Οι ταινίες της εβδομάδας - Μυστικά, φωτιά και μια φωλιά
Την ώρα που το τοπίο σε ότι αφορά τις κλειστές αίθουσες παραμένει όχι απλώς θολό αλλά δυσοίωνο, πέντε νέοι τίτλοι εμφανίζονται στο πρόγραμμα της κινηματογραφικής εβδομάδας.
«Η φωλιά» («The nest», Αγγλία/ Καναδάς, 2020)
Ολυμπιακός: Η συμβολή του… Βαλμπουενά
Ενα κάπως «λοξό» οικογενειακό δράμα του Σον Ντάρκιν που σε κάνει να νιώθεις άβολα καθ’ όλη τη διάρκειά του, ίσως επειδή κατά βάθος γνωρίζεις ότι τα πράγματα πολύ δύσκολα, θα έχουν καλή εξέλιξη στην ζωή των ηρώων της ιστορίας. Για ποιο λόγο, ας πούμε, ο Ρόρι (Τζουντ Λο) παντρεύτηκε την Αλισον (Κάρι Κουν) αφού οι κόσμοι τους ποτέ δεν ταίριαξαν; Εκείνος, Βρετανός γιάπι που άφησε την χώρα του για το κυνήγι του «αμερικανικού ονείρου» της «ριγκανικής» περιόδου (έκφραση που ακούγεται στην ταινία γιατί η ιστορία τοποθετείται στην δεκαετία του 1980 όταν την χρησιμοποιούσαν ακόμα). Εκείνη βέρα Αμερικανίδα που βρίσκει την ευτυχία στα… άλογα. Με μια κόρη (της) από προηγούμενο γάμο και με έναν γιο (τους), το ζευγάρι, παρά τις ενστάσεις της συζύγου μετακομίζει από τις Ηνωμένες Πολιτείες στο «θατσερικό» Ηνωμένο Βασίλειο, όπου ο φιλόδοξος Ρόρι επιθυμεί διακαώς να δουλέψει ξανά στις υπηρεσίες του παλιού αφεντικού του (Μάικλ Κάλκιν) για να τον κάνει ακόμη πιο πλούσιο. Θέλει να νιώσει ξανά «μέρος του παιχνιδιού».
Και όμως τα πάντα πηγαίνουν στραβά, στη δουλειά, στο σπίτι, στις σχέσεις, στα οικονομικά. Νιώθεις ότι παρακολουθείς μια ιστορία στην οποία η κεντρική ιδέα είναι οι λανθασμένες επιλογές που ορισμένες φορές κάνουμε και κατόπιν δεν μπορούμε, με τίποτα να διορθώσουμε. Ένα ωραίο εύρημα της ταινίας δε, είναι ότι πολλά στοιχεία των ηρώων δεν σου τα δίνει από την αρχή αλλά κατά τη διάρκειά της: παράδειγμα είναι η σχέση του Ρόρι με τη μητέρα του – Αν Ριντ (έκτακτη όπως πάντα).
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να βρίσκεσαι διαρκώς σε εγρήγορση παρότι, όπως ήδη ανέφερα, η επιστροφή στην ομαλότητα αυτής της οικογένειας δείχνει εκ των προτέρων ανέφικτη. Στους ηθοποιούς ξεχωρίζει με άνεση ο Τζουντ Λο, που όπως καλά ξέρουμε μπορεί με ευχέρεια να χειριστεί το διαβολικό και το αθώο, ορισμένες φορές ταυτόχρονα.
«Ο μυστικός κήπος», («The secret garden», συμπαραγωγή Αγγλίας/ Κίνας/ Αμερικής και Γαλλίας , 2020)
Ακόμη μια μεταφορά του πολυκινηματογραφημένου μπεστ σέλερ με τον ίδιο τίτλο της Φράνσες Χόντγκσον Μπερνέτ (1849 – 1924) που εξιστορεί τις εμπειρίες μια ορφανής, ανήλικης κοπέλας (Ντίξι Εφκεριξ) από τη στιγμή που αποστέλλεται στο σπίτι ενός μακρινού συγγενούς της (Κόλιν Φερθ). Ο τελευταίος έχει ένα παράλυτο γιό (Ινταν Χέιχαρστ), συνομήλικό της και τα δυο παιδιά συγκρούονται με το καλημέρα. Η ταινία παίρνει μπροστά όταν στο προσκήνιο μπαίνει ο κήπος του σπιτιού ο οποίος παρέμενε κλειδωμένος και παραμελημένος από τον θάνατο της μητέρας του παράλυτου παιδιού.
Μια παράξενη επιρροή ασκείται στο κορίτσι από τον κήπο και θα το βοηθήσει να αναπτύξει το ενδιαφέρον του για τους άλλους, για τον κόσμο –όχι μόνο για τον εαυτό του. Η καλοπροαίρετη αυτή ταινία ακολουθεί κατά γράμμα το βιβλίο στο οποίο στηρίζεται κάνοντας μια «γεμάτη» βουτιά στην παιδική φαντασία, στον τρόπο με τον οποίο σκέπτονται οι ανήλικοι, ο οποίος τρόπος, πολλές φορές, είναι εντυπωσιακά πιο ώριμος από εκείνον των ενηλίκων. Ο κήπος συμβολίζει τον αόρατο αλλά υπέροχο κόσμο των ονείρων και της ελπίδας των παιδιών, είναι το κλειδί για να ξεφύγουν από τους εφιάλτες που τα έχουν στοιχειώσει και να βρουν, επιτέλους, τη λύτρωση.
