«Το Αριστούργημά μου»
«Το Αριστούργημά μου», μια ταινία όλο χυμούς, με απολύτως θερβαντική αίσθηση, ταινία για το χορό της ψυχής και του πνεύματος, μην την χάσετε στον ωραία διαμορφωμένο θερινό δημοτικό σινεμά «Νοσταλγία» στο Νέο Ηράκλειο.
Είχε δίκιο ο Έριχ Φρομ, όταν έλεγε ότι οι πολίτες των δυτικών κοινωνιών καθοδηγούνται απόλυτα στη διαμόρφωση των προτιμήσεών τους. Ο πολιτισμός -τέχνες και γράμματα- είναι μια ασύλληπτη βιομηχανία δια μέσου της οποίας παράγονται και καταναλώνονται τεράστιες ποσότητες μπούρδας και ασυναρτησίας. Με τα χρόνια έχει παγιωθεί μια συντεχνία μεσαζόντων που προωθούν, κρίνουν, αποθεώνουν ή αποκαθηλώνουν, τουτέστιν μια γιαλαντζί διανόηση χάρις στην οποία κάποιοι πλουτίζουν και δοξάζονται. Η αλήθεια είναι ότι το πρόβλημα θα έπρεπε να χτυπηθεί στη ρίζα του, που στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι άλλη από το ίδιο το κοινό. Ο πολύς κόσμος δεν έχει χρόνο για τη μεγάλη τέχνη, επαφίεται γι αυτό στα δημοσιεύματα των εφημερίδων και του ηλεκτρονικού τύπου, παραπλανάται, αποπροσανατολίζεται, υπακούει στις πιο παράξενες μόδες, βαριέται γρήγορα, αλλάζει παιχνιδάκι κάθε τόσο κι έτσι η ζωή συνεχίζεται…
Από το «Πριν την επανάσταση», παρθενική δημιουργία ενός νεαρού Μπερτολούτσι που αποθεώνουν οι αδαείς κριτικοί μέχρι «το Αριστούργημά μου» του Αργεντινού σκηνοθέτη Γκαστόν Ντιμπράτ μεσολαβεί μια τεράστια απόσταση.
Παρακολουθείς το πρώτο βήμα του άγουρου Ιταλού δημιουργού ο οποίος στη συνέχεια θα εξελιχθεί, για να είμαστε δίκαιοι, σε ένα εμβληματικό σκηνοθέτη του εικοστού αιώνα και προσπαθείς να καταλάβεις τι είδαν αυτοί οι μπουρδολόγοι του σινεμά και το εκθείασαν. Ασύνδετα πλάνα, επιτηδευμένες ερμηνείες, ατυχές κάστινγκ, και όσο για τον Σταντάλ, θα τρίζουν τα κόκκαλα του, που ο ιερόσυλος νεαρός Μπερτολούτσι καταχράστηκε τη μαγεία των ηρώων από το μυθιστόρημα «Το Μοναστήρι της Πάρμας». Κοντολογίς από εκείνα τα φιλμ που αφήνεις στη μέση, βρίζοντας και αγανακτώντας.
Απολαμβάνεις από την άλλη την αβίαστη έμπνευση του Ντιμπράτ, καρυκευμένη με μια γενναία δόση καταλυτικού χιούμορ, για τη ζωή, για την τέχνη, για το χρήμα, για το θάνατο, για όλα τέλος πάντων, και λες μέσα σου: «Άξιζε δέκα φορές!» Από τη μακρινή Αργεντινή ο καλός κινηματογράφος απλός αλλά όχι απλοϊκός, συναισθηματικά και ιδεολογικά μεστός μας κλείνει το μάτι. Επιστρέφουμε μαζί του στην ισορροπημένη σοφία που χαρίζει το στοχαστικό γέλιο, η έντιμη όσο και ανάλαφρη θέαση της ζωής από μια τέχνη που δεν παίρνει τόσο σοβαρά τον εαυτό της, γι' αυτό είναι σοβαρή και σημαντική. Χαλαρώνουμε ξέγνοιαστα στο κάθισμα του θερινού σινεμά και ξεδίνουμε. Αναρωτιέμαι αν η επόμενη εξέγερση στην Ιστορία θα είναι η αισθητική επανάσταση, για να απαλλαγούμε επιτέλους από τους «Εμπόρους των τεχνών»!
Όσο για το «Αριστούργημά μου», αν ποθείτε μια ταινία όλο χυμούς, με απολύτως θερβαντική αίσθηση, ταινία για το χορό της ψυχής και του πνεύματος, μην την χάσετε στον ωραία διαμορφωμένο θερινό δημοτικό σινεμά «Νοσταλγία» στο Νέο Ηράκλειο.