από το… κινητό του παιδιού (μέσω μιας λειτουργίας του οποίου ακούμε τις σκέψεις του) είναι από μόνο του όχι απλώς ένα ανατριχιαστικό εύρημα, αλλά και ένα κλείσιμο του σκηνοθέτη για μια από τις κατάρες των καιρών μας!

Προβάλλεται επίσης η παιδική ταινία «Σαν τον σκύλο με την γάτα 3» («Cats and dogs 3», ΗΠΑ, 2020) του Αζίζ Τζιντάνι, συνέχεια του ν.2 που ήξταν συνέχεια του Ν. 1. Ελληνική μεταγλώττιση: Δημήτρης Μακαλιάς, Πηνελόπη Σκαλκώτου, Φοίβος Ριμένας κ.α.

Πηγή: ΒΗΜΑ