Ρίκι Ρούμπιο: «Για σένα, Μαμά»...
Ο Ρίκι Ρούμπιο ανοίγει την ψυχή του στο "The Players Tribune" και γράφει για τη μάχη της μητέρας του με τον καρκίνο και το θάνατό της.
Κείμενο που συγκλονίζει πραγματικά. Μια μάχη συναισθημάτων, μια ιστορία που τσακίζει κόκαλα.
Το ταξίδι του Ρούμπιο στην Αμερική, η ασθένεια της μητέρας του και ο αγώνας της να κρατηθεί στη ζωή. Τα όσα έχει γράψει ο Ισπανός γκαρντ είναι πραγματικά μοναδικά.
Ολυμπιακός: Η συμβολή του… Βαλμπουενά
Σε κάνουν να δακρύζεις, να μη χάνεις ποτέ την ελπίδα σου. Μα πάνω απ' όλα, δίνουν το πραγματικό στίγμα της αγάπης και της απώλειας.
Διαβάστε το κείμενό του:
«To 2015 μετακόμισα σε ένα νέο διαμέρισμα που πραγματικά μου άρεσε στο κέντρο της Μινεάπολης, όχι μακριά από εκεί όπου έπαιζαν οι Τίμπεργουλβς. Τα πρωϊνά, όταν καθάριζε η ομίχλη, θα μπορούσα να δω κάτω τον ποταμό Μισισίπη. Το διαμέρισμα ήταν μεγάλο, όμως όχι πολύ μεγάλο. Διασφάλισα ότι θα είχα δύο υπνοδωμάτια έτσι ώστε όταν η μητέρα μου και ο πατέρας μου θα έρχονταν να με δουν, πάντα θα είχαν ένα δωμάτιο γι’ αυτούς.
Εκείνο το καλοκαίρι οι γονείς μου ήρθαν από την Ισπανία για επίσκεψη – την οποία είχαν κάνει μερικές φορές έναν χρόνο μετά τη μετακόμισή μου στις ΗΠΑ το 2011. Συνήθως θα έρχονταν να με δουν να παίζω ή να γιορτάσουμε μια γιορτή. Θα κάναμε τουριστικά πράγματα στη Μινεάπολη και τον Αγιο Παύλο. Τους πήγα στο μουσείο τέχνης και τα αγαπημένα μου εστιατόρια. Τους πήγα στο Mall of America και πράγματα όπως αυτό. Πάντα είχαμε ποιοτικό χρόνο, σα να ήμασταν σε διακοπές.
Στο συγκεκριμένο ταξίδι, θα πηγαίναμε έξω από την πόλη κι έπρεπε να οδηγήσουμε. Ηταν σαν τα περισσότερα ταξίδια που έχω κάνει με τους γονείς μου. Τα συνόδευε μουσική. Μου έλεγαν κουτσομπολιά για φίλους και την οικογένεια πίσω στο σπίτι. Ηταν για λίγο σιωπηλοί και μετά, ανεξάρτητα τι θα γινόταν, ο πατέρας μου θα άρχιζε να μου λέει μια ιστορία από την παιδική μου ηλικία. Ο πατέρας μου αγαπά να το κάνει αυτό. Αγαπά να λέει ιστορίες για μένα, ειδικά αυτές που ήδη έχω ακούσει.
Τότε, μου είπε την ιστορία για το πώς αποφάσισα ανάμεσα στο ποδόσφαιρο και το μπάσκετ. Ημουν 10 ετών και όπως το λέει, η μητέρα μου με έκανε να αποφασίσω το ένα ή το άλλο. Επέλεξα το ποδόσφαιρο. Ηταν το πιο δημοφιλές άθλημα και ήμουν καλύτερος σε αυτό. Όμως το αγαπημένο του πατέρα μου ήταν το μπάσκετ – μάλιστα προπονούσα μια ομάδα γυναικών πίσω στην πατρίδα. Ετσι το μπάσκετ ήταν το παιχνίδι του. Ηξερα ότι τον απογοήτευσε λίγο το ότι θα σταματούσα το μπάσκετ. Όμως έπειτα από λίγες εβδομάδες, το ποδόσφαιρο κι εγώ δεν τα πηγαίναμε καλά. Και μου έλειπε το μπάσκετ.
