Σάκοτα: «Έβλεπα τον πατέρα μου στον πάγκο και σκεφτόμουν ότι αν χάσει, μπορεί να μετακομίσω»

Ο Ντούσαν Σάκοτα μίλησε στο podcast του ΕΣΑΚΕ.

Σάκοτα: «Έβλεπα τον πατέρα μου στον πάγκο και σκεφτόμουν ότι αν χάσει, μπορεί να μετακομίσω»

Ο Ντούσαν Σάκοτα υπήρξε ένα παιδί του πολέμου. Η οικογένεια του υποχρεώθηκε να αφήσει πίσω της τον εμφύλιο της Γιουγκοσλαβίας. Μόνο και μόνο για να βρει τη δεύτερη πατρίδα της. Τότε κανείς δεν το γνώριζε. Πλέον, η φαμίλια Σάκοτα, από διαφορετικά μετερίζια, αποτελεί μέρος της ιστορίας του ελληνικού μπάσκετ. Ο Ντούσαν Σάκοτα μιλάει για τα χρόνια του πολέμου. Για το παιδικό άγχος να βλέπει τον πατέρα του να εξαρτάται από κάθε αποτέλεσμα, αλλά και για τη ζωή με έναν μπαμπά-προπονητή. Το ιδιαίτερο κεφάλαιο της ΑΕΚ και το τέλος της καριέρας του, για το οποίο θα ήθελε μία καλύτερη αυλαία.

Αναλυτικά τα όσα είπε:

Για τα χρόνια στη Γιουγκοσλαβία και όταν ήρθε στην Ελλάδα: «Δεν ξέραμε ότι θα μείνουμε. Ήταν μία λύση. Τα πρώτα χρόνια πηγαινοερχόμασταν. Είχαμε οικογένεια στη Γιουγκοσλαβία. Εχω έντονες αναμνήσεις. Οι δικές μου ήταν ωραίες. Πλέον, αυτό δεν υπάρχει στη Σερβία. Θυμάμαι την παρέα, όλα τα παιδιά έξω. Ήταν 100, μπορεί και 200 παιδιά έξω, μόλις τελείωνε η ώρα κοινής ησυχίας».

Για την πορεία της οικογένειας Σάκοτα, όταν υποχρεώθηκαν να αφήσουν την πατρίδα τους: «Ήταν μία μεγάλη τύχη, μέσα στην ατυχία μας. Μπήκαμε σε μία μπασκετική περίοδο στην Ελλάδα, τη δεκαετία του ΄90, ήταν η καλύτερη. Ήταν μεγάλο βήμα για έναν άνθρωπο στα 40 του, η ψαλίδα ανάμεσα στο γιουγκοσλάβικο και το ελληνικό μπάσκετ ήταν μεγάλη. Με την έλευση του, μόνο ο συγχωρεμένος ο Ντούντα και ίσως ο Μπάνε στον ΠΑΟΚ είχαν έρθει. Η σέρβικη σχολή ήρθε και εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα και μαζί με τα χρήματα, όλο αυτό “παντρεύτηκε” με μία εξαιρετική γενιά Ελλήνων παικτών».

Αν υπάρχει ένα άστρο πάνω από την οικογένεια Σάκοτα: «Εξαρτάται ποια ημέρα ρωτάς... Εκεί που μπορώ να πω “ναι”, βρισκόμαστε μπροστά σε τέτοιες προκλήσεις που πραγματικά λες ότι δεν έχεις άστρο. Είχαμε πολλές δοκιμασίες ως οικογένεια. Στη ζωή δοκιμάζετε αυτός που μπορείς να ανταπεξέλθει. Είμαι υπερήφανος γιατί ανταπεξήλθαμε σε όλες τις δοκιμασίες. Για να μην πω και για τη μητέρα μου, που άντεχε όλα αυτά που άντεχε, την πίεση να είσαι η γυναίκα ενός προπονητή. Να είσαι 40 χρόνια παντρεμένη με έναν προπονητή. Μας βοήθησε πολύ που είμαστε μία δεμένη οικογένεια».

