Ο Ολυμπιακός θέλει τον χρόνο του
Ο Ολυμπιακός δεν μπορεί να συγκριθεί με την ΤΣΣΚΑ, αλλά δεν θα πρέπει να εθελοτυφλεί και για τις αδυναμίες του. Το σίγουρο, όμως, είναι πως η ομάδα θέλει χρόνο και υπομονή ώστε να βρει την χημεία της.
Καμία αντίρρηση πως η ΤΣΣΚΑ Μόσχας είναι η πρωταθλήτρια Ευρώπης, με ένα ρόστερ με τεράστιο μπάτζετ, που διαθέτει πρωτοκλασάτους παίκτες, αλλά… μισό λεπτό. Ο Ολυμπιακός είναι η ομάδα που τέσσερις φορές (2012, 2013, 2015, 2017) μέσα σε έξι σεζόν απέκλεισε στα Φάιναλ Φορ τους Ρώσους, δημιουργώντας… ψυχολογικά προβλήματα στον Αντρέι Βατούτιν.
Όμως, οι «ερυθρόλευκοι» βρίσκονται σε μία μεταβατική περίοδο τα τελευταία δύο χρόνια. Η παρέα που έφερε όλες αυτές τις μεγάλες επιτυχίες βρίσκεται στη δύση της (κάποια μέλη τους έχουν αρχίσει να φεύγουν) και πλέον ζούμε την εποχή του Ντέιβιντ Μπλατ.
Ολυμπιακός: Η συμβολή του… Βαλμπουενά
Με τον Αμερικανό κόουτς, βέβαια, να έχει την ευθύνη των επιλογών του, αλλά και της φιλοσοφίας με την οποία θέλει να χτίσει την ομάδα, αλλά δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως έχει και να διαχειριστεί ένα μπάτζετ περιορισμένων δυνατοτήτων. Η ομάδα που έχει επιχειρήσει να φτιάξει φέτος αποτελεί ένα αίνιγμα, κάτι που το έχουμε αναφέρει πολλάκις στο «ΦΩΣ» κατά την διάρκεια του καλοκαιριού.
Θα πρέπει, όμως, να είμαστε ψύχραιμοι και να μην κρίνουμε εν βρασμώ ψυχής. Είναι γεγονός πως η αγωνιστική εικόνα του Ολυμπιακού στον τελικό του Γκομέλσκι Καπ κόντρα στη ΤΣΣΚΑ ήταν τουλάχιστον απογοητευτική! Δεν είναι τόσο η ήττα, όσο ο τρόπος, με τους Πειραιώτες να δείχνουν δύο επίπεδα κάτω από θέμα κλάσης και ποιότητας. Και κακοφαίνεται αυτό, όταν έχεις μάθει να βλέπεις αυτή την ομάδα να κοντράρει στα ίσα (αλλά και να κερδίζει) την «ρωσική αρκούδα».
Όμως, ας είμαστε ρεαλιστές. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μία μεγάλη διαφορά δυναμικής ανάμεσα στις δύο ομάδες, με τους «ερυθρόλευκους» να διανύουν μία πτωτική πορεία. Δείτε τα αποτελέσματα. Το 2017 συμμετοχή στον τελικό του Φάιναλ Φορ της Ευρωλίγκας , το 2018 εκτός τελικής τετράδας έχοντας αποκλειστεί από την Ζαλγκίρις (αν και είχε το πλεονέκτημα έδρας), ενώ το 2019 οι «ερυθρόλευκοι» έμειναν εκτός προημιτελικών!
Και ας μην γελιόμαστε, η διοίκηση φέτος για να αναθαρρήσει ο Ολυμπιακός έκανε ό,τι μπορούσε σύμφωνα με το μπάτζετ της, αλλά δεν έκανε μεταγραφές επιπέδου Μπαρτσελόνα, Ρεάλ, Φενέρμπαχτσε και ΤΣΣΚΑ. Οι δυνατότητες της φετινής ομάδας του Ολυμπιακού είναι περιορισμένες και ό,τι παραπάνω καταφέρει θα είναι υπέρβαση.