Έτσι, πήγα στη μαμά.
Της είπα ότι θα έκανα ένα μεγάλο λάθος. Ηθελα να επιστρέψω στο μπάσκετ.
Θυμάμαι ότι είπε πως δεν θα ήταν εύκολο – είχαν ήδη πληρώσει για ποδόσφαιρο.
“Δεν μπορείς να αλλάξεις μεσούσης της σεζόν” μου είπε.
Ο πατέρας μου δούλευε στην τοπική ομάδα στην El Masnou, έτσι ρώτησε το προσωπικό εκεί αν υπήρχε τρόπος να μπω σε κάποια από τις ομάδες. Το να ενταχθείς σε μια ομάδα μετά την έναρξη της σεζόν δεν επιτρεπόταν. Όμως του είπαν ότι αν δούλευε κάποιες έξτρα ώρες στην ομάδα, θα με άφηναν να παίξω. Ο πατέρας μου ούτε καν το σκέφτηκε. Ηταν περήφανος που ήθελα να παίξω ξανά το αγαπημένο του άθλημα. Παρότι είχε πολλά στην πλάτη του, δούλεψε έξτρα. Και η Μαμά του τον ελάφρυνε στο σπίτι ώστε να μπορούσε να το κάνει.
Η μητέρα και ο πατέρας μου, η οικογένειά μου, αυτή είναι η ομάδα μου. Πάντα ήταν έτσι. Τους αγαπώ γι’ αυτό.
Και 15 χρόνια μετά την επιλογή μου για το μπάσκετ πάνω από το ποδόσφαιρο, οδηγούσα μαζί τους σε ένα ταξίδι στη Μινεσότα.
Έπειτα από δύο ώρες φτάσαμε στον προορισμό μας: Την κλινική Mayo, στο Ρότσεστερ.
Περιμέναμε σε ένα μικρό δωμάτιο να έρθει ο γιατρός. Αυτή δεν ήταν μια νέα κατάσταση για εμάς – τρία χρόνια νωρίτερα η μητέρα μου είχε διαγνωστεί με καρκίνο. Άρχισε από τα πνευμόνια της το 2012. Μείναμε θετικοί. Ήξερα ότι μπορούσε. Αυτή είναι η μαμά, το ξέρεις; Είναι η σούπερ ηρωΐδα μου. Την έχω δει να μεγαλώνει μια οικογένεια. Την έχω δει να δουλεύει σκληρά και μετά να βρίσκει χρόνο να πηγαίνει το γιο της στην προπόνηση του ποδοσφαίρου ή το μπάσκετ μετά.
Και να νικά τον καρκίνο. Όπως θα έλεγε ο πατέρας μου “όλοι το νικήσαμε. Ως οικογένεια”.
Τώρα ήμασταν πίσω στο νοσοκομείο. Ο γιατρός ήρθε μέσα και πριν πει ο,τιδήποτε, ξέραμε. Απλώς ξέραμε. Μπορούσες να το δεις στο πρόσωπό του. Ημασταν παρόντες σε τόσα τεστ, σε τόσα τέτοια δωμάτια, σε τόσες τέτοιες συναντήσεις. Από αυτή τη στιγμή, μπορούσαμε να το δούμε στα μάτια τους. Ηταν το ίδιο βλέμμα που είχε ο γιατρός στη Βαρκελώνη στο πρόσωπό του το 2012, όταν η μητέρα είχε διαγνωστεί για πρώτη φορά.
Αυτή τη φορά ο γιατρός είπε ότι ο καρκίνος επέστρεψε – και εξαπλωνόταν γρήγορα.
