Πρέλεβιτς: «Ώρα να φεύγουμε και να έρθει ιδιοκτήτης»

Ο Μπάνε Πρέλεβιτς παραχώρησε συνέντευξη στην οποία εξήγησε το διοικητικό πρόβλημα στο οποίο βρίσκεται ο ΠΑΟΚ, τονίζοντας πως πρέπει να βρεθεί επειγόντως ιδιοκτήτης στο τμήμα μπάσκετ του συλλόγου. 

Πρέλεβιτς: «Ώρα να φεύγουμε και να έρθει ιδιοκτήτης»

Η συνέντευξη του στον COSMOTE-TV:

Για τη θητεία του σε όλα τα πόστα στον ΠΑΟΚ:

«Ένα πράγμα μόνο δεν έχω γίνει ακόμα και είναι το επόμενο… Πρέσβης της ομάδας! Έγινα πρόεδρος με το σκεπτικό να κάτσω 1-2 χρόνια και να έρθει κάποιος ιδιοκτήτης. Έκατσα οκτώ χρόνια και πλέον πρέπει να βρεθεί ένας ιδιοκτήτης γιατί το μπάσκετ έχει πάει σε άλλα επίπεδα».

Για το αν αυτή είναι η τελευταία του συνέντευξη ως πρόεδρος του ΠΑΟΚ:

«Είναι πολύ απλό. Το σκεπτικό μου γύρω από την ομάδα, ερχόταν πάντα μέσα από την καρδιά, όχι από το μυαλό. Πάντα βλέπω τι είναι καλό για την ομάδα. Αυτήν τη στιγμή, είναι καλό για την ομάδα, να σταματήσει η διοίκηση Πρωτοδικείου. Έχουν περάσει πάρα πολλά χρόνια, έχει εξυπηρετήσει σίγουρα κάποιες καταστάσεις. Ο ανταγωνισμός και το άθλημα έχει προχωρήσει τόσο πολύ που οι θέσεις που έχουμε εμείς, πρέπει να είναι επαγγελματικές. Μόνο ένας ιδιοκτήτης μπορεί να το κάνει αυτό. Ήρθε η ώρα να βρούμε έναν ιδιοκτήτη».

Για την αμφισβήτηση που έχει δεχτεί:

«Σκέφτεται τι θα έκανε αν ήταν στη θέση σου. Σε κατηγορεί γιατί σκέφτεται τι θα έκανε αυτός. Αυτό λέει η εμπειρία μου. Έχω αρκετά μεγάλη εμπειρία να προβλέπω τα πράγματα και γι’ αυτό έδωσα εκείνη τη συνέντευξη πριν ένα χρόνο».

Για το τι ψάχνει τώρα ο ΠΑΟΚ:

«Ψάχνει έναν ιδιοκτήτη. Επενδυτής, είναι λάθος προσέγγιση κι εγώ θα θεωρούσα προσβλητικό να μιλήσω σε έναν άνθρωπο και να του πω ότι είναι επενδυτής. Θα του εξηγήσεις την κατάσταση και θα του πεις ότι η ομάδα χρειάζεται χρηματοδότηση. Ο καθένας ασχολείται με τον αθλητισμό για το δικό του λόγο».

Για τον Ιβάν Σαββίδη:

«Μας έχει βοηθήσει πάρα πολύ, αλλά δε φτάνει. Ο ανταγωνισμός έχει μεγαλώσει πάρα πολύ. Πρέπει να είμαστε η μοναδική ανώνυμη εταιρεία που επί 4-5 χρόνια είχε πλεόνασμα. Μπορούσαμε να τα κάνουμε. Δεν υπήρχε ΑΕΚ. Δεν υπήρχε Προμηθέας. Ανέβηκαν τα κασέ των Ελλήνων παικτών και ανέβηκαν ένα κλικ παραπάνω οι ξένοι. Απευθυνθήκαμε για βοήθεια στον κ. Σαββίδη. Μας βοήθησε. Για να εξηγήσω την κατάσταση, είναι σαν ένας αθλητής που έχει πρόβλημα στο πόδι. Πρέπει να κάνει δέκα θεραπείες, αλλά έχει χρήματα για μία. Βρίσκει χρήματα για τρεις, αρχίζει και παίζει, αλλά παθαίνει επιτροπή. Μετά ζητάς δεκαπέντε θεραπείες. Παίρνεις χρήματα για πέντε, παίζει και ξαναπαθαίνει υποτροπή. Έπειτα χρειάζεται είκοσι θεραπείες. Και μετά; Κόβεται το πόδι… Και δεν έχεις κερδίσει ούτε εσύ, ούτε αυτός που σε έχει βοηθήσει…»