Η ομάδα ψάχνει την χημεία της
Το 91-66 με το οποίο ηττήθηκε ο Ολυμπιακός από την ΤΣΣΚΑ στη Μόσχα ήταν ένα «βαρύ» σκορ, αλλά και μία ευκαιρία για τους Πειραιώτες να δουν σε τι επίπεδο βρίσκονται λίγο πριν την πρεμιέρα της Ευρωλίγκας, αντιμετωπίζοντας μία κορυφαία ομάδα της διοργάνωσης. Ναι, οι Πειραιώτες αγωνίστηκαν χωρίς τον Βασίλη Σπανούλη, αλλά ας μην ξεχνάμε πως και οι Ρώσοι έπαιξαν με δύο σημαντικές απουσίες, χωρίς τους Κάιλ Χάινς και Κώστα Κουφό.
Το ευτύχημα, βέβαια, για τους παίκτες του Ντέιβιντ Μπλατ, είναι το γεγονός πως στις πρώτες αγωνιστικές δεν θα συναντήσουν μία από τις υπερδυνάμεις, αλλά αντιπάλους στα κυβικά τους, όπως την Βιλερμπάν στη Γαλλία, ενώ θα ακολουθήσουν δύο εντός έδρας ματς, κόντρα σε Ζενίτ και Βαλένθια. Θα τους δοθεί, δηλαδή, χρόνος, αλλά και παιχνίδια, που θα μπορέσουν να διεκδικήσουν τις νίκες, τις οποίες και θα έχουν ανάγκη στην αρχή, ώστε να θρέψουν την αυτοπεποίθηση της ομάδας.
Η αγωνιστική εικόνα του Ολυμπιακού κόντρα στη ΤΣΣΚΑ ήταν άσχημη και δημιουργεί προβληματισμούς, αλλά θα πρέπει να είμαστε και ψύχραιμοι στη κρίση μας. Όχι, αυτό δε σημαίνει πως θα βάλουμε… κάτω από το χαλί τα ελαττώματα της ομάδας, ούτε και εθελοτυφλούμε σε αυτά που βλέπουμε, αλλά έχουμε τονίσει πως φέτος υπάρχει ένα καινούριο σύνολο, με αρκετές προσθαφαιρέσεις στο ρόστερ, με παίκτες (όπως ο Μπόλντγουϊν και ο Χαπ) που θα αγωνιστούν για πρώτη φορά στην Ευρώπη.
Είναι πολλά τα νέα πρόσωπα, οι παίκτες μεταξύ τους (παλιοί και νέοι) δεν έχουν κάνει πολλές προπονήσεις και ακόμη… ψάχνονται μεταξύ τους, προσπαθώντας να βρουν την χημεία, την ομοιογένεια και τους αυτοματισμούς τους. Δεν υπάρχει ο βασικός κορμός παικτών που υπήρχε στο παρελθόν, με τις μικρές προσθαφαιρέσεις, γεγονός που βοηθούσε στο να βρει πιο εύκολα ρυθμό η ομάδα. Πλέον, τα δεδομένα έχουν αλλάξει, έχοντας μπει σε μία νέα εποχή, σε εκείνη του Ντέιβιντ Μπλατ. Για αυτόν τον λόγο, χρειάζεται υπομονή και χρόνος, μέχρι να δείξει η ομάδα τις πραγματικές της δυνατότητες μέσα στο γήπεδο.
Δεν έχει τον πλέι-μέικερ που θα κάνει την διαφορά
Από αυτά που μαθαίνουμε από τα φιλικά της ομάδας, αλλά και από αυτά που έχουμε δει μέχρι τώρα, ο Ολυμπιακός φέτος δεν έχει τον πλέι-μέικερ που θα μπορέσει να κάνει την διαφορά, αλλά και που θα την καθοδηγήσει. Ο Γουέιντ Μπόλντγουϊν ήρθε για να αντικαταστήσει τον Νάιτζελ Γουίλιαμς-Γκος, είχε στο βιογραφικό του το στοιχείο πως μπορεί να τρέξει την ομάδα στο ανοιχτό γήπεδο, αλλά και να γεμίζει την στατιστική του σε όλους τους τομείς, αλλά μέχρι στιγμής δεν δείχνει πως μπορεί να ανταποκριθεί στις ευθύνες της θέσης. Κόντρα στη ΤΣΣΚΑ έδειχνε… χαμένος στη μετάφραση, με αποκορύφωμα το έρμπολ που έκανε σε σουτ που δοκίμασε.