Αυτή είναι η μαμά, το ξέρεις; Είναι η σούπερ ηρωΐδα μου
Ηταν άσχημο.
Έσφιξα το χέρι της Μαμάς. Αγκαλιαστήκαμε όλοι.
Κατά την οδήγηση στην επιστροφή, ο πατέρας μου δεν είπε καμία ιστορία.
Εκείνο το βράδυ, έμαθα κάτι για το διαμέρισμά μου.
Οι τοίχοι ήταν λεπτοί.
Άκουσα τους γονείς μου να κλαίνε κατά τη διάρκεια της νύχτας. Με το ζόρι μπορούσαν να κοιμηθούν. Δεν μπορούσα επίσης. Δεν ξέρω αν μπορώ να εκφράσω με λόγια πώς ένιωθα. Δεν μπορώ. Ένιωσα τόσο αβοήθητος. Το μόνο που ήθελα ήταν να κάνω τη μητέρα μου να νιώσει καλύτερα. Και δεν ήξερα πώς. Ημουν τόσο χαμένος.
Την επόμενη μέρα δεν ήθελα να είμαι οπουδήποτε κοντά σε γήπεδο μπάσκετ.
Ένα μέρος μου έσπασε εκείνο το βράδυ. Η ζωή μου άλλαξε για πάντα. Αυτή είναι η μαμά μου.
Μεγάλωσα μισώντας αυτό το διαμέρισμα.
Τέσσερα χρόνια νωρίτερα, το 2011 πήρα ένα διαμέρισμα στο Λος Άντζελες.
Μου άρεσε αυτό το διαμέρισμα. Ηταν κοντά στον πάγκο. Το λοκ άουτ στο ΝΒΑ ήταν εκείνο το καλοκαίρι και ήταν πριν παίξω την πρώτη μου σεζόν στους Τίμπεργουλβς. Είχα νοικιάσει ένα μικρό μέρος ώστε να μπορώ να δουλεύω καθημερινά και να απολαμβάνω τον καιρό μέχρι η κατάσταση με το λοκ άουτ να ξεκαθαρίσει.
Ο ατζέντης μου είπε για ένα παιχνίδι προσαρμογής. Είπε ότι θα ήταν κι άλλοι επαγγελματίες εκεί, έτσι πήγα. Την πρώτη φορά που πήγα, ήδη διεξαγόταν ένας αγώνας. Είδα τον KG, τον Πολ Πιρς, τον Πολ Τζορτζ, τον Ντάνι Γκρέιντζερ… όλους αυτούς τους οποίους έβλεπα και για τους οποίους άκουγα για χρόνια. Και με άφησαν να τρέξω μαζί τους όλη τη μέρα. Επέστρεψα όσο περισσότερο μπορούσα εκείνο το καλοκαίρι.
Μερικές φορές, όταν λέω στους φίλους μου πίσω στο σπίτι για αυτά τα παιχνίδια, ρωτούν αν με εκφόβισαν ποτέ. Ναι, ίσως λίγο. Όμως θεωρώ την ίδια στιγμή ότι ίσως οι άνθρωποι ξεχνούν το 2008. Ξεχνούν την Ισπανία. Δεν θυμούνται πόσο καλή ήταν η εθνική ομάδα της Ισπανίας – φτάσαμε ως τον τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων. Ημουν 17. Δεκαεπτά! Χάσαμε από την Team USA, όμως είχαν μια τρελά καλή ομάδα… Κόμπι, ΛεΜπρον, Ουέιντ και πολλούς άλλους σπουδαίους παίκτες.
Έτσι, το 2011, ένιωσα ότι ήδη ήξερα πώς να παίξω σε αυτό το επίπεδο. Και πήγα σε αυτά τα παιχνίδια στο Λ.Α. αποφασισμένος να δείξω σε αυτούς τους τύπους ότι ανήκα εκεί. Πιστεύω ότι τα πάντα στη ζωή συμβαίνουν για κάποιο λόγο – το λοκ άουτ μου έδωσε την ευκαιρία να τεστάρω το παιχνίδι μου κόντρα σε μερικούς εκ των κορυφαίων στον κόσμο.