Για τη ζωή με έναν μπαμπά που είναι και προπονητής: «Ήταν δύσκολα. Ποτέ δεν ήμουν στο ίδιο τμήμα με τον αδελφό μου, τον Μίλος. Όταν αυτός ήταν στα εφηβικά, εγώ ήμουν στα παιδικά. Μετά το σχολείο, πήγαινε ο ένας για προπόνηση και επέστρεφε. Μετά πήγαινε ο άλλος, μετά γύριζε ο προπονητής, έπρεπε να φάμε. Τα εφηβικά χρόνια, την πιο δύσκολη δουλειά την είχε η μητέρα μου. Μετά είναι και η πίεση. Το παιχνίδι του μπάσκετ δεν μπορείς να το βλέπεις ως παιχνίδι, όταν εξαρτάσαι οικονομικά απ' αυτό. Θυμάμαι να πηγαίνω στους αγώνες του Ντράγκαν στο “Ιβανόφειο”. Ήμουν 13 ετών και δεν έβλεπα τον Διαμαντίδη, τον Χατζηβρέττα. Εγώ έβλεπα ότι αν χάσει ο Ηρακλής και χάσει ξανά στο επόμενο ματς, μπορεί να φύγω από την παρέα μου, να μετακομίσω. Τη δεκαετία του '90 οι προπονητές άλλαζαν σαν τις... κάλτσες».

Αν η πίεση, αφαιρεί από έναν επαγγελματία τη χαρά του αθλήματος: «Ναι! Θα πάρω το παράδειγμα του Γιόκιτς. Τον λατρεύω. Δεν τον ξέρω προσωπικά, αλλά τον λατρεύω ως παίκτη. Είναι ο καλύτερος στον κόσμο γιατί έχει βρει έναν μαγικό τρόπο, για να φιλτράρει την προσωπική του ζωή από το μπάσκετ. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν τον ενδιαφέρει ακόμα και μισό της εκατό. Λένε ότι πάει στο Νόβισαντ και πίνει μπύρες, αλλά δε λένε για την προπόνηση που κάνει. Γνωρίζω κάποιους ανθρώπους που τον βοηθούν και κάνει τρελή προπόνηση. Παίρνει λίγο τη χαρά, γιατί αν δεν το φιλτράρεις, χάνει τον πραγματικό λόγο που έχεις ξεκινήσει να παίζεις μπάσκετ. Κάθε παίκτης έχει μία εσωτερική μάχη και τη διαχειρίζεται όπως ξέρει αυτός».

Αν η σχέση με τον πατέρα του, τον έχει κρατήσει πίσω στην καριέρα του: «Χωρίς να φταίει, αν είχε ασχοληθεί με κάποιο άλλο άθλημα, η δική μου καριέρα θα ήταν πιο εύκολη. Πάντα καλείσαι – πέρα από τα μπασκετικά στάνταρ που έχει μία καριέρα – ήσουν σε μία θέση που έπρεπε να αποδεικνύεις ότι αξίζεις να είσαι εκεί. Στα εφηβικά της ΑΕΚ, όταν ο Ντράγκαν έπαιρνε το πρωτάθλημα, κυριαρχούσαμε. Όταν πήγα στον Παναθηναϊκό την πρώτη χρονιά, ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες όπου ο Ομπράντοβιτς είχε πάρει τον Σάκοτα βοηθό προπονητή. Άντε τώρα να τους πείσεις ότι αξίζεις να είσαι εκεί. Θα πω ψέμματα ότι δεν με επηρέαζε στην ηλικία των 18».

