Ολυμπιακός: Η φανέλα με το «11» έχει τη δική της ιστορία

Ο Κώστας Σλούκας επέλεξε το «11» στον Ολυμπιακό, έναν αριθμό που έχει ειδικό βάρος στην ομάδα μπάσκετ του Πειραιά, καθώς με αυτήν έχουν αγωνιστεί σπουδαίοι και ένδοξοι παίκτες

Ολυμπιακός: Η φανέλα με το «11» έχει τη δική της ιστορία

O Kώστας Σλούκας επέστρεψε στον Ολυμπιακό ύστερα από πέντε χρόνια. Με αυτόν τον τρόπο οι Παναγιώτης και Γιώργος Αγγελόπουλοι πραγματοποίησαν μία από τις σημαντικότερες μεταγραφικές κινήσεις στην Ευρώπη, επαναφέροντας στο μεγάλο λιμάνι ένα δικό τους παιδί. Και στον γυρισμό του στην ομάδα που τον ανέδειξε αποφάσισε να αγωνιστεί με τη φανέλα με το νούμερο «11» για τα επόμενα χρόνια. Όταν πρωτοήρθε στον Πειραιά (το 2008, όντας μόλις 18 ετών) είχε αγωνιστεί με το «19», ακολούθως φόρεσε το «18», ενώ στις τρεις τελευταίες του σεζόν με τα ερυθρόλευκα διακρίθηκε φορώντας το νούμερο «10». Για ποιον λόγο όμως πήρε αυτήν την απόφαση; Να αγωνιστεί, δηλαδή, με το «11» και όχι με το «10». Γιατί θέλησε με τον τρόπο του να αποτίσει φόρο τιμής στον πατέρα του, ο οποίος έφυγε από τη ζωή στις 11 Ιουνίου του 2019.

Οι αριθμοί στις εμφανίσεις παραδοσιακά συνδέουν τους αθλητές με την ομάδα. Ένας παίκτης που αγωνίζεται για πολλά χρόνια σε έναν σύλλογο αυτόματα αποκτά ως πρώτο αναγνωρίσιμο χαρακτηριστικό το νούμερο στην πλάτη. Λες Γιώργος Πρίντεζης και σου έρχεται στο μυαλό το «15». Λες Βασίλης Σπανούλης και σχηματίζεται στο μυαλό σου το «7». Τα παλαιότερα χρόνια οι παίκτες είχαν να διαλέξουν αποκλειστικά από το «4» έως το «15», αλλά αυτό στις τελευταίες σεζόν έχει αλλάξει και οι αθλητές μπορούν να επιλέγουν από το «0» έως και το «99», όπως συμβαίνει και στο ΝΒΑ. Στην Ευρώπη τους «χαμηλούς» αριθμούς συνήθως τους έπαιρναν οι περιφερειακοί και από το «11» και πάνω οι ψηλοί.

Η φανέλα με το νούμερο «11», πάντως, έχει τη δική της σημαντική και ξεχωριστή ιστορία στην ομάδα μπάσκετ του Ολυμπιακού. Και αυτό καθώς την έχουν υπερασπιστεί και φορέσει σημαντικές φυσιογνωμίες στην ιστορία του συλλόγου. Σπουδαίοι αθλητές, οι οποίοι αγωνίστηκαν αρκετά χρόνια στην ομάδα προσφέροντας τίτλους και επιτυχίες, αλλά και παίκτες που ναι μεν έπαιξαν για μικρό διάστημα, άφησαν όμως το στίγμα τους στο μεγάλο λιμάνι. Όχι μόνο σπουδαίοι Έλληνες αλλά και ξένοι.

Αλέκος Σπανουδάκης (1947-1964)

Στις 9 Μαρτίου του 2019, μία μέρα πριν από τα γενέθλια του Ολυμπιακού, που τόσο λάτρεψε και μόχθησε για εκείνον, έφυγε από τη ζωή ο Αλέκος Σπανουδάκης σε ηλικία 94 ετών. Ένας από τους θρύλους του Θρύλου, ο οποίος έγραψε ιστορία στην ομάδα μπάσκετ του Πειραιά. Αγωνίστηκε με τα ερυθρόλευκα για 17 (!) χρόνια (από το 1947 έως και το 1964) και είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στα δύο πρώτα ιστορικά πρωταθλήματα της ομάδας το 1949 και το 1960.

Ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος καλαθοσφαιριστής που χρησιμοποίησε το τζαμπ σουτ και υπήρξε πρωτοπόρος γκαρντ για το ελληνικό μπάσκετ εκείνα τα χρόνια, όντας διεθνής με την εθνική μας ομάδα. Σε όλη του την καριέρα αγωνίστηκε φορώντας τη φανέλα με το αγαπημένο του νούμερο «11». Ασχολήθηκε με την προπονητική στον Ολυμπιακό, ενώ εργάστηκε και στα τμήματα υποδομής του συλλόγου. Ουσιαστικά ήταν ο άνθρωπος που έφτιαξε τα αναπτυξιακά τμήματα των «ερυθρολεύκων». Επίσης, εκείνος ανακάλυψε και έφερε στον Ολυμπιακό τον Γιώργο Σιγάλα, ο οποίος ακολούθως συνέβαλε καθοριστικά στην αναγέννηση της ομάδας τη δεκαετία του ‘90.

Παρά το γεγονός πως είχε μεγαλώσει, έδινε συχνά το «παρών» στο ΣΕΦ και παρακολουθούσε τους αγώνες της ομάδας μέχρι και λίγο πριν από τον θάνατό του. Είχε πάντα τη θέση του στα επίσημα του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας, δεχόμενος πάντα την αγάπη και τον σεβασμό σε όποιον τον αναγνώριζε. Η ΚΑΕ Ολυμπιακός πάντα του έδειχνε εκτίμηση και ήταν αρκετές οι φορές που τον είχε βραβεύσει για τη συμβολή του αλλά και την τεράστια προσφορά του στον πειραϊκό σύλλογο. Ήταν ο πρώτος και εμβληματικός αρχηγός των «ερυθρολεύκων», φορώντας πάντα το αγαπημένο του νούμερο «11».

Mίλαν Τόμιτς (1991-2004)

Ο Μίλαν Τόμιτς είναι ένας από τους μπασκετμπολίστες που έχουν συνδυάσει το όνομά τους με τη χρυσή αναγέννηση της ομάδας μπάσκετ του Ολυμπιακού τη δεκαετία του ‘90. Ήρθε στον Πειραιά από τη Σερβία σε ηλικία μόλις 18 ετών το 1991 και αγωνίστηκε στους Πειραιώτες 13 σερί χρόνια. Σε όλο αυτό το διάστημα έπαιξε μπάσκετ φορώντας τη φανέλα με το νούμερο «11».

Ένας πανέξυπνος και μαχητικός γκαρντ με «καυτό» περιφερειακό σουτ και περίσσιο αγωνιστικό θράσος, ο οποίος φημιζόταν για τα μεγάλα του τρίποντα που «σκότωναν» τον αντίπαλο. Λατρεύτηκε από το «ερυθρόλευκο» κοινό και αποτέλεσε παίκτη-σύμβολο για μία ολόκληρη εποχή. Κατέκτησε με τον Ολυμπιακό πέντε σερί πρωταθλήματα Ελλάδας (1993-1997), ενώ είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στο θρυλικό τριπλ κράουν του 1997, με τους Πειραιώτες να αναδεικνύονται για πρώτη φορά στην ιστορία τους πρωταθλητές Ευρώπης. Η κορωνίδα εκείνης της σπουδαίας ομάδας. Ήταν παρών και στα πρώτα τέσσερα φάιναλ φορ (1994, 1995, 1997, 1999) των «ερυθρολεύκων», οι οποίοι έφτασαν στο σημείο να χαρακτηριστούν από τη ΦΙΜΠΑ η κορυφαία ομάδα της δεκαετίας του ‘90. Μάλιστα, στον ημιτελικό του 1995 κόντρα στον Παναθηναϊκό στη Σαραγόσα, με δικό του τρίποντο «εκτέλεσε» τους «πράσινους», δίνοντας την πρόκριση στην ομάδα του.