Ήταν και το πώς το γνώρισα τον KG, επίσης.
Έπειτα από ένα τα παιχνίδια εκεί, θυμάμαι ότι ήρθε κατά πάνω μου.
“Ρίκι!!!! Έχω ακούσει ότι πας στη Μινεσότα;”
Του έγνεψα.
Θεωρώ ότι ήξερε πως τα αγγλικά μου δεν ήταν τόσο καλά ακόμα. Ημουν πολύ ήσυχος.
Ο KG μιλούσε συνέχεια για τη Μινεσότα και την ομάδα. Συνέχιζε λέγοντας “άσε με να σου πω. Αυτό το μέρος, το Λ.Α., είναι ωραίο έτσι; Όμως εμπιστεύσου με. Εμπιστεύσου με. Πας στη Μινεσότα και δίνεις σε αυτούς τους ανθρώπους ό,τι έχεις; Πίστεψέ με. Θα σου δώσουν τα πάντα πίσω. Εμπιστοσύνη. Εμπιστοσύνη!”
Δεν μπορούσε να πιστέψω ότι ένας παίκτης σαν τον KG – τον πρωταθλητή του ΝΒΑ – μιλά σε μένα και ξέρει την ιστορία μου.
Εμπιστοσύνη!
Πάντα θα θυμάμαι εκείνη τη μέρα. Αργότερα, έμαθα ότι οι φίλοι των Γουλβς πάντα ήξεραν – ο KG λέει την αλήθεια. Ηταν σωστός για τη Μινεσότα. Είχε δίκιο για τον κόσμο. Όταν το λοκ άουτ τελείωσε, ήταν ώρα να πάμε στην προετοιμασία. Δεν ήξερα πολλά για το ΝΒΑ ακόμα – μόνο τα βασικά για τη διάρκεια της σεζόν και πώς οι κανονισμοί του ΝΒΑ διέφεραν από τους διεθνείς κανόνες.
Και ήξερα ότι η Μινεσότα είχε κερδίσει μόνο 15 και 17 ματς στις δύο σεζόν πριν πάω εκεί. Ηξερα ότι δεν ήταν καλό αυτό. Όμως για μένα, ήταν μια φρέσκια αρχή, σε ένα νέο πρωτάθλημα και σε μια νέα χώρα. Θυμάμαι την πρεμιέρα της σεζόν 2011/2012… ήταν απλά απίστευτη. Απίστευτη. Η μητέρα και ο πατέρας μου ήταν στο Target Center. Άρχισα το ματς από τον πάγκο. Όταν ήμουν έτοιμος να μπω, θυμάμαι τον κόσμο να τραγουδά το όνομά μου.
Μπορούσα να βρω τους γονείς μου στο κοινό. Η μαμά μου – το πρόσωπό της. Θυμάμαι ότι είχε το μεγαλύτερο, το πιο περήφανο χαμόγελο.
Η οικογένειά μου. Αυτή είναι η ομάδα μου.
Στα μέσα της ρούκι σεζόν μου, υπέστη ρήξη αχιλλείου τένοντα σε έναν αγώνα με τους Λέικερς. Αποθεραπεύτηκα εκείνο το καλοκαίρι, το 2012, το ίδιο καλοκαίρι όπου η Μαμά διαγνώστηκε για πρώτη φορά με καρκίνο. Στα δύο χρόνια που ακολούθησαν, υπήρχαν πολλές δύσκολες στιγμές. Ως ομάδα, ήμασταν κοντά στην πηγή, όμως δεν μπορούσαμε να φτάσουμε εκεί. Και δυσκολεύτηκα να συγκεντρωθώ στο μπάσκετ εξαιτίας όσων συνέβαιναν με τη μητέρα μου πίσω στην Ισπανία. Δεν ήξεραν όλοι τι συνέβαινε, όμως γι’ αυτούς που ήξεραν, άφησαν το στίγμα τους στην οικογένειά μου. Οι άνθρωποι της Μινεσότα ήταν τόσο υπέροχοι και υποστηρικτικοί. Οι φίλαθλοι, το επιτελείο, οι συμπαίκτες μου – όλοι έκαναν το καλύτερο για να με βοηθήσουν με την κατάσταση της Μαμάς. Ενδιαφέρθηκαν. Θα το θυμάμαι πάντα.
