Έτσι έζησα τον Μπλατ

Ο Γιώργος Συρίδης γράφει για τον Ντέιβιντ Μπλατ όπως τον γνώρισε και τον έζησε κατά τη θητεία του στον Άρη.

Έτσι έζησα τον Μπλατ

Αν κάτι δεν ήξερε και σίγουρα έμαθε ο Ντέιβιντ Μπλατ κατά την πρώτη θητεία του στην Ελλάδα με τον Άρη είναι πως το ελληνικό πρωτάθλημα έχει πολλή στρατηγική, πολλή τακτική και οι παίκτες του μέσου επιπέδου είναι πολύ πιο ποιοτικοί και έμπειροι από οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη.

Ο Μπλατ στον Άρη απέτυχε, αλλά με τη μικρότερη ευθύνη στην αποτυχία της 7ης θέσης τη σεζόν 2009-10. Το κλίμα ήταν στραβό εξαρχής με αλλαγή προπονητή στο ξεκίνημα της σεζόν (Κατσικάρης αντί Ματσόν) και με μια δεύτερη που ακολούθησε (Μπλατ αντί Κατσικάρη), ο Μπλατ προσπάθησε να τα αλλάξει όλα, αλλά δεν είχε ούτε τα “εργαλεία” ούτε τον χρόνο.

Εκείνο το διάστημα της παρουσίας του στον Άρη θα του φανεί πολύ χρήσιμο στην επικείμενη νέα θητεία του στον Ολυμπιακό, όπως προφανώς και η θητεία του στους Καβαλίερς και το ΝΒΑ. Είναι δύο όπλα” στη μάχη με την… πίεση που έχει σαν σύλλογος ο Ολυμπιακός.

Ο Μπλατ είναι πρώτα και πάνω από όλα αξιόλογος άνθρωπος. Σαν χαρακτήρας. Άνθρωπος με όλη τη σημασία της λέξης. Ναι, είναι επικοινωνιακός, αλλά αυτό είναι το πρώτο που καταλαβαίνει κανείς, ας πούμε το επιφανειακό. Είναι πολλά περισσότερο. Άνθρωπος καλλιεργημένος - καιρός να ξεσκονίσουμε και πάλι την ιστορία της αρχαίας Ελλάδας, την οποία ο Μπλατ γνωρίζει και την παραθέτει συχνά πυκνά στις δηλώσεις του - άνθρωπος που έχει δύο βασικά ποιοτικά χαρακτηριστικά για προπονητής: Του αρέσει να ακούει και λατρεύει να μαθαίνει.

Δεν είναι τυχαίο ότι όπου κι αν έχει δουλέψει, έχει κάνει φίλους, έχει κάνει σχέσεις που τις διατηρεί και δεν υπάρχει κανείς να έχει πει άσχημη κουβέντα για το ποιόν του ανθρώπου.

Σαν προπονητής ασχολείται σε βάθος με τη δουλειά του. Εμβαθύνει σε πράγματα του παιχνιδιού ή της προπόνησης που ελάχιστοι θα μπορούσαν να διανοηθούν. Δεν είναι εγωπαθής, ούτε προσωποκεντρικός. Το ακριβώς αντίθετο. Πάντοτε αναλύει τις απόψεις του στους συνεργάτες του, πάντοτε προσπαθούσε να εξηγήσει τον τρόπο σκέψης του στις συνεντεύξεις Τύπου, ξεφεύγοντας από κοινότυπες απαντήσεις. Είναι άνθρωπος που θέλει με κάθε τρόπο να δώσει στον συνομιλητή του να καταλάβει πώς σκέφτεται και γιατί κάνει ό,τι κάνει.

Δεν υπάρχει περίπτωση να υποτιμήσει κανέναν και τίποτα. Όταν ο Άρης είχε ηττηθεί στα Τρίκαλα, το ξημέρωμα τον βρήκε στα γραφεία της ομάδας στο Αλεξάνδρειο, να συζητάει με τους συνεργάτες του τι έφταιξε.

Γνωρίζει την ιεραρχία, σέβεται τους θεσμούς, σέβεται τον κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ένα συμβάν όταν ακόμα ήταν προπονητής στη Μπένετον, που μπαίνοντας στο Παλαβέρντε του Τρεβίζο πήγαινε προς την κερκίδα και χειροκροτούσε. Το ίδιο έκανε και στον Άρη. Όχι από ανάγκη ή για να δειχθεί, αλλά από σεβασμό, γιατί αναγνωρίζει τον ρόλο του κάθε κομματιού μιας ομάδας.

Πριν μερικά χρόνια, αφού είχε φύγει από τους κίτρινους, επέστρεψε για να διδάξει στη Θεσσαλονίκη σε ένα σεμινάριο του ΣΕΠΚ. Τότε ήταν που έκανε εντύπωση όταν ανέλυσε το “μπάσκετ χωρίς σύστημα”, ένα μέρος της φιλοσοφίας του που προσπαθεί να εφαρμόσει έκτοτε όπου κι αν δούλεψε και αφορά στην πρωτοβουλία του παίκτη να “διαβάζει” την άμυνα και να πράττει αναλόγως. Τέτοιους παίκτες θέλει να έχει και τέτοιους παίκτες έχει αρκετούς ο Ολυμπιακός.

Είναι προπονητής που αναζητά μονίμως καινούριες ιδέες, που θα πάρει κάτι από μια προηγούμενη δεκαετία και θα το προσαρμόσει στο σήμερα, που θα χρησιμοποιήσει τις αρχές της φημισμένης Princeton Offense του μέντορά του (και προπονητή του) Πιτ Κάριλ στα δικά του μέτρα και σταθμά.

Ζει για το μπάσκετ, ζει για το σύγχρονο μπάσκετ και επειδή λατρεύει να ζει με το κίνητρο, ο σημερινός Ολυμπιακός, “στραπατσαρισμένος” από την απώλεια και των τριών τίτλων τη τελευταία διετία είναι η ιδανική ευκαιρία του για να επιστρέψει και πάλι στην κορυφή της Ευρώπης.