«Θα έρθει η φωτιά» («O que arde», Ισπανία, 2019)
Αυτή η ταινία του Ολιβιέ Λάσε παίχτηκε στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης πέρσι, όπου απέσπασε το μεγάλο βραβείο της διοργάνωσης, τον Χρυσό Αλέξανδρο. Ωστόσο, τα συναισθήματά μου απέναντί της είναι ανάμεικτα. Την ώρα που ο κινηματογράφος του Λάσε σε παρασύρει με έναν μυστηριακό , σχεδόν θρησκευτικό τρόπο μέσα στο γοητευτικό σύμπαν της φύσης της Γαλικίας όπου βρίσκεται εξ ολοκλήρου ενταγμένη, μιλώντας με δραματουργικούς όρους, η ιστορία που πραγματεύεται είναι πολύ ισχνή, σχεδόν ανύπαρκτη.
Ολο το βάρος του φιλμ πέφτει πάνω στο βλέμμα του σιωπηλού πρώην κατάδικου (Αμαδόρ Άριας) ο οποίος επιστρέφει στον τόπο του για μια νέα αρχή αλλά δεν μπορεί να ακολουθήσει την εκεί ζωή, επειδή ο λόγος για τον οποίο φυλακίστηκε ήταν ο εμπρησμός της περιοχής από τον ίδιο (κάτι που αναφέρεται μόνο με υπονοούμενα και φυσικά δεν εξηγείται το γιατί έγινε).
Η σιωπή του ανθρώπου αυτού σου ραγίζει την καρδιά, ενώ βλέποντας την ταινία νιώθεις το κακό να παραμονεύει διαρκώς, έτοιμο ανά πάσα στιγμή να κάνει την εμφάνισή του. Ευτυχώς που την όλη αμηχανία σπάζει κάπως η σχέση του ήρωα με την αγρότισσα μάνα του την οποία υποδύεται θαυμάσια η ερασιτέχνις ηθοποιός Μπενεντίκτα Σαντσές «κλέβοντας» παράλληλα την παράσταση. Η παρουσία της είναι ένα από τα πιο ελκυστικά στοιχεία της ταινίας.
Ωστόσο , κάπου αντιλαμβάνεσαι να υπάρχει μια φιλμική σπατάλη στο όλο εγχείρημα που τελικά δείχνει στατικό στα όρια της ακινησίας. Ισως να λειτουργούσε καλύτερα ως ταινία μεσαίου μήκους – το πολύ μιας ώρας .
«Το μυστικό μας» («The secrets we keep», ΗΠΑ, 2020)
Αρκετές ανατροπές αλλά και αρκετές ομοιότητες με το σπουδαίο θεατρικό έργο «Ο θάνατος και η κόρη» του Αριελ Ντόρφμαν (που κανονικά θα έπρεπε ν α αναφέρεται στους τίτλους ως πηγή έμπνευσης) βρίσκεις στο θρίλερ του Γιούβαν Αντλερ «Το μυστικό μας».
Η Σουηδή ηθοποιός Ναόμι Ραπάτσε, γνωστή από το πρώτο «Κορίτσι με το τατουάζ», κρατά τον δύσκολο ρόλο της βιασθείσας από ναζί Ρομά, η οποία πλέον ζει παντρεμένη στην Αμερική. Εκεί πιστεύει ότι ανακάλυψε έναν από τους βιαστές στο πρόσωπο κάποιου γείτονα, επίσης Ευρωπαίου μετανάστη (Τζό Κίναμαν). Λειτουργώντας ενστικτωδώς τον φυλακίζει στο υπόγειο του σπιτιού της και με τη βοήθεια του γιατρού συζύγου της (Κρις Μεσίνα) προσπαθεί να του αποσπάσει την ομολογία.
Δύναμη αυτής της ταινίας είναι σίγουρα η Ν. Ραπάτσε. Η ηρωίδα της, ένας ψυχικά κλονισμένος άνθρωπος που καπνίζει διαρκώς, τρέμει, έχει εφιάλτες και προσπαθεί να αντιμετωπίσει τη μανία του για εκδίκηση σε κρατά ακίνητο στην καρέκλα σου. Η ενέργεια της ηθοποιού είναι η διαρκής φλόγα της ταινίας και σε κάνει να παραβλέψεις σεναριακές «σκιές» της. Μια από αυτές είναι η διακρίνεται σεναριακή ευκολία που διακρίνεις στο γεγονός ότι ο σύζυγος, ένας άνθρωπος απολύτως προσγειωμένος, ρεαλιστής, δέχεται να παίξει το θανάσιμο «παιχνίδι» εκδίκησης της γυναίκας του ρισκάροντας ό, τι έχει και δεν έχει στη ζωή του.