Ένας εξ αυτών ήταν ο Φλιπ Σόντερς.
Ο Φλιπ επέστρεψε στους Τίμπεργουλβς το 2014 και γνώρισα αυτόν και το γιο του. Ράιαν. Είναι μια τόσο στοργική οικογένεια. Πραγματικά μετουσιώνουν τα καλύτερα μέρη της Μινεσότα. Το 2015, όταν επέλεξαν στο Νο1 του draft τον Καρλ-Αντονι Τάουνς, ο Φλιπ με κάλεσε. Με ήθελε για να δουλέψω με τον Καρλ-Άντονι το καλοκαίρι.
Πέταξα από τις διακοπές μου και άρχισα να δουλεύω με τον ΚΑΤ αμέσως. Την πρώτη μέρα, ο Φλιπ ήρθε μερικά λεπτά αργότερα. Κάναμε κάποιες ασκήσεις και είδα τον Φλιπ στην πλάγια γραμμή. Φορούσε καπέλο και έδειχνε αδύναμος. Πραγματικά αδύναμος. Πήγα για να τον χαιρετήσω και του είπα ότι ήταν ωραίο που τον είδα. Μετά το πρόγραμμα με πήρε στο γραφείο του.
Είχε λέμφωμα Χότζκιν.
Έκανε χημειοθεραπείες εκείνο το καλοκαίρι.
Δεν ήξερα τι να πω, έτσι είπα: “Φλιπ δείχνεις εξαιρετικός”.
Το εννοούσα. Όμως δεν ξέρω αν έλεγα την αλήθεια στον εαυτό μου. Ο Φλιπ έδειχνε χλωμός και αδύναμος.
Μιλήσαμε για λίγο εκείνη τη μέρα. Του είπα τι περνούσε η μητέρα μου και μου είπε για τις χημειοθεραπείες του και για την κλινική Mayo, κι έτσι τη σύστησα στη Μαμά. Ο Φλιπ με ρώτησε τα πάντα γι’ αυτήν και πώς το αντιμετώπιζα. Μας έκανε να ξεχάσουμε τη δική του μάχη, αν γινόταν για λίγα λεπτά. Ποτέ δεν θέλησε να τραβήξει την προσοχή πάνω του. Αυτός ήταν ο Φλιπ.
Τρεις μέρες πριν αρχίσει η σεζόν, ήμασταν στο Λ.Α. και ετοιμαζόμασταν να παίξουμε με τους Λέικερς. Το επιτελείο μας κάλεσε για συνάντηση.
Ο Φλιπ είχε πεθάνει.
Όλοι στον οργανισμό το πήραν σκληρά. Ηταν μια δύσκολη μέρα. Και σκέφτηκα τη Μαμά. Μέχρι τότε ο καρκίνος είχε επιστρέψει. Τα πήγαινε καλά, όμως ήταν τρομακτικό να σκέφτομαι τον Φλιπ… την τελευταία φορά που τον είδα, δεν ήξερα πόσο άσχημη ήταν η κατάστασή του.
Κάλεσα τον πατέρα μου και απαίτησα να μου πει την αλήθεια για την πρόγνωση της Μαμάς. Χρειαζόμουν να ξέρω ακριβώς τι συνέβαινε. Ηταν κατά τη διάρκεια της σεζόν 2015/2016, αλλά του είπα ότι θα πήγαινα στο σπίτι αν μου το έλεγε.