Για το κατά πόσο είναι περίεργο που δεν έχει βρεθεί χρηματοδότης:

«Το σκεφτόμουν πολλές φορές. Μια μέρα που δε σκεφτόμουν τίποτα, μου ήρθε φλασιά. Γιατί να έρθει κάποιος; Υπάρχει μια διοίκηση που πάει καλά; Ένα πρόεδρος που είναι μπροστά, μια ομάδα ποδοσφαίρου που είναι η πιο πλούσια στην Ελλάδα, ένας ευεργέτης στην ομάδα ποδοσφαίρου. Γι’ αυτό είπα ότι τα όπλα μου έχουν τελειώσει. Δεν υπάρχει κανένας ιδιοκτήτης, ούτε κάποιος που να ενδιαφέρεται. Έχουμε ανοίξει την πόρτα μας και περιμένουμε τους ενδιαφερόμενους. Είμαι ο πρώτος που πρέπει να αποχωρήσω και να πούμε ότι χρειαζόμαστε ιδιοκτήτη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν το δικό μας, της συνείδησης, ότι μέχρι εδώ ήμασταν. Πρέπει να βρεθεί άνθρωπος να βοηθήσει την ομάδα. Χρειάζεται ιδιοκτήτη, που θα έχει τη στήριξη όλου του συλλόγου. Για κάποιον που ενδιαφέρεται, είναι μια κατάσταση πολύ καλή».

Για το αν έχει εκφραστεί ενδιαφέρον από πουθενά:

«Υπήρχε ενδιαφέρον με το Keeppaokalive. Δεν ήταν έρανος. Όποιος συμμετείχε στην πλατφόρμα, μπορούσε μέσω αυτής να αγοράσει εισιτήρια και πράγματα από τη μπούτικ. Ήταν ένα επικοινωνιακό παιχνίδι πάνω από όλα για να μαθευτεί η πραγματικότητα. Πήγαινε πολύ καλά, αλλά κάποια στιγμή κόπηκε. Εκεί πάλι κατάλαβα, ότι δεν κατανοούν όλοι ότι υπάρχει θέμα. Ότι η ομάδα δε μπορεί να συνεχίσει έτσι και πρέπει να αναλάβει κάποιος. Έχω την πεποίθηση ότι θα βρεθεί κάποιος».

Για τις αποχωρήσεις από το ρόστερ της ομάδας και τους οκτώ επαγγελματίες που απέμειναν:

«Όταν κατάλαβα ότι δε μπορούμε να προσφέρουμε αυτά που πρέπει, κάναμε μια συζήτηση με το αγωνιστικό τμήμα, ότι όποιος θέλει, είναι ελεύθερος. Πάντα πιστεύω στις ειλικρινείς σχέσεις. Αν δεν έχεις κάτι καλύτερο κάτσε εδώ, μέχρι να βρεις κάτι καλύτερο. Με αυτήν την αβεβαιότητα, η ομάδα κατάφερε θαύματα. ‘Έφτασε στον τελικό Κυπέλλου, έφτασε στους 16 του ΒCL και τερματίζει στην Ελλάδα σε μια θέση που της δίνει τη δυνατότητα να παίξεις στην Ευρώπη. Θέλω να ευχαριστήσω τον προπονητή και τους παίκτες, που δίνουν ότι δύναμη έχουν για να βοηθήσουν την ομάδα. Είναι συγκινητικό αυτό. Προχθές πήγαιναν στην Πάτρα να παίξουν. Μπήκαν στο λεωφορείο, ο Γκος, ο Τσόχλας, ο Μαργαρίτης, ο Τέπιτς και τους είπα… «Παιδιά σας θαυμάζω»!