Για το μέλλον του Ντράγκαν Σάκοτα και μέχρι πότε θα προπονεί: «Ήμουν μεγάλο μέρος αυτού του πλάνου (σ.σ.: κάποια στιγμή να αποσυρθεί). Ανησυχούσα, είναι 72 ετών. Μετά κατάλαβα πόσο λάθος είχα. Σκεφτόμουν για λόγους υγείας, βλέπω την ηλικία του και σκέφτομαι “πόση ενέργεια να έχει πια...”. Στη διάρκεια της φετινής σεζόν είδα ότι γίνεται το αντιθετο. Όταν προπονεί, έχει ζωντάνια, έχει ενέργεια. Όταν δεν προπονεί είναι στον καναπέ, δεν ασκείται. Αν είναι έτσι και δείχνει ότι μπορεί...

Το 2014 μας είχε πει μία κουβέντα, στην ΑΕΚ. Παίζαμε με την Κηφισιά. Και εκεί έπαιζε ο Μιχάλης Κακιούζης, προς το τέλος της καριέρας του. Μας είχε πει, σε εμάς τους πιο μικρούς σε ηλικία ότι εσείς πρέπει να... διώξετε τον Μιχάλη από το γήπεδο. Όσο στέκεται και μπορεί, γιατί να σταματήσει. Όταν, λοιπόν, ο Ντράγκαν έρχεται και κάνει αυτή τη σεζόν με την ΑΕΚ, γιατί να σταματήσει; Επειδή το γράφει η ταυτότητα;».

Για τη δουλειά του προπονητή: «Όταν ένας παίκτης βάζει 20 πόντους, αλλά η ομάδα του χάνει, στεναχωριέσαι. Αν είσαι πραγματικός επαγγελματίας. Αλλά κοιμάσαι λίγο πιο ήσυχα, γιατί ξέρεις ότι έχεις κάνεις τη δουλειά σου καλά. Ο προπονητής όταν χάνει, χάνει μόνος του».

Αν έχει αφήσει κάτι ανολοκλήρωτο μετά από μία καριέρα 18 ετών: «Όσο περνάει ο χρόνος, όχι. Όταν σταμάτησα, δεν ήταν μια απόφαση που την πήρα και είπα “σταματάω”. Ήμουν αφοσιωμένος και στην καινούργια μου δουλειά, το real estate. Τώρα που στέκομαι καλύτερα στα πόδια μου, έχω το χρόνο, μπορώ να μιλάω για μπάσκετ, αυτό που θα άλλαζα, χωρίς ίχνος αλαζονείας, θα ήθελα να έχω μία καλύτερη αυλαία. Να μπορούσα να μαζέψω κάποιους παλιούς συμπαίκτες μου για ένα ματς ή έστω μια δεξίωση. Ο Ματσιούλις μου είπε, ότι έπρεπε να το είχα κάνει».

Τι σημαίνει γι' αυτόν η ΑΕΚ: «Είναι ένα ξεχωριστό κεφάλαιο. Ήταν η αρχή και το τέλος μου. Επαγγελματικά μπορεί να ξεκίνησα στον Παναθηναϊκό, αλλά ο Ντράγκαν “φταίει” που δεν το έκανα με την ΑΕΚ! Ήμουν ο πρώτος σκόρερ στο εφηβικό. Είναι ένας ματς, το 2003, με τον Ολυμπιακό στον Κορυδαλλό. Η μισή ομάδα της ΑΕΚ ήταν εκτός, δε θυμάμαι το λόγο. Του έλειπαν “τεσσάρια”, αλλά δεν με κατέβασε. Ποτέ δε θα μάθω το λόγο. Σε εκείνο το ματς η ΑΕΚ είχε νικήσει με 30 πόντους και εγώ ήμουν τσαντισμένος που δεν μπορούσα να παίξω. Η πιο επιτυχημένη περίοδος της καριέρας μου ήταν στην ΑΕΚ».