Εκείνη η σεζόν ήταν κόλαση. Πολλά σκαμπανεβάσματα. Περισσότερα κάτω, παρά πάνω. Καλούσα τον πατέρα μου σχεδόν καθημερινά για νέα. Μερικές φορές έπρεπε να κλείσει επειδή η μητέρα μου δεν αισθανόταν καλά ή έπρεπε να της μαγειρέψει ένα γεύμα ή να κάνει εμετό.
Ένιωθα πολύ μακριά. Θα ήμουν σε κάποιο ξενοδοχείο, σε κάποια πόλη μετά από ένα ματς, τι έκανα εδώ; Θα έπρεπε να ήμουν μαζί της.
Κατά τη διάρκεια της διακοπής για το All Star Game τότε, έκλεισα ένα εισιτήριο για το σπίτι. Η διακοπή ήταν μόνο για 4 μέρες και ήταν 17ωρο ταξίδι, όμως έπρεπε να το κάνω. Θυμάμαι ότι σκεφτόμουν τον Φλιπ. Ηξερα ότι θα καταλάβαινε ότι έπρεπε να πάω.
Όταν η Μαμά άνοιξε την πόρτα και είδα το πρόσωπό της… αυτό είναι το καλύτερο συναίσθημα στον κόσμο. Ο πατέρας μου είπε ότι το να πάω εκεί ήταν το καλύτερο φάρμακο γι’ αυτήν. Όμως έβλεπα ότι πονούσε. Της κράτησα το χέρι όσο περισσότερο μπορούσα. Κάθισα δίπλα της όλη την ώρα. Δεν ήθελα να την αφήσω. Μου είπε ότι δεν θα παραιτούταν.
Μια μέρα μετά, έπρεπε να πετάξω πίσω.
Δύο ακόμα μήνες πέρασαν πριν τελειώσει η σεζόν. Έκανα ό,τι χρειαζόταν στο παρκέ. Όμως ήταν τόσο σκληρό. Το μυαλό μου ήταν πολύ μακριά. Σκεφτόμουν τη μητέρα μου όλη την ώρα. Μετά το τελευταίο ματς της σεζόν, πέταξα πίσω στο σπίτι.
Η Μαμά πέθανε λίγες εβδομάδες αργότερα.
Όταν κάποιος που αγαπάς πεθαίνει, είναι σαν μια ομίχλη να σε περικυκλώνει. Έτσι ήταν για μένα. Ένιωσα τόσο χωρίς κατεύθυνση. Κάθε χρόνο, όταν πήγαινα πίσω στη Μινεσότα για την προετοιμασία, θα άρχιζα κάθε μέρα με τον ίδιο τρόπο: Να καλέσω με Face Time τη Μαμά. Την πρώτη σεζόν μετά τον θάνατό της, θα ξυπνούσα και θα σκεφτόμουν να την καλέσω. Με έκανε να θέλω να σπάσω το τηλέφωνό μου. Όμως δεν μπορούσε να σβήσω τον αριθμό της. Μερικές φορές της έστελνα μηνύματα. Ακόμα το κάνω. Για λίγο, ένιωθα σαν να έχανα το μυαλό μου – σα να μιλούσα στον εαυτό μου.
Για το μεγαλύτερο μέρος της χρονιάς μετά, ήμουν θυμωμένος. Κατηγόρησα πολλούς για πολλά πράγματα. Κατηγόρησα το μπάσκετ. Κατηγόρησα ανθρώπους γύρω μου για το πώς ένιωθα. Κατηγόρησα τα πάντα.
Έπεσα σε κατάθλιψη.