Για το ότι δε μιλάει πολύ δημόσια:

«Μπορείς να μιλάς πολύ και να λες αυτά που θέλουν να ακούσουν οι άλλοι. Αν αναλύσεις την πραγματικότητα, δε σε ακούει κανένας. Η εμπειρία μου έχει διδάξει ότι κανείς δε θέλει να αλλάξει».

Για το γεγονός ότι δε συσπείρωσε τον κόσμο:

«Ο κόσμος του ΠΑΟΚ ήταν, είναι και θα είναι ποδοσφαιρικός. Διαφωνώ όμως ότι δεν υπάρχει μπασκετικός κόσμος. Έχουμε μια βάση 3.000. Στα ντέρμπι έρχονται 5-6.000 κόσμο. Στα μικρότερα, έρχονται 1.500. Το ίδιο γινόταν και στο Παλέ. Στο παιχνίδι με τον Κολοσσό που χάσαμε, οι φίλαθλοι χειροκρότησαν. Οι φίλαθλοι που έρχονται είναι καινούργιοι και αυτό που βλέπουν τους ευχαριστεί. Θέλει οργάνωση για να προσελκύσεις τον κόσμο. Εμείς έχουμε τέσσερα άτομα… Αυτήν την προσπάθεια και αυτήν την οργάνωση, εμείς δε μπορούμε να την προσφέρουμε. Για αυτό, γυρνάμε πάλι στο ίδιο. Η λύση είναι μία…»

Για την περίπτωση που βρεθεί ιδιοκτήτης και αν άλλαζε την απόφαση αποχώρησης του:

«Είναι ένα υποθετικό σενάριο… Δεν το έχω σκεφτεί ποτέ, γιατί η ενασχόληση μου με την ομάδα, δεν ήταν ποτέ επαγγελματική. Δε θέλω να απαντήσω, γιατί ακόμα κι αν βρεθεί αυτός ο άνθρωπος, να νιώθει καμία πίεση. Εμείς, έχουμε όλοι μια δουλειά. Να τον βοηθήσουμε. Εφόσον επιθυμεί μια μεταβατική περίοδο, να τον βοηθήσουμε. Εγώ, παρακολουθώ πολύ τη Μπάγερν Μονάχου. Δεν είμαι Μπάγερν, αλλά την παρακολουθώ. Το 2021 λήγει το συμβόλαιο του Ρουμενίγκε και από τώρα, 2019, έχει ορίσει τον πρόεδρο, θα είναι ο Καν και δύο χρόνια, θα λειτουργούν μαζί σε μεταβατική περίοδο. Μα δε γίνεται και αλλιώς. Όποιος έρθει. εφόσον επιθυμεί, πρέπει να τον βοηθήσουμε σε μια μεταβατική περίοδο».

Για την πιο δύσκολή κατάσταση που κλήθηκε να διαχειριστεί:

«Η φετινή χρονιά… Έπρεπε να πεις την αλήθεια. Η ευθύνη, εννοείται πως είναι δική μου. Έχω εκτιμήσει λάθος κάποιες καταστάσεις. Τα πρώτα πέντε χρόνια, λειτουργούσαμε πολύ καλά. Είχαμε πλεόνασμα. Ξέραμε τα έσοδα, μέχρι που φτάνουμε και υποχρεώσεις που τακτοποιούσαμε. Μετά, άλλαξε και το μπάσκετ. Διπλασιάστηκαν τα έξοδα και μεινώθηκα στα έσοδα».

