Ολυμπιακοί Αγώνες πανδημίας και... τηλεθεατών

Οι πλέον πρωτοφανείς Ολυμπιακοί Αγώνες της Ιστορίας σήκωσαν αυλαία και επίσημα (γιατί ανεπίσημα είχαν 48 ώρες που ξεκίνησαν) δίχως ένα απαραίτητο «συστατικό» για κάθε αθλητικό γεγονός, πολύ περισσότερο του σημαντικότερου ανά τετραετία (πενταετία εν προκειμένω): την παρουσία φιλάθλων.

Ολυμπιακοί Αγώνες πανδημίας και... τηλεθεατών

Ας όψονται η πανδημία, η μετάλλαξη Δέλτα και τα ιατρικά πρωτόκολλα, που οδήγησαν τους διοργανωτές Ιάπωνες στην απόφαση αρχικά να μην επιτρέψουν την είσοδο στη χώρα αλλοδαπών και κατόπιν την παρουσία γηγενών θεατών (παρότι υπολογιζόταν να αφήσουν 2 δισ. δολάρια στην εγχώρια οικονομία) προκειμένου να αποφευχθεί νέα έξαρση κρουσμάτων.

Έτσι, οι 32οι Ολυμπιακοί Αγώνες της σύγχρονης εποχής θα περάσουν στην Ιστορία ως οι πρώτοι... βουβοί, αφού η παρακολούθησή τους από το φιλοθεάμον κοινό θα γίνεται αποκλειστικά τηλεοπτικά.

Η τελετή έναρξης (τραγική ειρωνεία, στόχευε σε «άνοιγμα» στον κόσμο της «ιαπωνικότητας»), όπου μόνο 1.000 επίσημοι παρέστησαν, προεξάρχοντος του αυτοκράτορα Ναρουχίτο, μας έδωσε μια πρώτη γεύση... Αριθμός που δεν μπορεί να μεταβάλλει το μελαγχολικό σκηνικό. Είναι χαρακτηριστικό πως ούτε καν ο πρωθυπουργός της χώρας Άμπε ήταν μεταξύ των εκλεκτών, ενώ και οι αποστολές που παρήλασαν ήταν μικρότερες αριθμητικά, με πολλούς συνοδούς να «κόβονται».

Οι Γιαπωνέζοι -παρότι στην κουλτούρα και στην καθημερινότητά τους τη χρήση προστατευτικής μάσκας την είχαν (όπως και αρκετοί λαοί της Άπω Ανατολής) προτού... ψιθυριστεί η λέξη «κορονοϊός» προκειμένου να αποφεύγουν τις δυσάρεστες συνέπειες της ατμοσφαιρικής ρύπανσης αλλά και προϋπάρχουσες μεταδοτικές ασθένειες- δεν θέλησαν, στα πρότυπα της UEFA και του EURO, να διοργανώσουν το μεγαλύτερο παγκοσμίως αθλητικό ραντεβού παρουσία κοινού στις εξέδρες.

Το κεκλεισμένων των θυρών ήταν η μεσοβέζικη λύση που βρέθηκε για να κατευνάσει τις ολοένα αυξανόμενες αντιδράσεις της πλειονότητας των κατοίκων της χώρας του «ανατέλλοντος ηλίου» (όλες οι δημοσκοπήσεις από καιρό παρουσίαζαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες ανεπιθύμητους για τους ντόπιους) και τις απαιτήσεις των χορηγών (ρεκόρ με 4 δισ. δολάρια κέρδη προ διετίας).

Δεδομένου ότι λείπει ο ενθουσιασμός, ενώ δεν αποτελούν τόπο συνάντησης των λαών της υφηλίου, αλλά μόνο των αθλητών της (όσων, τέλος πάντων, αψήφησαν την πανδημία) κι εκείνων υπό όρους (μόνο πέντε μέρες πριν αγωνιστούν μπορούν να μπουν στο Ολυμπιακό Χωριό και αποχωρούν 48 ώρες μετά την ολοκλήρωση των υποχρεώσεών τους), η διεξαγωγή τους πρώτιστα εξυπηρετεί τη ΔΟΕ, που δεν θα κληθεί να καταβάλλει τις υπέρογκες ρήτρες μη διεξαγωγής σε χορηγούς και τηλεοπτικούς φορείς. Παρότι δεν αποκλείεται η επαναδιαπραγμάτευση του ποσού που θα καρπωθεί, αφού οι εταιρείες κατανοούν ότι η «διεισδυτικότητα» και η ελκυστικότητά τους είναι διαφορετικές χωρίς το... ντεκόρ των θεατών.

Το γλυκό... δένει με την απουσία μεγάλων σταρ του πρόσφατου παρελθόντος, τύπου Μπολτ και Φελπς, παρότι σίγουρα θα αναδειχθούν νέοι.

Στα καθ’ ημάς, αναμένουμε να δούμε αν οι πρωτοφανείς αυτές συνθήκες, με την αποκαλούμενη «αθλητική φυλακή» του Ολυμπιακού Χωριού (των 11.500 αθλητών και των 80.000 επισήμων, προπονητών, συνοδών και δημοσιογράφων), θα επηρεάσουν τις μεγάλες μας ελπίδες για διακρίσεις (Κορακάκη, Πετρούνιας, Σάκκαρη, Στεφανίδη, Τεντόγλου, Τσιτσιπάς) ή αν θα δώσουν ώθηση σε κάποιους άλλους από τους 83 συμμετέχοντες της ελληνικής αποστολής που, ως είθισται, παρήλασε πρώτη στο νεόδμητο εθνικό στάδιο του Τόκιο (των 26 δισ. δολαρίων).

Συνδέοντας, μαζί με τη Φλόγα της Αρχαίας Ολυμπίας, τρόπον τινά, την «κληρονομιά» της κοιτίδας του Ολυμπισμού με το σήμερα και απενοχοποιώντας τη σύγχρονη, εμπορευματοποιημένη, μετάλλαξη των Αγώνων.