Ήταν νευρικός, διστακτικός και είναι χαρακτηριστικό πως στο μεγαλύτερο διάστημα που βρέθηκε στο παρκέ, δεν κοίταγε καν το καλάθι! Έχει, βέβαια, σαν δικαιολογία το γεγονός πως αντιμετωπίζει τραυματισμό τις τελευταίες μέρες, αλλά η γενικότερη εικόνα του μέχρι στιγμής, δεν δείχνει πως πρόκειται για έναν παίκτη που μπορεί φέτος ο Ολυμπιακός να τον εμπιστευθεί στον «άσο» ώστε να κουβαλήσει την ομάδα στις πλάτες του. Και από την άλλη υπάρχει ο Γουίλ Τσέρι, ένας παίκτης περιορισμένων δυνατοτήτων και όχι επιπέδου Ευρωλίγκας.
Και ακόμη μας κακοφαίνεται το γεγονός πως ενώ οι Πειραιώτες προσπαθούσαν να φέρουν στο μεγάλο λιμάνι τον Κώστα Σλούκα, ο οποίος αυτόματα θα ανέβαζε το επίπεδο της ομάδας, τελικά οι «ερυθρόλευκοι» καταστάλαξαν στον… Τσέρι. Ό,τι πληρώσεις, παίρνεις!
Είναι γεγονός πως ο Σπανούλης στον «άσο» με τον Πάντερ στο «2» ρολάρουν καλά μαζί μέχρι στιγμής όταν βρίσκονται στην ίδια πεντάδα, αλλά ο Ντέιβιντ Μπλατ δεν έχει στο μυαλό του να τους χρησιμοποιεί για αρκετή ώρα στον ίδια σχήμα. Κυρίως γιατί θέλει να έχει φρέσκο τον αρχηγό του, με τους δύο παίκτες να εναλλάσσονται μαζί στο «2». Στον «άσο» μετά υπάρχει ο Αντώνης Κόνιαρης, ο οποίος, όμως, δεν παίζει πολύ, αλλά στο χρόνο που βρίσκεται στο παρκέ κάνει καλά τα βασικά.
Τα «θέλω» του Μπλατ μπορούν να γίνουν πράξη;
Να κάνουμε μία διαπίστωση. Καθ’ όλη την διάρκεια των καλοκαιρινών φιλικών προετοιμασίας του Ολυμπιακού, οι «ερυθρόλευκοι» σουτάρουν με χαμηλά ποσοστά, ειδικά από την περιφέρεια. Κόντρα στη ΤΣΣΚΑ τα… έσπασαν, έχοντας 17/44 δίποντα (38.6%) και 7/26 τρίποντα (26.9%), σημειώνοντας μόλις 66 πόντους.
Όταν έχεις στόχο να σουτάρεις κοντά στο 40% πίσω από τα 6.75 μέτρα και να είσαι στο 50% στα δίποντα, έχοντας μέσο όρο κοντά στους 80 πόντους, οι «ερυθρόλευκοι» θέλουν ακόμη αρκετή δουλειά για να φτάσουν στον στόχο. Και ας μην ξεχνάμε πως φέτος το ρόστερ χτίστηκε θέλοντας να δώσει έμφαση στο σουτ, στο σκοράρισμα και στη ταχύτητα.
Ο Αμερικανός τεχνικός θέλει φέτος η ομάδα του να τρέξει στο ανοιχτό γήπεδο, σκοράροντας όσο πιο συχνά γίνεται σε καταστάσεις αιφνιδιασμού, πηγαίνοντας τα παιχνίδια της σε παραπάνω κατοχές και σε υψηλότερο σκορ. Η διάθεση υπάρχει, αλλά αυτό πράξη ακόμη γίνεται σε μικρό βαθμό. Παράλληλα, είναι ένα ερώτημα το κατά πόσο θα μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις οι «διπλοθεσίτες». Ο Ρούμπιτ είναι περισσότερο «4άρι», αλλά θα χρησιμοποιηθεί περισσότερο στο «5». Ο Κουζμίνσκας είναι «3άρι», αλλά θα λειτουργήσει κυρίως σαν πάουερ-φόργουορντ. Αμφότεροι βρίσκονται σε στάδιο προσαρμογής.