Για το αν έφερε έξτρα πίεση η απόφαση για τον Σούλη Μαρκόπουλο:

«Για μένα όχι. Θέλεις να είσαι πρόεδρος; Πρέπει να πάρεις δύσκολες αποφάσεις, αλλιώς κάτσε σπίτι σου. Είχαμε αποφασίσει ότι πρέπει να αλλάξουμε τον τρόπο που παίζουμε γιατί το μπάσκετ έχει αλλάξει. Δεν ήταν επί προσωπικού. Ο Σούλης, έχει βοηθήσει το σύλλογο σαν άνθρωπος, όχι μόνο σαν προπονητής. Με πολύ λίγες απαιτήσεις και κατανόηση στις πληρωμές. Ακόμα και τώρα πληρώνεται από τα παλιά. Τον ευχαριστώ πάρα πολύ. Είναι όπως όταν έρχεται η στιγμή που λες στο παιδί σου «δεν κάνεις». Είναι δύσκολο, αλλά το μπάσκετ άλλαξε».

Για την άφιξη του στην Ελλάδα και αν περίμενε ότι θα μείνει εδώ τόσα χρόνια:

«Όχι… Αυτό είναι το καλύτερο στη ζωή. Μεγαλώνοντας όμως λες αυτό είναι το μονοπάτι μου και το ακολουθείς. Ο πατέρας μου ήταν πολλά χρόνια πρόεδρος στον Ερυθρό Αστέρα. Έπαιξε το ρόλο, να με πάει στο γήπεδο να παίξω μπάσκετ. Ήταν από εκείνους τους γονείς, που δεν εμπλεκόταν πολύ».

Για τον ήρεμο χαρακτήρα του και τα ελάχιστα ξεσπάσματά του:

«Πώς να το περιγράψω αυτό; Δε θεωρώ κανένα αποτέλεσμα δεδομένο, ούτε την αρχή ούτε το τέλος. Το βλέπω σαν εμπόδιο, που αν είναι αρνητικό θα ξεπεραστεί και αν είναι θετικό, το βλέπω σαν εμπειρία. Δε ζω στο παρελθόν. Ζω τη στιγμή και προσπαθώ να μη σκέφτομαι πολύ το μέλλον. Εκτός κι αν έχει σχέση με τον ΠΑΟΚ».

Για το κλάμα στη Ναντ:

«Είναι μία ειλικρινής αντίδραση. Εκεί μπαίνει το τρίποντο και λες δεν υπάρχει περίπτωση. Ο αθλητισμός έτσι είναι. Μόνο μέσα από τις ήττες μαθαίνεις και βελτιώνεσαι. Η νίκη σε ζαλίζει, θετικά. Εκείνο το βράδυ άλλαξε η ζωή μου. Για να είσαι επαγγελματίας, δυστυχώς, πρέπει να βγάλεις το συναίσθημα. Αλλιώς θα σε καταστρέψει αυτό το πράγμα, γιατί δε μπορεί να πάει καλά η δουλειά σου».

Για τον ημιτελικό με τη Μπενετόν και την τελευταία δική του επίθεση:

«Ήταν μια απόφαση, δε βγήκε, αλλά δε μπορούμε να κάνουμε κάτι. Δεν είχε έρθει η ώρα… Θα έρθει και αυτή η ώρα…»

Για το λόγο που βλέπει τα παιχνίδια από το γραφείο του:

«Υπάρχει λόγος… Μπορώ να κρίνω πολλά πράγματα πολύ καλύτερα, από ότι ζωντανά στο γήπεδο, ειδικά τη διαιτησία. Στην Τενερίφη, κατάλαβα ότι δεν είμαι έτοιμος να ελέγξω τα οπαδικά συναισθήματα!»

Για τις… μπουνιές με τον Γκάλη:

«Ήταν άτυχη στιγμή, το έχουμε πει πολλές φορές. Με τον Νικ δεν υπάρχει καμία κόντρα. Ίσα-ίσα… Ήταν ό,τι καλύτερο γινόταν εκείνες τις εποχές στο μπάσκετ. Από εκεί ξεκίνησε στο συλλογικό επίπεδο και μετά μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Ζήσαμε απίστευτές στιγμές δόξας, που ποτέ δε μπορούσα να τις καταλάβω. Παίζαμε μόνο μπάσκετ! Γιατί τόση αναγνωρισιμότητα; Μετά καταλαβαίνεις ότι είναι μέρος της δουλειάς. Ζούσαμε ωραίες στιγμές».