Επίσης, ήταν ο άνθρωπος που ανέλαβε το μαρκάρισμα του σπουδαίου Μάικλ Τζόρνταν, στην ιστορική συνάντηση του Ολυμπιακού με τους Σικάγο Μπουλς στο Παρίσι το 1997. Μάλιστα, τις δεκαετίες του 1990 και του 2000 η φανέλα με το «11» ήταν από τις πιο αγαπημένες για τους φιλάθλους της ομάδας, καθώς στο μπάσκετ τη φορούσε ο Μίλαν Τόμιτς και παράλληλα στο ποδόσφαιρο ο συμπατριώτης του εξτρέμ, Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς. Ήταν σαν... δεύτερο «7» για τους οπαδούς των «ερυθρολεύκων». Στο μεγάλο λιμάνι έμεινε σχεδόν για μία... ζωή.

Από το 2008 έως το 2018, μία ολόκληρη δεκαετία, ο Μίλαν Τόμιτς υπήρξε βοηθός προπονητή (Γιαννάκης, Ίβκοβιτς, Μπαρτζώκας, Σφαιρόπουλος), όντας δηλαδή παρών στις νέες μεγάλες επιτυχίες των «ερυθρολεύκων» και επιστρέφοντας στην κορυφή σε Ελλάδα και Ευρώπη με τα ερυθρόλευκα και από το πόστο του κόουτς. Υπήρξε αρκετά χρόνια ρέκορντμαν για τους Πειραιώτες σε πόντους και ασίστ σε Ευρώπη και Ελλάδα, μέχρι τη στιγμή που τον ξεπέρασαν οι Βασίλης Σπανούλης και Γιώργος Πρίντεζης.

«Ο τελικός του 2012 στην Πόλη με έκανε να... ξεπεράσω την πικρία για το πώς χάθηκε ο τελικός του 1994 στο Τελ Αβίβ» μας είχε πει κάποτε σε μία μεταξύ μας κουβέντα. Ο Μίλαν Τόμιτς ήταν πάντα εκεί, πιστός στρατιώτης, σε όλες τις μεγάλες στιγμές του Ολυμπιακού.

Λιν Γκριρ (2007-2009)

Ο Λιν Γκριρ υπήρξε ένας από τους κορυφαίους σκόρερ στην ιστορία της ομάδας μπάσκετ του Ολυμπιακού και στον Πειραιά αγωνίστηκε και εκείνος με το νούμερο «11». To 2004 μάλιστα είχε αναδειχθεί «πρώτο πιστόλι» της Ευρωλίγκας. Ο αριστερόχειρας σουτέρ πραγματοποίησε σπουδαίες εμφανίσεις με την ερυθρόλευκη φανέλα και έχει μείνει σε όλους αξέχαστο το μεγάλο νικητήριο σουτ που πέτυχε στην εκπνοή, στη Μόσχα το 2008, στα πλέι οφ κόντρα στην ΤΣΣΚΑ.

Παράλληλα, ο βραχύσωμος και δαιμόνιος Αμερικανός γκαρντ είχε ενεργό και πρωταγωνιστικό ρόλο στην επιστροφή της ομάδας σε φάιναλ φορ το 2009, ύστερα από 10 στείρα χρόνια. Έκανε καταπληκτική προημιτελική σειρά κόντρα στη Ρεάλ (15,3 πόντοι, 40% τρίποντα), δίνοντας το... εισιτήριο για το Βερολίνο στην ομάδα του. Δεν κατέκτησε τίτλο στο μεγάλο λιμάνι, αλλά είχε σημαντική συνεισφορά στην προσπάθεια του συλλόγου να επιστρέψει στην ελίτ της Ευρώπης, δίνοντας μεγάλη επιθετική ώθηση με το αγωνιστικό του στιλ.