Και είδα το μπάσκετ διαφορετικά κατόπιν. Είδα τη ζωή διαφορετικά. Τίποτα δεν έδειχνε όσο σοβαρό ήταν. Ξέρεις, στη ζωή, απλώς παίζουμε ένα παιχνίδι… Και μερικές φορές ήταν ανακούφιση για μένα να πηγαίνω για μπάσκετ και να ξεχνώ αυτά τα πράγματα. Όμως αυτό δε λειτουργεί για πάντα. Ένιωσα σαν να επιπλέω στο νερό όσο καλύτερα μπορώ, αλλά συνέχιζα να πνίγομαι. Δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω. Και δεν ήξερα πώς να το φτιάξω μόνος μου. Το έμαθα όταν επιτέλους είχα βοήθεια – όταν πήγα να μιλήσω σε θεραπευτή.
Το έμαθα από τους φίλους μου επίσης, στον πατέρα μου, τον αδελφό και την αδελφή μου. Με έκαναν ξανά αυτόν που είμαι και πάντα ήμουν – ένας γιος της μητέρας μου.
Ηξερα ότι παρότι η Μαμά είχε φύγει, μπορούσαμε ακόμα να είμαστε κοντά της.
Θυμάμαι ότι είπα στη Μαμά σε μια από τις επιστροφές μας από την κλινική Mayo.
Ολόκληρη η ζωή της, όλα όσα ήθελε να κάνει, ήταν να βοηθά τους άλλους να είναι χαρούμενοι. Όταν οι φίλοι μου έρχονταν όταν ήμουν μικρός. Πάντα με ρωτούσε ποιο ήταν το αγαπημένο τους πιάτο για να το μαγειρέψει. Αυτό ακριβώς ήταν.
Έτσι, σε μια επιστροφή από τη Μινεάπολη από το Ρότσεστερ, σε ένα διαφορετικό ταξίδι, έπειτα από για άλλη μια φορά άσχημα νέα, της είπα κάτι σημαντικό: Της είπα ότι θα διασφάλιζα ότι ανεξάρτητα τι θα συνέβαινε σε αυτήν, θα βοηθούσαμε πολλούς ανθρώπους που περνούσαν τα ίδια.
Της το υποσχέθηκα.
Το 2017, νοίκιασα ένα σπίτι στη Σολτ Λέικ Σίτι.
Μόλις είχα μετακομίσει, με μερικούς στενούς φίλους. Μερικές εβδομάδες νωρίτερα είχα γίνει trade από τη Μινεσότα στους Γιούτα Τζαζ.
Όλα συμβαίνουν για ένα λόγο.
Αγαπούσα τη Μινεσότα. Ακόμα το κάνω. Και αυτό το μέρος, αυτοί οι άνθρωποι – πάντα θα είναι στην καρδιά μου.
Το εννοώ. Εμπιστοσύνη. Όπως είπε ο KG.
Η ευκαιρία στη Γιούτα ήταν για άλλη μια φρέσκια αρχή. Η πρώτη μου χρονιά εκεί ήταν επίσης η πρώτη σεζόν στο ΝΒΑ όπου οι ομάδες είχαν διαφημίσεις στις φανέλες τους. Οι Τζαζ είχαν το 5 FOR THE FIGHT. Έμαθα ότι ήταν φιλανθρωπία για έρευνα για τον καρκίνο.
Όλα συμβαίνουν για έναν λόγο.
Συναντήθηκα με τον Ράιαν Σμιθ, τον CEO των Qualtrics – την εταιρία που βοήθησε να έχουμε αυτή τη διαφήμιση στις φανέλες μας – και τον ρώτησα για τα διάφορα ιδρύματα κι πώς θα μπορούσα να δημιουργήσω ένα δικό μου. Αυτή ήταν μόνο η αρχή. Εκείνη τη χρονιά, ο Μπαμπάς κι εγώ επισκεφθήκαμε διαφορετικά νοσοκομεία στη Γιούτα, συμπεριλαμβανομένου του Huntsman Cancer Institute. Συναντήσαμε τόσα πολλά παιδιά, είδα τόσα πολλά χαμόγελα. Θεωρώ ότι έκανε περισσότερα για τον Μπαμπά κι εμένα, από αυτά που έκανα εγώ για αυτά τα παιδιά. Φύγαμε εκείνη τη μέρα και στην επιστροφή, ο Μπαμπάς είπε αυτό που σκεφτόμασταν και οι δύο.