Για το αν η μεγάλη ομάδα του ΠΑΟΚ αδικήθηκε και αν μπορούσε να πάρει περισσότερους τίτλους:

«Θα μπορούσαμε να έχουμε πάρει περισσότερους τίτλους. Δε μας αδίκησε κάποιος. Δεν τα πήραμε εμείς. Μπορούσαμε να πάρουμε τουλάχιστον άλλους 2-3 τίτλους».

Για τον ημιτελικό τον Απρίλιο του 1987 με τον Ερυθρό Αστέρα κόντρα στη Τσιμπόνα:

«Παίζουμε ημιτελικό πλέι οφ, είχαμε προπονητή τον Τζούροβιτς. Χάνουμε 1-0 στο Ζάγκρεμπ, πρωταθλήτρια Ευρώπης και με τον Ντράζεν τον καλύτερο παίκτη όλων των εποχών και πάμε να παίξουμε στην έδρα τους. Μου λέει ο προπονητής, ξεκινάς πεντάδα. Μέχρι τότε, μπαινοέβγαινα 12άδα. Ήμουν 20 ετών. Σκεπτικό σωστό, γιατί δεν είχαμε να χάσουμε τίποτα. Έβαλε τους πιτσιρικάδες. Παίζουμε καταπληκτικά και κερδίζουμε αυτό το ματς. Γίνεται 1-1 η σειρά και γίνεται μία συζήτηση και πάμε στο Ζάγκρεμπ. Λέει ο προπονητής, παίζετε εσείς πάλι. Βάζω καμιά 30 πόντους και από εκεί ξεκίνησε η καριέρα μου. Γι’ αυτό σήμερα, είμαι σκληρός με τους νέους όταν λένε ότι δεν έχουν ευκαιρίες. Ο προπονητής σου έδωσε την ευκαιρία να παίξεις; Έδειξες κάτι; Αυτό τους λέω».

Για τα στοιχεία του ως παίκτης:

«Τότε δε χρειαζόταν το σώμα τόσο. Με ταλέντο και με το σουτ έπαιζες μπάσκετ. Έκανα χιλιάδες σουτ. Είχα έναν προπονητή που μας έλεγε να σουτάρουμε μέχρι να αρχίσουν να τρέχουν αίμα τα δάχτυλα. Με βοήθησε πολύ να κάνω την καριέρα μου».

Για τη συνεργασία του με τον Γιάννη Ιωαννίδη στην ΑΕΚ:

«Δύσκολη… Ήταν πολύ απαιτητικός, αλλά βεβαίως ήταν δίκαιος. Τον είχα προπονητή και με τους παλαίμαχους και μας έλεγε ποιον να πιέζουμε. Εμείς δε μπορούσαμε να κουνηθούμε! Κάναμε όμως μεγάλη επιτυχία, φτάσαμε στον τελικό, μια καινούργια ομάδα. Είχαμε δύο Δανούς παίκτες! Χάσαμε από μία Κίντερ που ήταν μια κλάση καλύτερη από εμάς».

Για τον τρόπο που έφυγε από την ΑΕΚ:

«Όλα είναι επαγγελματισμός. Πάρθηκε η απόφαση, παίρνεις τα πράγματα σου και φεύγεις. Δεν είχα και τη δύναμη να συνεχίσω σε υψηλό επίπεδο. Ήθελα να τελειώσω την καριέρα μου στον ΠΑΟΚ».

Για την επιστροφή του στον ΠΑΟΚ για να κλείσει την καριέρα του, αλλά και το γεγονός ότι δεν πρόλαβε να παίξει στο «PAOK Sports Arena»:

«Έτσι έπρεπε να γίνει. Έτσι όπως σκεφτόμουν εγώ εκείνη τη στιγμή κι επειδή δε μπορούσα να παίξω με τον τρόπο που ήθελα, σταμάτησα. Τώρα λέω στους παικτες, «παιδιά όσο βρίσκεται κάποιος να σας πληρώνει παίζετε μπάσκετ».