Λίνας Κλέιζα (2009-10)

Ο Λίνας Κλέιζα αποτελεί έναν από τους καλύτερους ξένους μπασκετμπολίστες που έχουν φορέσει τη φανέλα του Ολυμπιακού. Ήρθε στον Πειραιά από το ΝΒΑ, με τους Αγγελόπουλους να δίνουν τα... ρέστα τους. Μπορεί να αγωνίστηκε μόλις μία σεζόν στο μεγάλο λιμάνι, αλλά έκανε... θραύση όχι μόνο στον Πειραιά αλλά και στην Ευρωλίγκα. Στη σεζόν 2009-10 ο «Πιστο-Λίνας» Κλέιζα τελείωσε τη χρονιά έχοντας 17,1 πόντους και 6,5 ριμπάουντ, εντυπωσιάζοντας με τις εμφανίσεις του, με αποτέλεσμα να βρεθεί και να βραβευθεί στην καλύτερη πεντάδα της κορυφαίας διοργάνωσης.

Ένας δυναμικός παίκτης που διέθετε τεράστια ευχέρεια στο σκοράρισμα, μπορώντας να βάλει την μπάλα στο καλάθι με κάθε τρόπο, με αποτέλεσμα το φίλαθλο κοινό στο μεγάλο λιμάνι να τον λατρέψει. Οδήγησε τον Ολυμπιακό στον τελικό του φάιναλ φορ το 2010, διαθέτοντας «φονικό» ένστικτο, αλλά οι Πειραιώτες έχασαν το τρόπαιο στον τελικό από την Μπαρτσελόνα. Παράλληλα, μαζί του οι «ερυθρόλευκοι» επέστρεψαν στους τίτλους (ύστερα από οκτώ στείρα χρόνια), με την κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδας το 2010. Ο Λιθουανός διεθνής φόργουορντ, που έπαιζε με άνεση τόσο στο «3» όσο και στο «4», τα κατόρθωσε όλα αυτά φορώντας το αγαπημένο του νούμερο «11» στην πλάτη, συνεχίζοντας την παράδοση των μεγάλων σουτέρ που φόρεσαν τον συγκεκριμένο αριθμό στο μεγάλο λιμάνι.

Νίκολα Μιλουτίνοβ (2015-2020)

Ο Ολυμπιακός επένδυσε το 2015 στο ταλέντο και στην προοπτική του Νίκολα Μιλουτίνοβ. Ήταν μόλις 21 ετών, διέθετε ικανότητες, αλλά ήταν αρκετά άγουρος. Μάλιστα, ο Γιάννης Σφαιρόπουλος δέχθηκε και κριτική για τη συγκεκριμένη επιλογή. Κάθε χρόνο, όμως, ο Σέρβος σέντερ βελτιωνόταν, έκανε βήματα προόδου, με αποτέλεσμα την τελευταία διετία του στο μεγάλο λιμάνι να χαρακτηριστεί ο κορυφαίος σέντερ της Ευρώπης.

Από τους μακροβιότερους ξένους μπασκετμπολίστες στην ιστορία των «ερυθρολεύκων», καθώς αγωνίστηκε στο μεγάλο λιμάνι μία πενταετία. Κατέκτησε το πρωτάθλημα του 2016, ενώ συμμετείχε και στον τελικό του 2017 στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο Ολυμπιακός έχασε το ευρωπαϊκό τρόπαιο από τη Φενέρμπαχτσε. Στις τελευταίες δύο σεζόν κυριάρχησε κάτω από τα καλάθια, όντας σταθερά ο κορυφαίος ριμπάουντερ της Ευρωλίγκας. Στη σεζόν 2018-19 μέτρησε 11,7 πόντους και 7,9 ριμπάουντ ανά παιχνίδι, σημειώνοντας συνολικά έξι νταμπλ νταμπλ. Όλα αυτά τα χρόνια αγωνίστηκε στον Πειραιά φορώντας το αγαπημένο του νούμερο «11», με το οποίο πλέον θα αγωνίζεται ο Κώστας Σλούκας.