“Η Μαμά ήταν σήμερα μαζί μας” μου είπε: “Την κάνουμε περήφανη”.
Έναν χρόνο αργότερα, άρχισα το δικό μου ίδρυμα. Το Ricky Rubio Foundation. Στη μνήμη της μητέρας μου.
Ηθελα να δημιουργήσω ένα ίδρυμα, όπου όλοι να νιώθουν ότι πρόκειται για το δικό τους ίδρυμα. Ηθελα να εκμεταλλευτώ την ιδιότητά μου ως παίκτης του ΝΒΑ για να προσφέρω χαμόγελα και επίσης να μαζέψω χρήματα για κοινωνικούς σκοπούς. Δε θα πω ψέματα εδώ, τα χαμόγελα των παιδιών στα νοσοκομεία πραγματικά με κάνουν να συνεχίζω. Έτσι γεμίζω. Ξέρω ότι αυτό θα ήθελε η Μαμά. Είναι ακριβώς εκεί μαζί μου.
Σήμερα δεν είμαι 21 ετών, όπως όταν πήγα για πρώτη φορά στη Μινεσότα. Εκεί πίσω, όταν η Μαμά ήταν ακόμα ζωντανή, έκανα μια λίστα στο κεφάλι μου για αυτά που θέλω να πετύχω ως παίκτης. Ένα από αυτά ήταν να χρησιμοποιήσω την επιρροή μου και την ιδιότητά μου για να βοηθήσω ανθρώπους που το χρειάζονται. Έτσι μπόρεσα να το σβήσω από τη λίστα μου. Ακόμα έχω μερικά πράγματα που δεν έχω σβήσει από τη λίστα.
Ένα από αυτά είναι “να πάρω ένα πρωτάθλημα στο ΝΒΑ”.
Ακόμα δουλεύω γι’ αυτό. Είμαι στο Φοίνιξ τώρα. Ακόμα μια νέα πόλη, άλλο ένα νέο διαμέρισμα και μερικές νέες προκλήσεις. Εχουμε μια καλή νεανική ομάδα που έχει μεγάλη προοπτική. Όλα τα σπουδαία πράγματα θέλουν χρόνο. Θα φτάσουμε εκεί. Άρα αφήστε με να επιστρέψω σε αυτό.
Άλλο ένα πράγμα στη λίστα είναι “να κερδίσω ένα Παγκόσμιο Κύπελλο με την εθνική μου ομάδα, την οικογένειά μου”.
Κι αυτό το καλοκαίρι η εθνική μας ομάδα κέρδισε το Παγκόσμιο Κύπελλο στην Κίνα. Πραγματικά εύχομαι η Μαμά μου να μπορούσε να το δει. Ηταν απίστευτο να βλέπω τον τρόπο με τον οποίο το μπάσκετ αγγίζει τις ζωές εκεί. Μεγάλωσα έχοντας είδωλο το ισπανικό μπάσκετ και το να είμαι μέρος ενός νέου κεφαλαίου στην επιτυχία της χώρας, ήταν πραγματικά ξεχωριστό για μένα. Ημουν MVP και το βραβείο το παρουσίασε ο Κόμπι, 11 χρόνια μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2008, κι ένιωσα σα να έκλεισε ένας κύκλος.
Το μπάσκετ είναι πολύ σημαντικό για μένα. Όμως ξέρω ότι μπορώ να έχω επίδραση σε αυτό τον κόσμο με πολλούς άλλους τρόπους. Και ασφαλώς, ένας εξ αυτών είναι να είμαι το παιδί της μαμάς.
Κάθε μέρα, προσπαθώ να κάνω κάτι για να την κάνω περήφανη.
Αυτό της αξίζει.
Είμαστε μια ομάδα.
Μας έχω για πάντα.
Σε αγαπώ, Μαμά».