Γιατί τελικά έφυγε από την ΑΕΚ: «Είχα μιλήσει με τον κύριο Αγγελόπουλο, για να βοηθήσω σε κάποιες καταστάσεις. Ο κύκλος με την ΑΕΚ, με τα παιδιά που ήταν – κάτι που αποδείχθηκε με το ρόστερ που δημιουργήθηκε όταν είχα φύγει – είχε κλείσει. Ήθελα να δω τα παιδιά που ήταν πίσω να πρωταγωνιστούν, κάτι που δεν έγινε. Αφήνοντας τη θέση μου, είχα την αίσθηση ότι θα πρωταγωνιστούσε ο Τσαλμπούρης, ο Ρογκαβόπουλος, ο Αγραβάνης, ο Μωραϊτης... Νομίζω ότι επηρεάστηκαν με το Final 8, πόνταραν πολλά εκεί. Εφεραν καλούς παίκτες, αλλά σε λάθος timing καριέρας. Αν δούμε την Εθνική ομάδα τώρα, οι περισσότεροι έχουν περάσει από την ΑΕΚ. Ήθελα να δοκιμάσω στην ACB, αλλά είχα στο μυαλό μου ότι κάποια στιγμή θα επέστρεφα».

Για το αν ήθελε να κλείσει την καριέρα του στην ΑΕΚ: «Άξιζα έναν τελευταίο χρόνο στην ΑΕΚ, αλλά δεν ήθελα να είμαι εκτός 12άδας, να είμαι... γλάστρα».

Για τον Παναθηναϊκό: «Ένα τεράστιο σχολείο. Ήταν τιμή και τύχη να είμαι εκεί. Δεν μπορείς να πάρεις τις εικόνες που είδα, αν δεν είσαι συμπαίκτης με τον Διαμαντίδη, τον Γιασικεβίτσιους, τον Σπανούλη, στους ψηλούς Πέκοβιτς, Τσαρτσαρής, τον Αλβέρτη. Αποκόμισα πάρα πολλά από την πενταετία που έβλεπα τον Φραγκίσκο να είναι αρχηγός».

Η... καλύτερη ιστορία με πρωταγωνιστή τον Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς: «Μπασκετικά αυτό που κρατάω... Υπάρχει η συνέντευξη Τύπου μετά το ματς με την Πρόκομ. Κερδίσαμε, αλλά παρουσιάσαμε ένα κακό πρόσωπο. Ήταν πριν το Top-16. Μετά το ξέσπασμα του, μπήκε στα αποδυτήρια και μας έδωσε τέσσερις ημέρες ρεπό. Θυμάμαι ότι μετά το τετραήμερο νομίζω ότι δε χάσαμε ούτε ένα ματς και παρουσιάστηκε μία νέα ομάδα. Εμπιστεύτηκε τους παίκτες του, πως θα καταλάβουμε ότι χρωστάμε στους εαυτούς μας να κάνουμε μία επανεκκίνηση, μετά στον ίδιο, στην ομάδα, στον κόσμο. Δεν καθίσαμε να δούμε βίντεο για 7-8 ώρες. Εκεί κρύβεται η... μαγκιά του».

Για την περιπέτεια της υγείας του το 2014, στην Ιταλία: «Με βοήθησε να ωριμάσω, αλλά ήταν πάρα πολύ δύσκολο για την οικογένειά μου. Θα συμβούλευα σε κάποιον που μπορεί να έχει βρεθεί στην ίδια θέση, να μην κοιτάς ποτέ το μακρινό μέλλον. Βήμα-βήμα. Ξέρω ότι είναι κλισέ, να προσπαθήσει να βγει πιο δυνατός απ' αυτό.

Μου αρέσει να μην το ξεχνάω ποτέ (σ.σ.: Δείχνοντας το τατουάζ της ημερομηνίας του τραυματισμού) για δικούς μου λόγους. Αυτό που δεν μου αρέσει, είναι ότι αντιδράω περισσότερο σε κάποιες καταστάσεις. Και είναι κάτι που το δουλεύω. Να είμαι πιο ήρεμος. Βοηθάει να θυμάσαι που ήσουν και το σημαίνει να έχεις πραγματικά ένα πρόβλημα».



Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ. 232110